Έχετε σκεφτεί ποτέ το κόστος και την καθυστέρηση, που προκαλεί η γραφειοκρατία για τις αδειοδοτήσεις, προκειμένου να ξεκινήσει μια οικονομική δραστηριότητα; Έχετε σκεφτεί, γιατί να είναι υποχρεωτικό να παίρνουμε άδεια για να κάνουμε οποιαδήποτε δουλειά; Μια πρώτη απάντηση θα ήταν: «για να μας προστατέψει το κράτος, από τυχόν κακές πρακτικές». Πράγματι, αν κάποιος θέλει να ανοίξει ιατρείο, πριν αρχίσει να θεραπεύει ασθενείς, καλό είναι κάποιος να έχει προηγουμένως ελέγξει την επάρκειά του (αν και κατά τη γνώμη μου το πτυχίο του πανεπιστημίου θα έπρεπε να αρκεί, χωρίς την παρέμβαση των κατά τόπους ιατρικών συλλόγων). Τυχόν λειτουργία πάντως ιατρείου από μη-ιατρό, θα προκαλούσε ενδεχομένως μη αναστρέψιμη ζημιά κι αυτό δικαιολογεί τον προληπτικό έλεγχο – αυτό που λέμε διαδικασία αδειοδότησης. Ομοίως, αν κάποιος θέλει να λειτουργήσει χημικό εργοστάσιο, είναι λογικό να ελεγχθεί ότι πληροί τις απαραίτητες προδιαγραφές, πριν προκαλέσει μη αναστρέψιμη ζημιά στο περιβάλλον και τους γύρω κατοίκους.
Ισχύει όμως αυτό για όλες τις οικονομικές δραστηριότητες; Ποιος μας προστατεύει από ένα εμπορικό κατάστημα που πουλάει ευτελή προϊόντα σε υψηλή τιμή; Η απάντηση είναι «η αγορά». Η καλή ή κακή φήμη, που διαδίδεται από στόμα σε στόμα μεταξύ των καταναλωτών. Ενδεχομένως κάποιοι να την πατήσουν αγοράζοντας ακριβά κάτι που αξίζει φθηνότερα, αλλά η αγορά αργά ή γρήγορα θα ξεκαθαρίσει ποιος έχει καλή και ποιος κακή σχέση ποιότητας/τιμής. Η ζημιά για το κοινωνικό σύνολο δεν θα είναι μεγάλη. Απλώς οι καταναλωτές (και οι ενώσεις τους) αναλαμβάνουν την ευθύνη να επικοινωνούν τα στοιχεία που τους ενδιαφέρουν στους άλλους καταναλωτές. Γιατί να μην συμβαίνει το ίδιο και με τις υπηρεσίες; Γιατί όχι με τα κουρεία; Γιατί να απαιτείται άδεια για τη λειτουργία τους; Τι ακριβώς ελέγχει το κράτος για να τη χορηγήσει, που δεν μπορούν να ελέγχουν συχνότερα και αποτελεσματικότερα οι πελάτες του; Και γιατί να απαιτείται άδεια για τη λειτουργία φροντιστηρίου αγγλικών; Το αποτέλεσμα δεν είναι τελικά αυτό που απασχολεί τους πελάτες του; Αν το αποτέλεσμα δεν είναι καλό, το φροντιστήριο θα κλείσει, κι ας έχουν τα απαραίτητα πτυχία οι διδάσκοντες! Από την άλλη, αν το αποτέλεσμα είναι καλό, επειδή οι διδάσκοντες τυχαίνει να είναι Άγγλοι, γιατί θα πρέπει να ενδιαφέρει την κοινωνία αν έχουν πτυχίο ή όχι; Ο τελικός κριτής, όπως και στο εμπορικό κατάστημα, θα είναι ο καταναλωτής – αυτό που λέμε «αγορά». Αν καθίσετε και σκεφτείτε, θα βρείτε εκατοντάδες ανάλογα παραδείγματα δραστηριοτήτων για τις οποίες ο κρατικός έλεγχος δεν ελέγχει τίποτα ουσιαστικό, κοστίζει ωστόσο πάρα πολύ, τόσο σε χρήμα όσο και χρόνο για την «απαραίτητη» χαρτούρα. Κόστος που τελικά μετακυλύεται σε αυτό που πληρώνει ο πελάτης.
Πρόταση 7: Ελευθερία οικονομικών δραστηριοτήτων.
Σύμφωνα με τα παραπάνω, θα ήμουν υπέρ μιας διάταξης που θα όριζε πως «α) κάθε οικονομική δραστηριότητα που δεν απαγορεύεται ρητά, επιτρέπεται β) άδεια λειτουργίας απαιτείται αποκλειστικά για δραστηριότητες επικίνδυνες για τη δημόσια υγεία ή το περιβάλλον». Θεωρώ πως μια τέτοια μεταρρύθμιση, θα εκτόξευε την εθνική μας οικονομία, θα μείωνε τις τιμές καταναλωτή, θα μείωνε το κόστος και τον χρόνο έναρξης νέας επιχείρησης, θα μείωνε την ανεργία και θα αύξανε την ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας.
