Στα άρθρα αυτά θα καταθέσω προσωπικές απόψεις για στοιχεία που κατά τη γνώμη μου πρέπει να περιλαμβάνει το αναθεωρημένο Σύνταγμα. Πριν φτάσουμε όμως στις προτάσεις, θέλω να θέσω ένα ερώτημα, που ελάχιστα συζητείται διεθνώς: ποιος τελικά δικαιούται να γράφει το Σύνταγμα μιας δημοκρατικής χώρας;
Τα Συντάγματα όλων ανεξαιρέτως των σύγχρονων κρατών, έχουν συνταχθεί από ακαδημαϊκές και πολιτικές ελίτ. Είναι όμως σωστό αυτό; «Ναι» θα πουν ορισμένοι, μια και «το Σύνταγμα είναι ένα ιδιαιτέρως σοβαρό κείμενο, που αποτελεί τη βάση της νομοθεσίας ενός κράτους και συνεπώς δεν επιτρέπονται αστοχίες σε αυτό. Οι διατυπώσεις του πρέπει να είναι τέτοιες, που να εγγυώνται με νομικά αδιαμφισβήτητο τρόπο, την εξασφάλιση των βασικών ελευθεριών της εκάστοτε κοινωνίας». Υπάρχει όμως και μια δεύτερη σχολή σκέψης, που θυμίζει πως τα Συντάγματα ιστορικά (με πρώτη τη «Μάγκνα Κάρτα» που προέκυψε από την «Ένδοξη Επανάσταση» στην Αγγλία του 1664), δεν ήταν τίποτα άλλο παρά λίστες βασικών δικαιωμάτων, που οι ίδιοι οι πολίτες κατήρτισαν και απαίτησαν να σέβονται οι Βασιλείς και οι άλλοι εξουσιαστές τους. Με άλλα λόγια αυτή η σχολή σκέψης θεωρεί πως «το Σύνταγμα οφείλει να είναι ένα απλό και κατανοητό κείμενο που θα περιλαμβάνει τις βασικές ελευθερίες, που οι ίδιοι οι πολίτες κι όχι οι εκάστοτε πολιτικές και ακαδημαϊκές ελίτ, ορίζουν και αξιώνουν».
Η αλήθεια, όπως συνήθως, βρίσκεται στη μέση. Είναι γεγονός ότι η πλειοψηφία των πολιτών δεν έχει πάντα την εκπαίδευση και πληροφόρηση, που απαιτεί η συγγραφή ενός τόσο σοβαρού κειμένου. Εξ ορισμού μάλιστα, τα σύγχρονα Συντάγματα έρχονται να υπερασπιστούν μειοψηφίες από τις πιθανές αυθαιρεσίες πλειοψηφιών, που απειλούν να θίξουν δικαιώματα που έχουν κατοχυρωθεί διεθνώς ως «πανανθρώπινα και απαραβίαστα». Φανταστείτε π.χ. μια σειρά συνταγματικών διατάξεων κατ’ απαίτηση της πλειοψηφίας, που θα διέκρινε τους πολίτες με βάση το χρώμα, το θρήσκευμα ή τον σεξουαλικό τους προσανατολισμό. Τυχόν τέτοιες διατάξεις, θα έθιγαν τον πυρήνα των αρχών του σύγχρονου δυτικού πολιτισμού, θέτοντας τη χώρα μας εκτός αυτού. Κι όμως δεν είναι λίγοι εκείνοι που θα έκλιναν υπέρ ανάλογων διακρίσεων, λόγω ελλιπούς μόρφωσης, ελλιπούς ενημέρωσης ή και τα δύο. Η συγγραφή λοιπόν Συνταγμάτων υπό την καθοδήγηση ειδικών ελίτ, μέχρι σήμερα τουλάχιστον, φαίνεται να δικαιώνεται. Άλλωστε η ίδια η αντιπροσωπευτική Δημοκρατία εξασφαλίζει πως και οι πολιτικές ελίτ, τελικά από τους ίδιους τους πολίτες προκύπτουν παίζοντας τον ρόλο φίλτρου, που προστατεύει τους ίδιους από τις δικές τους απερισκεψίες.
