Κατά δεύτερον, οι επιστήμονες μόλις βρήκαν για πρώτη φορά μια εξήγηση στον εγκέφαλο γι' αυτή την περίεργη ανθρώπινη αντίδραση, που αποκαλείται μισοφωνία. Πιστεύουν ότι ανακάλυψαν πλέον τη νευροβιολογική βάση της.
Βρετανοί επιστήμονες συμπέραναν ότι η μισοφωνία είναι μια πραγματική εγκεφαλική διαταραχή και όχι μια φανταστική ή μόνο ψυχική αντίδραση. Σε συγκεκριμένους ανθρώπους ορισμένοι ήχοι «πυροδοτούν» συγκεκριμένες αλλαγές στην εγκεφαλική δραστηριότητα, οι οποίες συνδυάζονται με επιτάχυνση των χτύπων της καρδιάς, ακόμη και με έκκριση ιδρώτα.
Οι ερευνητές των πανεπιστημίων University College Λονδίνου και Νιούκαστλ, με επικεφαλής τον καθηγητή γνωστικής νευρολογίας Τιμ Γκρίφιθς, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό βιολογίας "Current Biology", σύμφωνα με το BBC και τη βρετανική «Τέλεγκραφ», μελέτησαν τους εγκεφάλους 20 μισοφωνικών ανθρώπων και -για λόγους σύγκρισης- 22 άλλων χωρίς μισοφωνία.
Διαπιστώθηκε ότι στα άτομα με μισοφωνία μια περιοχή του εγκεφάλου που περιλαμβάνει τον μηχανισμό ελέγχου των συναισθημάτων, εμφανίζει υπερδραστηριότητα στο άκουσμα ορισμένων ήχων. Η περιοχή αυτή εμφανίζει διαφορετικές νευρωνικές συνδέσεις με άλλα μέρη του εγκεφάλου στους ανθρώπους με μισοφωνία, σε σχέση με τους υπόλοιπους ανθρώπους.
«Για πολλούς ανθρώπους με μισοφωνία αυτό θα είναι ευπρόσδεκτο νέο, καθώς για πρώτη φορά βρήκαμε μια διαφορά στη δομή και λειτουργία του εγκεφάλου τους. Η μελέτη μας δείχνει ότι υπάρχουν σημαντικές εγκεφαλικές μεταβολές, που θα πρέπει να πείσουν τους σκεπτικιστές στην ιατρική κοινότητα ότι πρόκειται για μια πραγματική διαταραχή», δήλωσε ο δρ Σουκμπιντέρ Κουμάρ του Ινστιτούτου Νευροεπιστήμης του Νιούκαστλ. Όπως είπε, το πιο δυνατό αίσθημα των μισοφωνικών είναι ο θυμός και όχι η αηδία.
«Εγώ ο ίδιος ανήκα στους σκεπτικιστές, εωσότου είδα τους ασθενείς στην κλινική και κατάλαβα πόσο εντυπωσιακά όμοια είναι τα χαρακτηριστικά του εγκεφάλου τους» δήλωσε ο Γκρίφιθς.
Η μισοφωνία μπορεί να εμφανισθεί σε μικρά παιδιά, σε σημείο που να ενοχλούνται τόσο πολύ από τους ήχους που κάνουν οι άλλοι όταν τρώνε, ώστε μπορούν να φάνε μόνο όταν είναι μόνα τους.
«Το μόνο που μπορώ να περιγράψω, είναι ότι ήθελα να χτυπήσω τους ανθρώπους στο πρόσωπο, όταν άκουγα το θόρυβο που έκαναν τρώγοντας» δήλωσε χαρακτηριστικά η 29χρονη Ολάνα Τάνσλεϊ-Χάνκοκ, που είχε έντονη μισοφωνία από την ηλικία των οκτώ ετών και έπρεπε να τρώει στη μοναξιά της κρεβατοκάμαράς της.
Μέχρι στιγμής δεν υπάρχει κάποια θεραπεία για τη μισοφωνία, ενώ δεν είναι ξεκάθαρο πόσο συχνή είναι στον πληθυσμό, καθώς δεν υπάρχει κάποιος σαφής τρόπος για να διαγνωσθεί. Πάντως η ανακάλυψη του «αποτυπώματός» της στον εγκέφαλο, ελπίζεται ότι μπορεί μελλοντικά να οδηγήσει σε κάποια θεραπεία.