Μια άλλη πρόταση που επηρεάζει την οικονομία και αποτελεί κατεξοχήν ζήτημα ισονομίας, είναι η κατάργηση των κρατικών μονοπωλίων και των προνομίων των υπαλλήλων του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Ακόμα και σήμερα, υπάρχουν δραστηριότητες που μόνον το κράτος επιτρέπεται να αναλάβει, χωρίς αυτό να συνδέεται με κάποια συνολικότερη λογική. Υπάρχουν πράγματι δραστηριότητες των οποίων η ανάθεσή σε ιδιώτες θα έθετε σε κίνδυνο τη δημοκρατία. Θα ήμουν αντίθετος στη λειτουργία ιδιωτικών στρατών, ιδιωτικής αστυνομίας ή ιδιωτικών δικαστηρίων και φυλακών! Δεν βλέπω όμως γιατί το κράτος θα πρέπει να διατηρεί το μονοπώλιο στη μεταφορά και τη διανομή ενέργειας ή τη λειτουργία παρόμοιων δικτύων. Η παγκόσμια (αλλά και η ελληνική) εμπειρία έχει δείξει πως οι ιδιώτες παρέχουν συνήθως καλύτερες υπηρεσίες σε χαμηλότερες τιμές απ’ ότι το κράτος (δείτε τι ισχύει με τις άλλοτε αποκλειστικά κρατικές τηλεπικοινωνίες). Δεν είναι σωστό συνεπώς οι ιδιώτες να αποκλείονται a priori από οικονομικές δραστηριότητες, εκτός κι αν υφίσταται κίνδυνος για τη δημοκρατία ή κίνδυνος δημιουργίας μονοπωλίων. Ταυτόχρονα, θεωρώ άδικη και άρα αντιπαραγωγική την παροχή προνομίων στους εργαζόμενους του δημόσιου τομέα, όταν δεν είναι αντίστοιχα με αυτά που απολαμβάνουν οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα. Δεν καταλαβαίνω π.χ. γιατί η άδεια κύησης στον δημόσιο τομέα να είναι 6 ή 9 μήνες (που γίνονται 1,5 χρόνος με ένα χαρτί «επαπειλούμενης κύησης», του οποίου την ακρίβεια κανείς δεν ελέγχει), τη στιγμή που η αντίστοιχη άδεια για τις έγκυες του ιδιωτικού τομέα δεν ξεπερνά τους 3 μήνες.
Πρόταση 8: Περιορισμός κρατικών μονοπωλίων και ισότητα προνομίων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα.
Σύμφωνα με τα παραπάνω, απαιτείται μια διάταξη η οποία
α) θα περιγράφει ρητά τους – όσο το δυνατόν λιγότερους – τομείς, από τους οποίους αιτιολογημένα θα αποκλείονται οι ιδιώτες και
β) θα κατοχυρώνει απόλυτη ισονομία προνομίων ανάμεσα στους εργαζόμενους του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, είναι παντελώς αδικαιολόγητος ο αποκλεισμός του ιδιωτικού τομέα από την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση (αποκλεισμός που – ας μην το ξεχνάμε – καθιερώθηκε επί χούντας!), τη στιγμή που δραστηριοποιείται σε όλες τις υπόλοιπες βαθμίδες εκπαίδευσης και μάλιστα της υποχρεωτικής!
Πρόταση 9: Αντικατάσταση των απαγορεύσεων του σημερινού άρθρου 16, με μια νέα απλή διατύπωση που θα ορίζει πως: «α) Καθένας έχει δικαίωμα να ιδρύει και να λειτουργεί ιδιωτικά εκπαιδευτήρια όλων των βαθμίδων και β) Η ακαδημαϊκή ελευθερία είναι απαραβίαστη. Τα πανεπιστήμια, δημόσια και ιδιωτικά, αυτοδιοικούνται». Είναι τουλάχιστον αστείο την ώρα που σε όλες τις γειτονικές χώρες λειτουργούν ιδιωτικά πανεπιστήμια, την ώρα που η Κύπρος κερδίζει περισσότερα από 2 δισεκατομμύρια ετησίως από ξένους φοιτητές, την ώρα που η Ελλάδα εξάγει περισσότερους από 20.000 φοιτητές τον χρόνο, να εξακολουθούμε – τελευταίοι εμείς - να δίνουμε μάχες οπισθοφυλακής εναντίον, υποτίθεται, του «επάρατου Καπιταλισμού».
*Ο Γιώργος Καραβάνας είναι μορ. βιολόγος και μέλος της ΔΕ της ΔΡΑΣΗΣ.