* Κύριε Χαλκιά, «Βόυτσεκ» του Μπύχνερ λοιπόν. Μιλήστε μας για το έργο που ανεβάζει το Θεσσαλικό Θέατρο αυτό το καλοκαίρι και σκηνοθετείτε...
- Ο «Βόυτσεκ» είναι ένα έργο γραμμένο το 1836 όταν ο συγγραφέας του ήταν μόλις 23 ετών. Είναι το πρώτο έργο στην παγκόσμια δραματουργία που τοποθετεί στο κέντρο του έναν φτωχό, εξαθλιωμένο και καταπιεσμένο άνθρωπο των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων. Θεωρείται πρωτοπόρο γιατί είναι προάγγελος του νατουραλισμού, ενώ εκτιμήθηκε ιδιαίτερα από τους εξπρεσιονιστές και τους σουρεαλιστές στις αρχές του 20ού αιώνα. Ο στρατιώτης Βόυτσεκ ήταν ένα υπαρκτό πρόσωπο που δολοφόνησε τη γυναίκα του και τιμωρήθηκε με απαγχονισμό. Με αφορμή αυτό, καθώς και άλλα περιστατικά ο Μπύχνερ δημιουργεί έναν χαρακτήρα που εξαιτίας της καταπίεσης που υφίσταται, αλλά και της ιδιαίτερης ψυχοπαθολογίας του οδηγείται στο έγκλημα. Το διεισδυτικό και λαμπερό πνεύμα του συγγραφέα ερευνά τις αιτίες του εγκλήματος και τις ευθύνες διαφόρων εξουσιαστικών δομών, όπως και ολόκληρου του κοινωνικού συνόλου. Πρέπει να αναφέρουμε πως ο Βόυτσεκ είναι ένα κείμενο που έχει συγκινήσει κατά καιρούς πολλούς καλλιτέχνες και δεν λείπει από το ρεπερτόριο των μεγάλων θεάτρων σε ολόκληρο τον κόσμο. Έχει επίσης μεταφερθεί σε μορφή όπερας, κινηματογραφικών ταινιών, θεάτρου με κούκλες, μιούζικαλ και έχει οδηγηθεί σε αναρίθμητες διασκευές και σκηνικές αναγνώσεις.
ΔΩΡΟ ΚΑΙ ΔΥΣΚΟΛΙΑ ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ
*Δώρο ή δυσκολία για τον σκηνοθέτη η ημιτελής μορφή του «Βόυτσεκ»; Πώς προσεγγίσατε εσείς το κείμενο; Ποια ήταν η δική σας ανάγνωση;
-Είναι δώρο και δυσκολία ταυτόχρονα. Δώρο, γιατί δίνει την ελευθερία να εκφράσει κανείς πιο εύκολα τις δικές του ανησυχίες. Τα κενά που αφήνει, αλλά και η μοντέρνα γραφή που στηρίζεται στην αφήγηση μέσω μικρών εικόνων-επεισοδίων δίνουν την ευκαιρία στους καλλιτέχνες να τα συμπληρώσουν και να τα πλαισιώσουν με δικό τους υλικό. Αλλά περισσότερο είναι δυσκολία, γιατί η ελλειπτική του μορφή δίνει λιγότερα εργαλεία για να προσεγγίσεις τις ακριβείς προθέσεις του συγγραφέα πάνω στους νοηματικούς άξονες, αλλά και στην ακριβή σκιαγράφηση των χαρακτήρων.
Στην παράστασή μας η δράση εξελίσσεται σε ένα πολεμικό τοπίο, σε ένα βομβαρδισμένο θέατρο όπου έχουν καταφύγει τα πρόσωπα. Δεν μπορούσαμε να μείνουμε ανεπηρέαστοι από τον ζόφο του πολέμου και τη στρατιωτική σκιά που έχει σκοτεινιάσει φέτος την Ευρώπη. Εξάλλου αυτός ο πόλεμος που μαίνεται «εκεί έξω» εικονοποιεί με τον καλύτερο τρόπο αυτό που συμβαίνει στον μικρόκοσμο του στρατιώτη Βόυτσεκ, αλλά και μέσα στο ίδιο του το κεφάλι. Χρησιμοποιούμε τη μουσική και τα τραγούδια που έγραψε ο Tom Waits παιγμένα ζωντανά από δύο μουσικούς κι αυτό προσδίδει μία άλλη δυναμική, αλλά και μία δυνατότητα στον θεατή να αναπτύξει κριτική στάση απέναντι στα δρώμενα, να αναζητήσει τις συνδέσεις με τη δική του ζωή και τη σύγχρονη κοινωνία, αλλά και να δοκιμάσει μία έντονη αισθητική μουσική εμπειρία.
