Στην επιστολή τους οι τρεις καθηγητές υποστηρίζουν ότι στο ΠΓΝ Λάρισας «δεν λειτούργησαν ποτέ καθημερινά όλες οι αίθουσες χειρουργείου από την κατασκευή του μέχρι σήμερα» και επικρίνουν την πολιτεία γιατί δεν μεριμνά για τη στελέχωση των χειρουργείων με προσωπικό, τον εκσυγχρονισμό τους και την επέκταση του χειρουργικού χρόνου, έτσι ώστε να μειωθούν οι αναμονές, οι καθυστερήσεις και οι συνακόλουθες επιβαρύνσεις στην υγεία των ασθενών.
Αναλυτικά στην ανοιχτή επιστολή τους οι τρεις καθηγητές αναφέρουν:
«Η “λίστα αναμονής” ασθενών προς χειρουργείο έχει αναδειχθεί σε πρόβλημα συστηματικής και παρατεταμένης προστριβής μεταξύ των κλινικών Ορθοπαιδικής, Νευροχειρουργικής, Χειρουργικής και άλλων κλινικών και της Διοίκησης του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Λάρισας, όπως και της Διοίκησης της 5ης Υγειονομικής Περιφέρειας. Οι γιατροί της Ορθοπαιδικής Κλινικής ΠΓΝΛ, από την αρχική εφαρμογή της, έχουν στείλει κατ’ επανάληψη επιστολές (53550/8-11-2017, 6175/6-2-2018, 9738/27-2-2018) -και έχουν κατ’ επανάληψη τοποθετηθεί προφορικά - στις οποίες εκφράζουμε τις απόψεις μας σε σχέση με την αδυναμία εφαρμογής του μέτρου στις σημερινές συνθήκες δραματικής έλλειψης χειρουργικού χρόνου. Η Διοίκηση του Νοσοκομείου συνεχίζει να τις αγνοεί, δεν αναλαμβάνει τις ανάλογες ευθύνες και υποχρεώσεις, και αντ’ αυτών προκαλεί δημόσια, υποκινώντας σε δημόσιες καταγγελίες τούς εύλογα διαμαρτυρόμενους για τις καθυστερήσεις ασθενείς (!).
Είναι απαραίτητο οι ασθενείς να γνωρίσουν ότι στις σημερινές συνθήκες λειτουργίας του ΠΓΝ Λάρισας η εφαρμογή του μέτρου είναι ανέφικτη.
Η καθυστέρηση διεκπεραίωσης προγραμματισμένων χειρουργείων προκύπτει από την περιορισμένη διαθεσιμότητα αιθουσών και προσωπικού χειρουργείων, τις περικοπές του προϋπολογισμού, την αύξηση και διεύρυνση των ενδείξεων χειρουργικής θεραπείας, την αύξηση της ζήτησης υπηρεσιών στο ΠΓΝ Λάρισας, λόγω του περιορισμού της απόδοσης μικρότερων μονάδων της 5ης Υγειονομικής Περιφέρειας και παράλληλα της αυξημένης προσέλευσης που προκαλεί η εμβέλεια του υψηλής απόδοσης ιατρικού έργου, που αποδίδεται στο νοσοκομείο μας. Δυστυχώς, οι κανονισμοί εφαρμογής της “λίστας” που επιβάλλει το Υπουργείο Υγείας υπονοούν ως υπεύθυνο παράγοντα ύπαρξης “λίστας” την ιατρική ιδιοτέλεια, αγνοώντας τις υπόλοιπες παραμέτρους. Η τελευταία δε εγκύκλιος του γεν. γραμματέα του Υπ. Υγείας παραβιάζει ωμά τον Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας, που έχει ισχύ νόμου, αποκόπτοντας την ευθύνη διαχείρισης του ασθενούς από τον θεράποντα ιατρό, από τη στιγμή της εγγραφής του ασθενούς στη “λίστα”, ενώ οι Διοικητικοί Μηχανισμοί των Νοσοκομείων και των Υγειονομικών Περιφερειών αποποιούνται κάθε ευθύνη, η οποία επιρρίπτεται εξ ολοκλήρου στους θεράποντες χειρουργούς.
Ενδεικτικά της σοβαρότητας του προβλήματος είναι τα στοιχεία από τη “λίστα αναμονής” της Ορθοπαιδικής κλινικής για το δεύτερο εξάμηνο του 2018 (πηγή: γραφείο καταγραφής ασθενών προς χειρουργείο και βιβλίο καταγραφής χειρουργείων της κλινικής).
