Είναι βέβαια πολύ καλύτερες από τη συνέχιση της κυριαρχίας του ευρύτερου δημόσιου τομέα της οικονομίας αλλά αυτό πλέον δεν αρκεί. Οι ιδιωτικοποιήσεις πρέπει να γίνονται με έναν τρόπο που θα εξασφαλίζει μεγάλα οφέλη στο δημόσιο ταμείο, τους καταναλωτές, τις επενδύσεις και την απασχόληση.
Βασικά λάθη
Παράδειγμα επιτυχημένης ιδιωτικοποίησης θεωρήθηκαν κατά το παρελθόν οι ιδιωτικοποιήσεις των κρατικών τραπεζών. Συνοδεύτηκαν από τη μεταφορά τεράστιων ασφαλιστικών βαρών στο συνταξιοδοτικό σύστημα και στον κρατικό προϋπολογισμό αλλά η καλή πορεία της οικονομίας και του Χρηματιστηρίου εξασφάλισε την επιτυχία για ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα.
Στη συνέχεια όμως, οι συστημικές τράπεζες έπεσαν θύματα της χρεοκοπίας του ελληνικού Δημοσίου και των δυσλειτουργιών που προκάλεσε στον τραπεζικό τομέα και γενικότερα. Χάθηκαν τα οικονομικά οφέλη από την ιδιωτικοποίηση των τραπεζών, ενώ το αποτυχημένο πείραμα Τσίπρα-Βαρουφάκη περίπου εκμηδένισε την αξία των 40 δισ. ευρώ δημόσιου χρήματος που επενδύθηκαν στις δύο πρώτες ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών.
Με αρνητικό τρόπο εξελίχτηκε και η ιδιωτικοποίηση των εθνικών οδών με τη μέθοδο ΣΔΙΤ (Σύμπραξη Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα). Για να περιοριστεί η επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού από την κατασκευή των εθνικών οδών παραχωρήθηκε η εκμετάλλευσή τους σε μεγάλους κατασκευαστικούς ομίλους για περισσότερα από 30 χρόνια, με αντάλλαγμα τη χρηματοδότηση της κατασκευής τους.
Τα λάθη και οι παραλείψεις διαδοχικών κυβερνήσεων οδήγησαν σε μία κωμικοτραγική κατάσταση. Όσοι έκαναν χρήση των εθνικών οδών πλήρωναν διόδια πολλά χρόνια πριν την κατασκευή τους χωρίς μάλιστα να υπάρχουν εναλλακτικές διαδρομές, όπως επιβάλλει η διεθνής πρακτική. Στο τέλος οι λεγόμενοι παραχωρησιούχοι περιόρισαν στο ελάχιστο τη συμβολή τους στη χρηματοδότηση της κατασκευής των εθνικών οδών και κάλυψαν, με κυβερνητικές υπογραφές, τη διαφορά από τα κονδύλια του ΕΣΠΑ και τον κρατικό προϋπολογισμό. Έτσι, φτάσαμε σε ιδιωτικές εθνικές οδούς η κατασκευή των οποίων χρηματοδοτήθηκε με δημόσιο, ευρωπαϊκό και ελληνικό, χρήμα. Πρόκειται για μία ακόμη ελληνική πρωτοτυπία που αναδεικνύει το χαμηλό επίπεδο των ιδιωτικοποιήσεων και ό,τι αφορά την προστασία του δημόσιου συμφέροντος και τη βελτίωση της προοπτικής της ελληνικής οικονομίας.
Προβληματική μετοχοποίηση
Η περίπτωση της ΔΕΗ επιβαρύνεται εξαιτίας της αποτυχίας των περισσότερων ιδιωτικοποιήσεων στην Ελλάδα αλλά και του προβληματικού χαρακτήρα της μετοχοποίησης της ΔΕΗ που εφαρμόστηκε σταδιακά από το 1999.
Η μετοχοποίηση της ΔΕΗ συνοδεύτηκε από την πολιτική απόφαση της τότε κυβέρνησης να μεταφέρει τα ασφαλιστικά, συνταξιοδοτικά βάρη της ΔΕΗ στον κρατικό προϋπολογισμό και στους φορολογούμενους πολίτες. Το τελικό αποτέλεσμα είναι να δαπανήσει το Δημόσιο πολλαπλάσια δισεκατομμύρια για τις συντάξεις των εργαζομένων στη ΔΕΗ απ’ όσα εισέπραξε μέσω των αλλεπάλληλων μετοχοποιήσεων.
Θεωρώ αναγκαία την ιδιωτικοποίηση σημαντικού τμήματος της ΔΕΗ για λόγους που έχουν σχέση με την εφαρμογή του προγράμματος-μνημονίου, την σωτηρία της εξαιρετικά προβληματικής δημόσιας επιχείρησης και την αύξηση των επενδύσεων και της απασχόλησης στον ενεργειακό τομέα.
Οι κυβερνητικοί αρμόδιοι όμως που κινούν τα νήματα θα πρέπει να είναι απόλυτα συγκεκριμένοι και να μας εξηγήσουν τι ακριβώς πάνε να κάνουν, ποιο θα είναι το όφελος για το δημόσιο ταμείο, ποιο θα είναι το οικονομικό όφελος για την υπερχρεωμένη ΔΕΗ, πώς ακριβώς θα κατανεμηθούν οι 18.000 εργαζόμενοι σε αυτήν με βάση της ιδιωτικοποίηση της λεγόμενης μικρής ΔΕΗ. Ακόμα, τι επενδύσεις θα γίνουν στον ενεργειακό τομέα από τους πρωταγωνιστές της ιδιωτικοποίησης και τι θα ισχύσει σε ό,τι αφορά το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας για τους καταναλωτές, τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις.
Εάν δεν εξηγηθούν όλα τα παραπάνω θα έχουμε μία ακόμη προβληματική ιδιωτικοποίηση ελληνικού τύπου.
Από τον Γιώργο Κύρτσο
* Ο Γιώργος Κύρτσος είναι ευρωβουλευτής της Ν.Δ.