ΠΟΛΥ ΠΙΣΩ
*Διακόσια σχεδόν χρόνια μετά, ο «Βόυτσεκ» παραμένει επίκαιρος. Γι’ αυτό ευθύνεται το ταλέντο και η διεισδυτική ματιά του Μπύχνερ ή η αποτυχία του κοινωνικού κράτους;
-Η διεισδυτική ματιά του Μπύχνερ είχε την αξία της όταν κατέγραψε, ανέλυσε και μετέτρεψε σε θεατρική γραφή την κοινωνική αγριότητα της εποχής του. Αυτό έχει μελετηθεί και αναγνωριστεί με τον καλύτερο τρόπο. Όμως το ότι τα πράγματα προχωρούν με πολύ αργούς ρυθμούς, το ότι οι ανθρώπινες κοινότητες αναπαράγουν δομές εξουσίας, τυραννίας και αντίδρασης απέναντι στην πρόοδο, το ότι οι κοινωνικές αδικίες συνεχίζουν να υφίστανται, όλα αυτά είναι δική μας ευθύνη εδώ και σήμερα. Μία κοινωνία που εδράζεται στις αξίες του ατομικού κέρδους και της προσωπικής επιτυχίας είναι εκ προοιμίου απέναντι σε κάθε έννοια του κοινωνικού. Ο πόλεμος της αριστείας για προσωπικό όφελος, και όχι για κοινωνικό, αγριεύει τον ανταγωνισμό μεταξύ των ατόμων και μας απομακρύνει από τις αρχικές αιτίες και αναγκαιότητες που οδήγησαν τον άνθρωπο στη δημιουργία κοινοτήτων. Το απογοητευτικό είναι ότι ενώ μέσα σ’ αυτά τα διακόσια χρόνια από τη συγγραφή του έργου η ανθρώπινη σκέψη έχει κάνει εντυπωσιακά άλματα –το ότι πήγαμε στο φεγγάρι είναι ένα τέτοιο δείγμα, το ότι γιατρέψαμε θανατηφόρες ασθένειες είναι ένα άλλο– στο επίπεδο της κοινωνικής οργάνωσης, της ισότητας και της δικαιοσύνης βρισκόμαστε πολύ πίσω. Ενώ νικήσαμε εν μέρει τη φύση (τη βαρύτητα, την ταχύτητα, τα μικρόβια κ.λπ.), δεν νικήσαμε τον κακό μας εαυτό. Κι αυτό συμβαίνει όχι γιατί δεν μπορούμε, η γνώση υπάρχει. Αλλά γιατί κάποιοι δεν θέλουν. Και δυστυχώς αυτοί οι κάποιοι έχουν τη δύναμη να παραπλανούν, να επηρεάζουν, να εξαγοράζουν, να καταστέλλουν. Ο ομηρικός Οδυσσέας γνωρίζοντας τις «αδυναμίες» του όταν πέρασε από τις Σειρήνες ζήτησε να τον δέσουν. Αυτά τα «δεσμά» για τις κοινωνίες είναι οι θεσμοί, οι δίκαιοι νόμοι, ο διαρκής έλεγχος όσων κατέχουν θέσεις ευθύνης. Αυτά είναι τα εργαλεία της Δημοκρατίας. Και η πρόοδος της τεχνολογίας βοηθά στην καλύτερη εφαρμογή τους. Αυτό που λείπει είναι η βούληση.
ΜΕΓΑΛΗ ΠΡΟΚΛΗΣΗ
*Είναι η δεύτερη φορά που σκηνοθετείτε για το σπουδαίο Θεσσαλικό Θέατρο, είναι πρόκληση για σας;
-Είναι πράγματι σπουδαία πρόκληση για πολλούς λόγους. Κατ’ αρχάς η ιστορία του Θεσσαλικού που περιλαμβάνει τόσο μεγάλα ονόματα και παραγωγές, σου δημιουργεί την ευθύνη να σταθείς τουλάχιστον στο ίδιο επίπεδο. Επίσης το Θεσσαλικό βρίσκεται σε τέτοιον βαθμό οργάνωσης και δυνατοτήτων που οφείλεις να τις αξιοποιήσεις με τον καλύτερο δυνατό τρόπο σε μία παραγωγή. Τέλος, η ύπαρξη ενός θεατρόφιλου κοινού που έχει αναπτύξει με τα χρόνια ένα ευαίσθητο αισθητήριο δημιουργεί απαιτήσεις σε σχέση με την καλλιτεχνική ποιότητα και την αρτιότητα του αποτελέσματος. Περιμένουμε με αγωνία να βρεθούμε μπροστά στους θεατές, να επικοινωνήσουμε μαζί τους, να μοιραστούμε αισθητικές απολαύσεις, να συνδιαλαγούμε μέσα από τα θέματα της παράστασης και τελικά να πάμε τη ζωή μας ένα βήμα μπροστά.