Πάγιος στόχος μας ως ΕΘΕΜ είναι να καταστήσουμε το υδατικό ζήτημα πρώτη προτεραιότητα της ελληνικής Κυβέρνησης, κάτι που απαιτεί συνειδητοποίηση των πολλών και ανάληψη ενεργούς δράσης πολιτών και θεσμικών φορέων.
Σε μία χώρα που το πολιτικό σύστημα, κόμματα και πολίτες, έχουν γαλουχηθεί να λειτουργούν στο στενό χρονικά περιθώριο του εκλογικού κύκλου, τα υδατικά ζητήματα που απαιτούν μακροχρόνιο σχεδιασμό και στόχευση δεν είχαν μέχρι στιγμής την τύχη να επιλυθούν. Πολιτεία και χρήστες κάνουν τα «στραβά μάτια» με αποτέλεσμα σήμερα να καταγράφεται το ιλιγγιώδες έλλειμμα στα μη ανανεώσιμα αποθέματα του κάμπου σε μεγέθη άνω των τριών δισεκατομμυρίων κυβικών μέτρων νερού.
Το Υπουργείο Περιβάλλοντος της Γαλλίας το 2019 ζήτησε μία τεχνική μελέτη κατά πόσον είναι εφικτός ο στόχος το έτος 2050 το 100% της ενέργειας που καταναλώνεται να προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές. Πρόκειται για το βασικό σενάριο που διακινούν οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ ενόψει της κλιματικής αλλαγής για την Ευρώπη του 2050. Τα συμπεράσματα της μελέτης ήταν ότι απαιτείται ένα θαύμα για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός, κάτι που έχει επαναφέρει δειλά στη συζήτηση την εναλλακτική της πυρηνικής ενέργειας ως ενδιάμεση τουλάχιστον λύση. Παράλληλα καμία προσπάθεια δεν γίνεται στο σκέλος της κτηνοτροφίας που αποτελεί μακράν την πρώτη αιτία εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.
Οι παραδοχές αυτές μας οδηγούν μαθηματικά στο συμπέρασμα ότι οφείλουμε να προετοιμαζόμαστε για τα χειρότερα σενάρια ως προς την εξέλιξη της κλιματικής αλλαγής με την αύξηση της μέσης θερμοκρασίας και τις επακόλουθες περιβαλλοντολογικές συνέπειες: ακραία καιρικά φαινόμενα, λειψυδρίες, κ.ο.κ.
Με αυτά τα δεδομένα η επίλυση του υδατικού προβλήματος για τη χώρα εν γένει και δη για τη Θεσσαλία ειδικότερα, που ήδη βρίσκεται σε οριακό σημείο, αποκτά επιτακτικό χαρακτήρα και συνιστά την απόλυτη πρώτη προτεραιότητα.
Εντούτοις το ενδιαφέρον και στη χώρα μας, που δεν αποτελεί εξαίρεση, έχει αποκλειστικά επικεντρωθεί στην ενεργειακή μετάβαση και στις επενδύσεις στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Ένας κύριος λόγος είναι προφανώς το γεγονός ότι η ενεργειακή μετάβαση διεγείρει το επιχειρηματικό ενδιαφέρον, διότι γεννά επενδύσεις, ανάπτυξη, κέρδος. Για το νερό δεν ισχύει προς ώρας το ίδιο και συνεχίζουμε να κάνουμε τα «στραβά μάτια» μεταθέτοντας στο μέλλον την ανάληψη δράσης, τη στιγμή όμως που το πρόβλημα αθόρυβα διογκώνεται και σαν καρκίνος αργά, αλλά σταθερά, ροκανίζει τη βιωσιμότητα της οικονομίας και της κοινωνίας και όσο η κλιματική αλλαγή θα επιδεινώνεται τα πλήγματα θα είναι κάθε φορά και πιο καταστροφικά (π.χ. ο πρόσφατος «Ιανός»).
Μέσα σε όλα αυτά, το ελπιδοφόρο είναι ότι υπάρχουν άνθρωποι που αγωνιούν και η γνώση για το δέον γενέσθαι και η ανακοίνωση της Επιτροπής περιγράφει εναργώς τους βασικούς άξονες δράσης.
Το ζητούμενο παραμένει η αποφασιστική βούληση για την υλοποίηση και εφαρμογή τους.
Ως ΕΘΕΜ, ως οφείλαμε, με την επιστημονική μας ομάδα έχουμε ήδη υποβάλλει υπομνήματα και πραγματοποιήσει συναντήσεις και ενημερώσεις με τους αρμόδιους υπουργούς και γραμματείς του επιτελικού κράτους και της νυν Κυβέρνησης.
Εκτίμησή μας είναι ότι ενόψει και του προγράμματος «Ελλάδα 2.0» το αίτημα το υδατικό ζήτημα να γίνει πρώτη κυβερνητική προτεραιότητα πρέπει να γίνει καθολικό.
Η συγκρότηση της Επιτροπής Πολιτών αποτελεί την εκκίνηση ώστε να γίνει αυτό πράξη και για αυτό ως ΕΘΕΜ στηρίζουμε και καλούμε ως επιστημονικός φορέας τους φορείς (αυτοδιοίκηση, επιμελητήρια, πανεπιστήμια, κ.ο.κ.) να πράξουμε το ίδιο, να συμπράξουμε με στόχο το υδατικό να γίνει πρώτη κυβερνητική προτεραιότητα.
Από τον Γιάννη Καλλέ, δικηγόρο, πρόεδρο της Εταιρείας Θεσσαλικών Μελετών (ΕΘΕΜ)