ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΤΗΣ ΔΕΥΤΕΡΑΣ

Δημοσίευση: 28 Αυγ 2023 17:00

Παράλληλη πορεία...

Κάτσε ρε παιδάκι ‘μ, ησύχασε λίγο, να εδώ γύρω είναι ο πατέρας σου. Κάτσε βρε, και μη

με τραβάς τα μουστάκια. Τι σου λέω κι εγώ, σάματις καταλαβαίνεις ελληνικά. Αϊ κι είσαι μικρός και δεν θα θυμάσαι αυτά που περνάς. Εγώ βλέπεις το ’43 που ήρθαν οι Γερμανοί στο νησί ήμανε οχτώ χρονώ. Οι Ιταλοί παραδόθηκαν και ήρθαν τα Ες Ες να πάρουν τον έλεγχο σε όλα τα Δωδεκάνησα. Δεν έχω ξαναδεί πιο τρομερό και πιο απάνθρωπο πράγμα από τον Γερμανό στρατιώτη. Μας πήραν τα πάντα, σοδειές, ζώα, αποθήκες, βάρκες, τα πάντα. Ανθρωποι νοικοκυραίοι να μην έχουμε να φάμε, να πεθαίνουμε από την πείνα. Ο πατέρας μου, με τα δύο αδέρφια του, κρυφά έφτιαχναν μέσα στο σπίτι μια βάρκα. Ναι, μικρέ μου, όπως τ’ ακούς: έφτιαχναν βάρκα μέσα στο σπίτι και μάλιστα στα κρυφά. Είχαν βάλει σκοπό να τη φτιάξουν, να μας πάρουν και να περάσουμε απέναντι στην Τουρκία. Εξι μεγάλοι και 7 παιδιά ήμασταν. Την έφτιαχναν και κατέστρωναν το σχέδιο, μια νύχτα χωρίς φεγγάρι θα φεύγαμε από το Εμπορειό και πρώτα ο θεός θα φτάναμε απέναντι, πού δεν είχε σημασία, όπου μας έβγαζε η θάλασσα. Και ήρθε εκείνη η μέρα, ξεπαράχωσαν τα χρυσαφικά και τις λίρες από το χωράφι, τα έραψαν στις φόδρες από τα ρούχα των γυναικών, βάλαμε μέσα στο σκοτάδι τη βάρκα στη θάλασσα, κάναμε τον σταυρό μας και οι άντρες άρχισαν να κάνουν κουπί. Δεκατρία άτομα σε μια βάρκα που με το ζόρι έπαιρνε τα μισά, και καθώς ήταν φρέσκια -ακόμη δεν είχε στεγνώσει η μπογιά- έμπαζε νερό. Εμείς τα παιδιά με κουβάδες αδειάζαμε το νερό. Στην αρχή το πήραμε για παιχνίδι, μετά ήρθαν και μούδιασαν τα χέρια μας και αγκομαχούσαμε σε κάθε άδειασμα. Ποιος ξέρει ίσως να μας άκουσαν οι Τούρκοι που με μια βάρκα μεγάλη έρχονταν κατά πάνω μας. Οι περισσότεροι νομίσαμε ότι θα μας σώσουν, αλλά ο πατέρας μου με τα αδέρφια του άλλαξαν κατεύθυνση και βάλαμε ξανά πλώρη για το νησί. Αργότερα έμαθα ότι αν δεν γυρνούσαμε θα μας βύθιζαν. Με τη θάλασσα δύο δάχτυλα κάτω από τη βάρκα ευτυχώς που είχε μπουνάτσα το βράδυ εκείνο γιατί αν φυσούσε έστω και λίγο θα πνιγόμασταν. Βγήκαμε στο νησί μούσκεμα και με τα δόντια να κροταλίζουν από το κρύο. Μετά από δύο μέρες έμαθα ότι ο πατέρας μου έδωσε τις λίρες, τις οικονομίες μιας ζωής, σε έναν Τούρκο που έκανε αυτή τη δουλειά και μας πήγε με το δικό του καράβι στο Μποντρούμ, την Αλικαρνασσό. Το ίδιο βράδυ ένα καράβι βυθίστηκε και πνίγηκαν 261 ψυχές, ο Θεός να τους αναπαύσει.
***
ΚΑΙ από κει βάλαμε προορισμό για τη χώρα σου, τη Συρία, μικρέ μου. Εκεί μας είχαν πει ότι θα μας φρόντιζαν οι Εγγλέζοι. Καμιά πενηνταριά άτομα ήμασταν που περπατούσαμε μαζί. Περπάτημα όλη μέρα και ξεκούραση το βράδυ. Φαγητό ούτε για δείγμα, ό,τι βρίσκαμε στον δρόμο. Στη διαδρομή πέθαιναν άνθρωποι από την εξάντληση και την αβιταμίνωση, αλλά ήμασταν τόσο πολύ εξαντλημένοι που δεν αντέχαμε ούτε καν να λυπηθούμε, και λίγο μέσα ίσως να χαιρόμασταν κιόλας αφού θα μεγάλωνε το μερίδιο στο φαγητό. Ακόμη κι ο παπάς που ήταν μαζί μας από την εξάντληση τους πεθαμένους δεν τους διάβαζε αμέσως, περίμενε να πεθάνουν κι άλλοι για να τους διαβάσει όλους μαζί. Για τάφους δεν το συζητάμε, τι να σκάψεις στην πέτρα, λίγα κλαριά τους ρίχναμε από πάνω και φεύγαμε άρον άρον για να μην δούμε να τρώνε τις σορούς τα άγρια θηρία. Θυμάμαι ένα απόγευμα, είχαμε σκοτώσει έναν λαγό, ανάψαμε φωτιά για να τον ψήσουμε και γελούσαμε από την ευτυχία μας που επιτέλους θα βάζαμε κάτι νόστιμο