Η κοινωνική ασφάλιση είναι πολύ παλαιά όσο και ο κοινωνικός άνθρωπος. Στην Ελλάδα η εφαρμογή του θεσμού προχώρησε σταδιακά και απρογραμμάτιστα. Η καθολικότητα του θεσμού έγινε με το Ν. 6298/37, βάσει του οποίου θεσπίστηκε η προστασία των εργαζομένων και των απομάχων της εργασίας, σε περίπτωση επέλευσης ασθένειας, αναπηρίας, ατυχήματος ή γήρατος όλων των μισθωτών της χώρας. Η πρώτη βασική αρχή είναι η καθολικότητα της ασφάλισης. Οι απασχολούμενοι προς βιοπορισμό υπάγονται στην ασφάλιση με σειρά νομοθετημάτων.
Σήμερα στην Ελλάδα νόμω ανασφάλιστους δεν έχουμε. Απεναντίας έχουμε πληθώρα αρνητών της ασφάλισης και εκ μέρους των εργοδοτών και εκ μέρους των εργαζομένων. Όχι μόνο αρνούνται να υπαχθούν, αλλά αποκρύπτουν και το ύψος των αποδοχών. Δεύτερη αρχή είναι η υποχρεωτικότητα της ασφάλισης η οποία ενεργοποιείται με την καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών. Η εργασία πρέπει να ασφαλίζεται και να αποφεύγεται η δόλια ασφάλιση με σκοπό τα ευεργετήματα αυτής. Τρίτη αρχή είναι της ενότητας. Βάσει της οποίας να μην δύναται κανείς για τον ίδιο κλάδο ασφάλισης να ασφαλιστεί σε πλείονες οργανισμούς. Τέταρτη αρχή είναι της ανταποδοτικότητας, δηλαδή ανάλογα με τον χρόνο ασφάλισης και το ύψος των εισφορών, να κυμαίνεται το ύψος της συντάξιμης παροχής.
Η κοινωνική ασφάλιση έχει στόχο την αναπλήρωση του εισοδήματος, με τη μέθοδο μιας συνολικότερης επιβάρυνσης στο πλαίσιο της κοινωνικής αλληλεγγύης, της πρόβλεψης και της αλληλοβοήθειας, που στοιχειοθετεί μια σχέση καθαρά νομική και ανάγει την κοινωνική ασφάλιση σε θεσμό δικαίου. Το αίσθημα της ανάγκης, για εξασφάλιση που ενυπάρχει στην ψυχολογία του ατόμου, ως στοιχείου του ενστίκτου της επιβίωσης, έχει εξελιχθεί σ' ένα από τα πιο καθολικά αιτήματα και η ένταση της προβολής του, κλιμακώνεται παράλληλα με τις τεχνοοικονομικές εξελίξεις, που διευρύνουν τις δυνατότητες και τους κινδύνους, λύνοντας προβλήματα αλλά δημιουργώντας νέα. Στη χώρα μας υπάρχει μια στρέβλωση στη δομή και στην οργάνωση του θεσμού. Υφίσταται σύγχυση ως προς την ατομική και συλλογική ευθύνη για ασφαλιστική προστασία, γενίκευση των παροχών κοινωνικής ασφάλισης, χωρίς διάκριση, ανεπαρκή προσαρμογή των εισφορών στο ύψος των παροχών, ανισότητα επιβάρυνσης του πληθυσμού για κοινωνική προστασία μέσω πόρων. Με βασικό γνώμονα να περιοριστεί η φτώχεια και γενικά οι κοινωνικές ανισότητες, χωρίς ιδιαίτερη επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού, διευρύνθηκε ο σκοπός της κοινωνικής ασφάλισης, με αποτέλεσμα να αλλοιωθεί η φυσιογνωμία του, να μειωθεί η αποτελεσματικότητά του και τις συνέπειες να τις υφίστανται κυρίως εκείνοι που με την καταβολή υψηλών ασφαλιστικών εισφορών και την παραμονή τους επί πολλά έτη στην ασφάλιση, εδραίωσαν το σύστημα. Οι νόμοι 3863/10 και 3865/10 που θεσπίστηκαν για τη μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα αντίστοιχα, οδήγησαν πολλούς ασφαλισμένους στη συνταξιοδότηση, φοβούμενοι τις αυστηρότερες διατάξεις των νέων ασφαλιστικών νόμων. Ο Ν. 3863/10 στο άρθρο 10 προβλέπει τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης αλλά και τους αναγνωριζόμενους χρόνους για θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος. Αποτέλεσμα των διατάξεων αυτών, ήταν η πλήρης ανατροπή της σχέσης ασφαλισμένων συνταξιούχων και ό,τι συνεπάγεται μ' αυτό, ως και τη δεινή σχέση που βιώνουν σήμερα οι φορείς, μη δυνάμενοι λόγω περιορισμένων εσόδων ν' ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις και απαιτήσεις τους. Βασική αρχή της (Κ.Α.) ήταν η εξόφληση της οφειλής για να τύχει ο ενδιαφερόμενος της δικαιούμενης σύνταξης. Σήμερα ανατρέπεται κι αυτό αφού νομοθετείται η οφειλή να παρακρατείται από τη σύνταξη. Οι μειώσεις των συντάξεων με τους Ν. 3986/11, 4024/11, 4051/12 και 4093/12 έφεραν σε πλεονεκτικότερη θέση τους χαμηλοσυνταξιούχους από εκείνους που κατέβαλαν υψηλές εισφορές και παρέμειναν πέραν της 3ετίας. Τελικά η κοινωνική ασφάλιση από θεσμός κοινωνικός, προστατευόμενος από το Σύνταγμα (αρ. 22) οδηγείται στην απαξίωση και αποδυνάμωσή του. Ευκαιρία λοιπόν στη νέα κυβέρνηση, να λύσει τούτα τα "παράδοξα και μυστήρια" της κοινωνικής ασφάλισης με τον καλύτερο και δικαιότερο τρόπο, χωρίς (πλέον) "διακρίσεις και ανισότητες" ανάμεσα στις κατηγορίες των ασφαλισμένων. Ίδωμεν!