Από τον κανόνα αυτόν, παραλίγο να ξεφύγει πρόσφατα η Ισλανδία. Μετά το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης, οι πολίτες της Ισλανδίας – μιας χώρας 300.000 περίπου κατοίκων, με ιδιαίτερα υψηλή κοινωνική συνοχή και μέσο μορφωτικό επίπεδο – αποφάσισαν να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους. Η Ισλανδία είναι, μέχρι στιγμής, η μόνη ευρωπαϊκή χώρα που άφησε τράπεζες να καταρρεύσουν, και που έστειλε στη φυλακή μεγάλο μέρος του τραπεζικού και πολιτικού της κατεστημένου. Μέσα σε σκηνικό γενικής απαξίωσης των πολιτικών, η Ισλανδία αποφάσισε να αναθέσει σε απλούς πολίτες τη συγγραφή του νέου της Συντάγματος. Το Σύνταγμα συντάχθηκε και τέθηκε μετά από δημοψήφισμα, υπό την κρίση της ισλανδικής Βουλής. Το εν λόγω εγχείρημα μάλλον απέτυχε τελικά (η Βουλή κατέληξε στο αναγκαστικό συμπέρασμα ότι η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε κατά τη συγγραφή άφηνε κενά δημοκρατικότητας και συνεπώς το Σύνταγμα που προέκυψε δεν μπορούσε να θεωρηθεί έγκυρο), καταγράφηκε ωστόσο ως η πρώτη προσπάθεια παγκοσμίως, κατάρτισης ενός Συντάγματος από απλούς πολίτες. Ωστόσο, αρκετές από τις προτάσεις των πολιτών, όπως η «εγγύηση ελεύθερης πρόσβασης στο διαδίκτυο», κατάφεραν τελικά να γίνουν μέρος του επίσημου Ισλανδικού Συντάγματος!
Τρία είναι κατά τη γνώμη μου τα ενδιαφέροντα στοιχεία που προέκυψαν από αυτό το πείραμα: Πρώτον, η αναγνώριση ότι οι κοινωνίες απαρτίζονταν πλέον από μεγαλύτερο ποσοστό μορφωμένων ανθρώπων όσο ποτέ ξανά στο παρελθόν. Δεύτερον, η αναγνώριση ότι – σε αντίθεση με το παρελθόν – υπάρχει πλέον η τεχνική δυνατότητα (διαδίκτυο) ώστε χιλιάδες πολίτες, να συνομιλούν άμεσα και να συνδιαμορφώσουν προτάσεις, με δομημένο κι επίσημο τρόπο. Και τρίτον, η αναγνώριση πως η συμμετοχή ειδικών των πολιτικών και νομικών επιστημών, αποδεικνύεται μάλλον απαραίτητη.
Η δική μου πρόταση λοιπόν καταρχήν, είναι να τηρηθούν οι διαδικασίες που το ίδιο το Σύνταγμα προβλέπει για την αναθεώρησή του - μακριά από τις ακροβασίες δημοψηφισμάτων, που δημαγωγικά και ανεύθυνα προτείνονται τελευταία - με τους πολίτες όμως, να αναλαμβάνουν ενεργό ρόλο στην κατάθεση προτάσεων! Τις προτάσεις αυτές μπορούν εν συνεχεία να ζητούν να μεταφέρουν και να στηρίξουν στη Βουλή οι εκλεγμένοι αντιπρόσωποί τους, διασφαλίζοντας έτσι έμμεσα τη δική τους συμμετοχή. Προς την κατεύθυνση αυτή, ανέλαβα την πρωτοβουλία δημιουργίας μιας ιστοσελίδας ελεύθερης πρόσβασης, όπου ο καθένας θα μπορεί να προτείνει, να συζητά και να συνδιαμορφώνει προτάσεις, τις οποίες στη συνέχεια θα καταθέσουμε υπό τη μορφή ψηφίσματος στη Βουλή. Οι υπογράφοντες θα ζητούμε από τους βουλευτές, να λάβουν σοβαρά υπόψη προτάσεις, που θα έχουν προκύψει από το διάλογο χιλιάδων πολιτών. Θεωρώ πως αυτός είναι ο θεσμικά ορθότερος τρόπος συμμετοχής των πολιτών, στο περιεχόμενο του νέου Συντάγματος. Κάθε άλλος δρόμος θα συνιστούσε συνταγματική εκτροπή. Η ιστοσελίδα είναι προς το παρόν υπό διαμόρφωση και θα είναι έτοιμη σε λίγες εβδομάδες, στη διεύθυνση: www.neo-syntagma.gr
* Ο Γιώργος Καραβάνας είναι μορ. βιολόγος και μέλος της ΔΕ της ΔΡΑΣΗΣ