Από τον Θρασύβουλο Καβασίδη
Διαβάζοντας το «Λαρισινό Δοκίμιο» του κ. Μ. Λαγκουβάρδου «Περί αιρέσεων» («Ε» της 19ης Απριλίου 2016) στάθηκε αδύνατον να μην υποκύψω στον πειρασμό ενός αντιλόγου. Και τούτο γιατί οι Απολογητές, θεολόγοι και θεολογούντες, μεταξύ αυτών και ο συντάκτης, διεκδικούν μόνον αυτοί το προνόμιο να ερμηνεύουν με το λόγο ή τα γραπτά τους, ό,τι έχει σχέση με τη θρησκεία. Με αφορμή, λοιπόν, το πιο πάνω δοκίμιο, κρίνεται σκόπιμο να διευκρινισθούν ορισμένες έννοιες, τις οποίες, πολλοί αναγνώστες της φιλόξενης αυτής εφημερίδας αγνοούν. Πρόκειται για την αλήθεια, το δόγμα, την αίρεση και την πίστη.
«Η αλήθεια», κατά τον Γεώργιο Παπανδρέου (κατάθεση στη Δίκη των Τόνων) «δια την Επιστήμην δεν κατέχεται. Υπάρχει μόνον η αναζήτησις, η βαθμιαία κατάκτησις. Και με τον επίμονο μόχθον του, με την αγωνιώδη προσπάθειαν του πνεύματος, ο άνθρωπος ανέρχεται από την γην προς τον ουρανόν». Δηλαδή, η Επιστήμη «διδάσκει την έρευναν» προκειμένου να εξευρεθεί η αλήθεια. Αντίθετα, «δια την θρησκείαν, η αλήθεια υπάρχει εξ αποκαλύψεως». Ειδικά, κατά την Ορθόδοξη Εκκλησία η αποκάλυψη της αλήθειας του Θεού δόθηκε πλήρως την Πεντηκοστή με την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος στην Εκκλησία και την αποκάλυψη αυτή βιώνουν οι άγιοι της Ορθόδοξης Εκκλησίας ως εμπειρία ζωής. Αυτήν την αλήθεια εννοεί, προφανώς, ο συντάκτης του δοκιμίου όταν γράφει πως «η αίρεση είναι ένα τρίτο πράγμα σε σχέση με την αλήθεια. Είναι πρώτα η αλήθεια όπως διαπιστώνεται από την εμπειρία. Είναι κατόπιν η μαρτυρία της αλήθειας και τρίτη (…) έρχεται η αίρεση δηλαδή τα σχόλια των αιρετικών επάνω στη μαρτυρία της αλήθειας». Η μεταφυσική αυτή «αλήθεια» μοιραίως έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την επιστημονική, η οποία είναι προϊόν έρευνας. Γι’ αυτό και οι ερευνητές της επιστήμης είναι οι «αποδιοπομπαίοι τράγοι» της Εκκλησίας. Τέτοια θύματα υπήρξαν πάμπολλα, τα πλέον χαρακτηριστικά όμως ήταν ο Galileo Galilei (1564 – 1642) για τις αστρονομικές του ανακαλύψεις (π.χ. η γη κινείται), και υπήρξε θύμα του Μεσαίωνα (Moyen Age) και της Ιεράς Εξέτασής του, αλλά και ο φυσιοδίφης και γεωλόγος Charles Darwin (1809 – 1882), για τη «Θεωρία της εξέλιξης των ειδών».
Δόγμα σημαίνει (κατά τον Χριστιανισμό) την αλήθεια που, κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας, έχει αποκαλύψει ο Θεός, την οποία επιβάλλει στους πιστούς το αλάθητο της Εκκλησίας. Τα δόγματα στον Χριστιανισμό καθιερώθηκαν κυρίως στις Οικουμενικές Συνόδους, όπως το Τριαδικό, η Δευτέρα Παρουσία και για την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, τα Πρωτεία και το Αλάθητο του Πάπα.