στο στόμα μας και γιατί νομίζαμε ότι τα βάσανά μας θα τελειώσουν γρήγορα. Φαίνεται πως ο καπνός ή οι μυρωδιές, ποιος ξέρει, «προσκάλεσαν» κάτι Τούρκους πάνω σε άλογα. Να μας βοηθήσουν με τα πράγματά μας και να τα κουβαλήσουν αυτοί μας είπαν στην αρχή. Εμείς ευγενικά αρνηθήκαμε αφού αμέσως καταλάβαμε τι σκοπό είχαν. Με τη δική μας άρνηση έβγαλαν τα όπλα τους και μας διέταξαν να τους δώσουμε όλα μας τα λεφτά και τα χρυσαφικά. Εμείς πάλι αρνηθήκαμε. Τους είπαμε ότι με όλες τις κακουχίες που περάσαμε δεν μας έχει απομείνει το παραμικρό. Τότε είπαν στις γυναίκες να αρχίσουν να πηδάνε στον τόπο. Διστακτικά άρχισαν αυτές, στην αρχή κουνούσαν μόνο λίγο τα γόνατα, αλλά όταν έπεσε η πρώτη σφαίρα, ξέχασαν την εξάντλησή τους και την αφαγία ημερών και άρχισαν να πηδάνε. Σαν παιδικές κουδουνίστρες ακούγονταν σε κάθε άλμα και κάθε προσγείωση. Ε δεν ήθελε και πολύ για να καταλάβουν ότι είχαν στις φόδρες τους ραμμένες λίρες και τα χρυσαφικά. Τις ξεγύμνωσαν, έσκισαν φορέματα και μεσοφόρια, πήραν λίρες και χρυσαφικά και έφυγαν και με τον λαγό μας. Ο πατέρας μου για χρόνια το έλεγε ότι δεν στεναχωρήθηκε τόσο για τα χρυσαφικά όσο για τον λαγό.
***
ΑΠΟ το Χαλέπι, μικρέ μου Ομάρ, οι Εγγλέζοι μας έστειλαν στην Αφρική! Βελγικό Κονγκό, Ρουάντα-Ουρούντι, Τανγκανίκα, Αιθιοπία και Νότια Αφρική ήταν οι προορισμοί και μας έκατσε ο κλήρος εμάς να πάμε στην Αιθιοπία. Αντικρίζαμε ζώα και θηρία που πρώτη φορά βλέπαμε στη ζωή μας, αλλά πιο πολύ μας έκαναν εντύπωση οι άνθρωποι: μαύροι σαν τη νύχτα, αλλά με μια καρδιά ολοφώτεινη και φιλόξενη. Ανθρωποι που έκοβαν στα δύο το ψωμί τους για να το μοιραστούν με ανθρώπους παράταιρους και άγνωστους που έβλεπαν για πρώτη φορά κι ίσως δεν ξαναέβλεπαν ποτέ. Κι εκεί οι Εγγλέζοι μας φρόντισαν και μας έβαλαν σε σπίτια. Οσοι ήθελαν και μπορούσαν να δουλέψουν τους έβρισκαν και δουλειές, οι άλλοι έτρωγαν από τα συσσίτια. Μερικοί μετά την παράδοση των Γερμανών, έμειναν εκεί, έκαναν οικογένεια, και δεν επέστρεψαν ποτέ πίσω.
Εμείς γυρίσαμε στο νησί που σας έβγαλε κι εσάς ο δρόμος. Τι σημασία έχει γιατί πήρατε τον δρόμο της προσφυγιάς... Τι σημασία έχει ποια είναι η δική σας ιστορία. Για καλό πάντως δεν φύγατε από την πατρίδα σας. Ποιος φεύγει από τον τόπο του με τη θέλησή του. Και είναι αφόρητος ο πόνος να αφήνεις την πατρίδα σου, πόνος κοινός για όλους. Πόνος που δεν έχει χρώμα, ούτε θεό μήτε γλώσσα.
Κοιμήθηκες παιδί μ’, εμ τι να κάνεις αν ακούς έναν παππού να μπαμπαλίζει σε μια γλώσσα που δεν καταλαβαίνεις. Αϊ κοιμήσου, κι όταν ξυπνήσεις θα πούμε τον πατέρα σου να μας φέρει ένα πεπόνι από το μποστάνι εσύ να γλυκαθείς κι εγώ να ξεχάσω.Θανάσης Αραμπατζής
tharampa@gmail.com

 

 

Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « Προηγούμενο Επόμενο »

Συνδρομητική Υπηρεσία

διαβάστε την ελευθερία online

Ηλεκτρονικό Αρχείο Εφημερίδας


Σύνδεση Εγγραφή

Πρωτοσέλιδο εφημερίδας

Δείτε όλα τα πρωτοσέλιδα της εφημερίδας

Ψιθυριστά

Ο καιρός στη Λάρισα

Διαφημίσεις

Η "Ελευθερία", ήταν από τις πρώτες εφημερίδες που σηματοδότησε την παρουσία της στο Internet, μ' ένα ολοκληρωμένο site.

Facebook Twitter Youtube

 

Θεσσαλικές Επιλογές

 sel ejofyllo karfitsa 1

Γενικές Πληροφορίες

Η Εφημερίδα

Ταυτότητα

Όροι Χρήσης

Προσωπικά Δεδομένα

Επικοινωνία

 

Η σελίδα είναι πλήρως συμμορφωμένη με τη σύσταση (ΕΕ) 2018/334 της επιτροπής της 1ης Μαρτίου 2018 , σχετικά με τα μέτρα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο (L63).

 

Visa Mastercard  Maestro  MasterPass