ΟΡΘΟΠΑΙΔΙΚΗ ΚΛΙΝΙΚΗ ΠΓΝΛ | ΕΓΓΡΑΦΕΣ ΛΙΣΤΑΣ 2ου 6μηνου 2018 | ΧΕΙΡΟΥΡΓΕΙΑ | ΠΟΣΟΣΤΟ |
Σύνολο | 943 | 406 | 43.1% |
Συμπεραίνεται, λοιπόν, ότι μόνο το 43% των ασθενών που καταγράφονται στη λίστα εξυπηρετείται, λόγω μη διαθέσιμου χειρουργικού χρόνου και αυξημένης προσέλευσης ασθενών με χρόνια προβλήματα μυοσκελετικού συστήματος στο μοναδικό τριτοβάθμιο Νοσοκομείο της Περιφέρειας. Ο χρόνος αναμονής κατά κανόνα υπερβαίνει τους 6 μήνες και για μερικές περιπτώσεις τους 12 μήνες, με τάση αύξησης (ήδη πολύ περισσότερος από τον προβλεπόμενο στα έντυπα του Υπουργείου). Το γεγονός ότι περισσότεροι ασθενείς εντάσσονται στη λίστα από όσους χειρουργούνται είναι ο θεμελιώδης παράγοντας που δημιουργεί προστριβές, τις οποίες η διοίκηση του Νοσοκομείου όχι μόνο αγνοεί επιδεικτικά, παρά τις αναφορές μας, αλλά και προσπαθεί να τις κατευθύνει εναντίον των γιατρών, όπως διαβάσαμε όλοι στο πρόσφατο (22.2.2019) δημοσίευμα της εφημερίδας “ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ”. Η απλή συλλογή των δελτίων καταγραφής των ασθενών στη “λίστα” από μία υπάλληλο δεν αποτελεί μέτρο εφαρμογής αλλά μέτρο εμπαιγμού και πρόφαση ότι δήθεν εφαρμόζει τη “λίστα”.
Το ουτοπικό του χαρακτήρα της λίστας χειρουργείου αντικατοπτρίζεται ευκρινώς στα ιδιαίτερα στοιχεία της Νευροχειρουργικής Κλινικής. Πιο συγκεκριμένα, για το τελευταίο τετράμηνο το ποσοστό των επειγόντων και των έκτακτων περιστατικών κυμάνθηκε από 50 έως 81% του συνολικού χειρουργικού χρόνου της Νευροχειρουργικής Κλινικής. Αυτό σημαίνει, σε απλά Ελληνικά, ότι κατά μέσο όρο το 64.75% των χειρουργικών περιστατικών κάθε μήνα αφορά σε όγκους του εγκεφάλου, ανευρύσματα, υδροκεφαλία και τραύμα.
Και ερωτάται ο κάθε νοήμων άνθρωπος, θα εφαρμόσουμε τη λίστα χειρουργείου και θα αδιαφορήσουμε για τα επείγοντα και έκτακτα περιστατικά, που πλημμυρίζουν το έτσι κι αλλιώς κουτσουρεμένο τακτικό πρόγραμμα των χειρουργείων μας; Θα θέσουμε σε κίνδυνο τη ζωή και τη σωματική ακεραιότητα των συνανθρώπων μας για να ικανοποιήσουμε τις ανεφάρμοστες γραφειοκρατικές εμμονές των εμπνευστών της λίστας αναμονής και των τοποτηρητών τους, οι οποίοι δεν μπορούν να αναλάβουν την ηθική και νομική ευθύνη μιας τέτοιας απόφασης, καθώς δεν έχουν τις κατάλληλες γνώσεις;
Ας κάνουν όλοι αυτοί λοιπόν τη δουλειά για την οποία πληρώνονται -και μάλιστα αδρά- και να αφήσουν τα λαϊκίστικα τεχνάσματά τους. Ας φροντίσουν να ανοίξουν όλες τις χειρουργικές αίθουσες του ΠΓΝ Λάρισας και όχι το 1/3 αυτών που λειτουργεί τώρα. Ας φροντίσουν να έλθουν αναισθησιολόγοι και νοσηλευτές χειρουργείου στο χρονίως υποστελεχωμένο ΠΓΝ Λάρισας. Και τότε δεν θα χρειάζεται λίστα χειρουργείου, αφού θα μπορούμε επιτέλους να αντιμετωπίζουμε τους ασθενείς έγκαιρα.