Αίρεση είναι κάθε διδαχή, πεποίθηση, δοξασία που αποκλίνει, απομακρύνεται από το επίσημο, το καθιερωμένο δόγμα και καταδικάζεται ως πλάνη.
Τέλος, «πίστη σημαίνει σιγουριά γι’ αυτά που ελπίζουμε και βεβαιώνεται γι’ αυτά που δεν βλέπουμε» ή «η βεβαιωμένη προσδοκία πραγμάτων για τα οποία ελπίζει κανείς, η φανερή απόδειξη πραγματικοτήτων τις οποίες, όμως, δεν βλέπουμε» (Εβρ. ΙΑ 1).
Τούτο απλά «πίστη σημαίνει πεποίθηση χωρίς αποδεικτικά στοιχεία ή το να προσποιείσαι ότι γνωρίζεις πράγματα που δεν γνωρίζεις». Αυτό έχει ως αποτέλεσμα πως δεν μπορείς να βγάλεις, μέσω της λογικής, από το μυαλό κάποιου πιστού κάτι στο οποίο δεν έφθασε μέσω της λογικής, και γι’ αυτό ο πιστός συνήθως κυριαρχείται από τη μισαλλοδοξία.
Στα πρώτα χρόνια του Χριστιανισμού εμφανίσθηκαν πολλές «αιρέσεις». Εκείνες, όμως, που συγκλόνισαν τα θεμέλιά του ήταν του Αρείου (256 – 336, Αρειανισμός) και του Νεστορίου (386 – 451, Νεστοριανισμός) και οι οποίοι είχαν τραγικό τέλος, θύματα της μισαλλοδοξίας, από την οποία διακατέχονται, κατά τον Schopenhauer (1788 – 1860), οι μονοθεϊστικές θρησκείες.
Οι αιρέσεις αυτές καταδικάσθηκαν, του μεν Αρείου από την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο το 325 στη Νίκαια της Βιθυνίας, επί Αυτοκράτορα Κωνσταντίνου (272 - 337), του δε Νεστορίου από την Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο το 431 στην Έφεσο, επί Αυτοκράτορα Θεοδοσίου Β΄ (401 - 450).
Ο Άρειος υποστήριζε ότι ο Χριστός είναι «αλλότριος και ανόμοιος κατά πάντα της του πατρός ουσίας» και ότι «δεν υπήρχε Υιός πριν δημιουργηθεί». Η Σύνοδος καθιέρωσε τα επτά άρθρα του Συμβόλου της Πίστεως και με αυτά διακηρύσσεται η θεότητα του Ιησού με τη φράση «…γεννηθέντα ου ποιηθέντα ομοούσιον τω Πατρί…», ενώ ο Νεστόριος αρνούνταν τον όρο «Θεοτόκος» για τη μητέρα του Ιησού, θεωρώντας πως «υπό ανθρώπου Θεόν τεχθήναι αδύνατον».
Οι επίσκοποι (οπαδοί του Αρείου), μεταξύ των οποίων και οι Ευσέβιος Νικομηδείας (3ος αιώνας – 341) και Ευσέβιος (μαθητές του Παμφίλου) Καισαρείας της Παλαιστίνης (265 – 340), αρνήθηκαν να υπογράψουν την ομολογία πίστης κατά του Αρείου. Τελικά, κατόπιν αφόρητης πίεσης του Κωνσταντίνου, αναγκάσθηκαν να την υπογράψουν. Λίγο αργότερα, όμως, ο Ευσέβιος Νικομηδείας και μερικοί άλλοι επίσκοποι απέστειλαν επιστολή στον Κωνσταντίνο, όπου ομολογούσαν το αμάρτημα που διέπραξαν σε βάρος του Αρείου, κατόπιν πιέσεώς του.
Το 337 πέθανε ο Κωνσταντίνος και τον διαδέχθηκε ο δευτερότοκος γιος του, από τη δεύτερη σύζυγο του Φαύστα, Κωνσταντίνος Β΄ (317 – 361), ο οποίος, ως ένθερμος οπαδός του Αρείου, ανέστειλε την εφαρμογή των αποφάσεων της Συνόδου της Νίκαιας, το δε 359 συγκάλεσε τη δίδυμη Εκκλησιαστική Σύνοδο στο Ρίμινι και το Αριμίνο της Ιταλίας, η οποία ανακήρυξε τον αρειανισμό επίσημο θρησκευτικό δόγμα της Αυτοκρατορίας, γιατί τον θεωρούσε ως το πιο αποδεκτό φιλοσοφικά και συμβατό με τον νεοπλατωνισμό χριστιανισμό δόγμα, βλέποντάς τον ως θρησκεία των μορφωμένων χριστιανών Απολογητών μας προηγούμενη γενιάς.
[Παρέκβαση: Να σημειωθεί ότι ο Χριστιανισμός αλίευσε στοιχεία από τον Νεοπλατωνισμό του Πλωτίνου, τον Παρσισμό και τον Στωικισμό].
Το 381 συγκλήθηκε από τον Αυτοκράτορα Θεοδόσιο Α΄, (346 – 395) η Β΄ Οικουμενική Σύνοδος, στην Κωνσταντινούπολη, με κύριο σκοπό την εξάλειψη του Αρειανισμού με την αναστήλωση (επαναφορά) των αποφάσεων της Συνόδου της Νίκαιας και την ολοκλήρωση «του Τριαδικού δόγματος κατά του οποίου εστρέφοντο οι ετερόδοξες ομολογίες».
Να σημειωθεί ότι: Ο εκάστοτε Αυτοκράτορας, ως πολιτικο-θρησκευτικός ηγέτης, συγκαλούσε τις Συνόδους προκειμένου να ρυθμίσει θέματα της Εκκλησίας, (δογματικά, διοικητικά) έχοντας τον πρώτο λόγο, προς τις απόψεις του οποίου συντάσσονταν οι επίσκοποι εκόντες άκοντες. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα κάποιοι εκ των επισκόπων να υπερψηφίζουν απόψεις που σε άλλη Σύνοδο είχαν καταψηφίσει και το αντίθετο!
Ο συντάκτης του «περί αιρέσεων» δοκιμίου διατείνεται για τους αιρετικούς ότι «αν ο κόσμος συμφωνεί με τις απόψεις τους έχει καλώς. Αν δεν συμφωνεί, οι αιρετικοί τις επιβάλλουν με τη βία». Τι συμβαίνει, όμως, όταν οι δογματικοί κυριαρχούν; Αυτό δεν το γράφει. Άραγε δεν γνωρίζει ο συντάκτης του κειμένου πόσα εγκλήματα διαπράχθηκαν σε βάρος των αιρετικών; Δεν γνωρίζει το τέλος της ζωής των Αρείου και Νεστορίου; Ή τι επακολούθησε της αναστήλωσης των εικόνων (843), όπου 100.000 «Παυλικιανοί», βρήκαν τραγικό θάνατο (σφάχθηκαν, παλουκώθηκαν, κρεμάσθηκαν, κάηκαν ζωντανοί, πνίγηκαν στη θάλασσα); Τι έγινε τη νύχτα της 23ης προς την 24η Αυγούστου 1572, γιορτή του Αγίου Βαρθολομαίου (Νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου) όπου οι Καθολικοί της Γαλλίας κατέσφαξαν 100.000 Καλβινιστές;
Επιμύθιο: όσοι, λοιπόν, διακηρύσσουν τέτοιες παραδοξολογίες και αποκρύπτουν ιστορικά γεγονότα που σημάδεψαν τις εποχές τους, όπως την τύχη (εξορία) που είχαν οι «ηττημένοι των Συνόδων» «μόνους τους ηλιθίους και αγεννείς και αναισθήτους και ανδράποδα και γύναια και παιδάρια πείθειν εθέλουσί τε και δύνανται»!