Ας κάνουν επιτέλους τη δουλειά τους και εμείς εξακολουθούμε να κάνουμε τη δική μας με υπευθυνότητα και ευσυνειδησία, όπως τόσα χρόνια από το 1999, αγόγγυστα και με εξαιρετικά αποτελέσματα. Και αυτό είναι μετρήσιμο και αποδεικνύεται. Είναι αυτό που οδηγεί εκατοντάδες συνανθρώπους μας από διάφορα μέρη της Ελληνικής Επικράτειας στο ΠΓΝ Λάρισας. Εκτός και αν η αυτάρεσκη διοίκηση του ΠΓΝ Λάρισας πιστεύει ότι οι ασθενείς έρχονται στη Λάρισα για την "εξαιρετική" διοικητική μέριμνα που παρέχει με κλειστές τις περισσότερες από μισές σχεδόν αίθουσες χειρουργείου.
Παρόμοια είναι η κατάσταση και στη Χειρουργική κλινική, όπου περίπου το 70% του χειρουργικού χρόνου καταλαμβάνεται από τα χειρουργεία ογκολογικών ασθενών, τα οποία τις περισσότερες φορές δεν αποτελούν “τακτικά" περιστατικά. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα ασθενείς με χρόνιες καλοήθεις καταστάσεις (χολολιθίαση, κήλη, θυρεοειδοπάθεια, νοσογόνο παχυσαρκία κ.λπ.) να μην μπορούν να εξυπηρετηθούν σε ένα εύλογο χρονικό διάστημα, δημιουργώντας έτσι μία ομάδα ασθενών για τους οποίους η αναμονή συνεχώς μακραίνει. Η λύση είναι απλούστατη και "φωνάζει": αύξηση του χειρουργικού χρόνου. Τότε μόνο θα ομαλοποιηθεί η διαχείριση της “λίστας” και η εξυπηρέτηση των ασθενών.
Είναι αυτονόητο λοιπόν ότι η “λίστα” κατά κανόνα παρακάμπτεται υποχρεωτικά και απρόβλεπτα, δίνοντας προτεραιότητα στους ασθενείς με ογκολογικά προβλήματα, λοιμώξεις, επιπλοκές προηγηθεισών θεραπειών, καθώς και για τα παιδιά που απευθύνονται στο Νοσοκομείο μας, λόγω του τριτοβάθμιου χαρακτήρα του. Ασθενείς με τέτοια προβλήματα, κατηγορίας 1 και 2 στη λίστα, προηγούνται και καταλαμβάνουν θέση στις λιγοστές διαθέσιμες αίθουσες προγραμματισμένων χειρουργείων, οπότε και αναβάλλονται οι ήδη εγγεγραμμένοι ασθενείς, επεκτείνοντας έτσι τον χρόνο αναμονής.
Άλλοτε πάλι, όταν ο θεράπων ιατρός καλεί τον υποψήφιο ασθενή προς χειρουργείο, είτε δεν τον βρίσκει είτε ο ασθενής ζητά αναβολή της χειρουργικής επέμβασης για εντελώς προσωπικούς λόγους, με αποτέλεσμα να αλλάζει η σειρά κλήσης των ασθενών.
Οφείλουν επίσης να γνωρίζουν, τόσο οι Πολίτες όσο και οι Αρχές του τόπου, ότι στο ΠΓΝ Λάρισας ΔΕΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΗΣΑΝ ΠΟΤΕ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΑ ΟΛΕΣ ΟΙ ΑΙΘΟΥΣΕΣ ΧΕΙΡΟΥΡΓΕΙΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΤΟΥ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ.
Μπορεί κανείς να διανοηθεί ότι σε έναν ασθενή που διαγιγνώσκεται με Παθολογική νόσο θα του στερήσει ή και θα καθυστερήσει την ενδεδειγμένη θεραπεία και τα φάρμακα; ΟΧΙ φυσικά !
ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ισχύει όμως το ίδιο όταν πρόκειται για τη Χειρουργική θεραπεία των (..μη επειγόντων μεν αλλά..) συνεχώς επιδεινούμενων χειρουργικών παθήσεων; Για τον απλούστατο λόγο ότι η πολιτεία, διαχρονικά έως σήμερα θεωρεί τη Χειρουργική “ΠΑΡΑΠΑΙΔΙ” του δημόσιου συστήματος υγείας και δεν μεριμνά αντίστοιχα για τη στελέχωση των χειρουργείων με προσωπικό, τον εκσυγχρονισμό τους και την επέκταση του χειρουργικού χρόνου, έτσι ώστε να μειωθούν οι αναμονές, οι καθυστερήσεις και οι συνακόλουθες επιβαρύνσεις στην υγεία των ασθενών».