Της Λένας Κισσάβου
Σε πορεία επαναλειτουργίας και ένταξής του, στην καθημερινότητα της Λάρισας, είναι και πάλι το Γενί Τζαμί, πρώην Αρχαιολογικό Μουσείο Λάρισας, (επί της οδού 31 Αυγούστου 2).
Κλείνοντας τον κύκλο λειτουργίας του, μετά από πενήντα πέντε χρόνια, ως στέγη αρχαιολογικών θησαυρών του νομού Λάρισας... δίνοντας τη σκυτάλη στο Διαχρονικό Μουσείο της πόλης μας, ανοίγει έναν νέο, που το καθιστά και πάλι ένα σημαντικό σταθμό στον πολιτισμό της κοινωνίας της Λάρισας.
Όπως αποφάσισαν οι δύο αρχαιολογικές υπηρεσίες, η ΙΕ΄ Εφορεία Κλασικών Αρχαιοτήτων Λάρισας και η 7η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Λάρισας, ο χώρος του θα φιλοξενεί περιοδικές εκθέσεις που προάγουν τον πολιτισμό.
Υπάρχει η πρόθεση το Τζαμί να λειτουργήσει το συντομότερο δυνατό, και γι αυτό δρομολογήθηκαν και ολοκληρώθηκαν πρόσφατα εργασίες συντήρησης του κτίσματος.
Σύμφωνα με πληροφορίες των αρχαιολογικών υπηρεσιών: «Το μουσουλμανικό τέμενος (τζαμί), κατασκευάστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα και πληροφορίες αναφέρουν ότι ήταν δωρεά της βασίλισσας Όλγας στους εναπομείναντες μουσουλμάνους στην πόλη της Λάρισας. Είναι το νεότερο από τα τζαμιά της πόλης μας και το μοναδικό που σώζεται σήμερα.
Αμέσως μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλίας (το 1881) είχαν αρχίσει να συγκεντρώνονται αρχαία προς φύλαξη στο Διδασκαλείο της πόλης. Από το 1906 υπήρχε πρόθεση της Αρχαιολογικής Εταιρείας να ιδρύσει Μουσείο στη Λάρισα.
Όταν, το 1906, ανέλαβε Έφορος Αρχαιοτήτων στην περιοχή ο Απ. Αρβανιτόπουλος, μετέφερε τα ευρήματα από το Διδασκαλείο στο Δημαρχείο και στη συνέχεια στο Φρούριο, όπου και κατασκεύασε υπόστεγα για τη φύλαξή τους και έκανε το πρώτο ευρετήριο της συλλογής της Λάρισας.
Επάνω στο λόφο του Φρουρίου έμειναν τα περισσότερα ευρήματα ως το 1957, όπου πολλά είχαν διασκορπιστεί, κλαπεί ή σπάσει κατά το 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Το 1957 ο Έφορος Αρχαιοτήτων Δ. Θεοχάρης φρόντισε για τη μεταφορά τους στο Τζαμί και οργάνωσε την πρώτη συστηματική έκθεση αντιπροσωπευτικών αρχαίων στην αίθουσά του.
Το Τζαμί είχε υποστεί ζημιές το 1980 από τους σεισμούς και επισκευάστηκε. Το Μουσείο ξαναλειτούργησε από το 1983, αφού οργανώθηκε η επανέκθεση και προστέθηκαν νέα ευρήματα, όπως οι βιτρίνες με τα νεολιθικά αγγεία από τις ανασκαφές των Γερμανών αρχαιολόγων και τις νεότερες ανασκαφές στο Σουφλί Μαγούλα και την Πλατιά Μαγούλα Ζάρκου, οι βιτρίνες με τα όπλα, αγγεία και κοσμήματα Αρχαϊκής εποχής από το νεκροταφείο τύμβων στον Άγιο Γεώργιο Λάρισας κ.ά.».
Σε μελέτη της για το Τζαμί, η αρχαιολόγος κ. Στέλλα Κατακούτα, καταγράφει μεταξύ άλλων: «1957: Η λειτουργία μιας αρχαιολογικής συλλογής στο τζαμί, αποτέλεσε στοίχημα προσωπικό της τότε δημοτικής αρχής με δήμαρχο τον Δ. Χατζηγιάννη. Θα χρειαστούν πέντε περίπου χρόνια για το στήσιμο της έκθεσης, με την εποπτεία του αρχαιολόγου Θεοχάρη, δύο Γερμανών αρχαιολόγων και την πίεση του δημάρχου.
Τα αρχαία που υπήρχαν στο Φρούριο μεταφέρθηκαν και αναγκαστικά στοιβάχθηκαν στην αυλή του μουσείου.
Όταν στα τέλη του 1961 η έκθεση στο Τζαμί ολοκληρώθηκε, η πόλη εγκαινίαζε τον καινούργιο σιδηροδρομικό σταθμό και τη μονάδα εργοστασίου ζάχαρης κι έτσι το άνοιγμα του Μουσείου στο κοινό πέρασε απαρατήρητο, σαν οφειλή εξοφλητέα από το παρελθόν, που ο χρόνος είχε προ πολλού ξεπεράσει.
Η έκθεση στο Γένι τζαμί θεωρήθηκε απ΄ όλους ως προσωρινή μέχρι την κατασκευή ενός σύγχρονου μουσείου.
Πριν προλάβει να ανοίξει στο κοινό, ο Δήμος παραχώρησε, για την ανέγερση του νέου Μουσείου χώρο μικρότερο των τριών στρεμμάτων, στο Φρούριο, κοντά στο ρολόι του δημοτικού κήπου.
Γραφειοκρατικές αγκυλώσεις, κωλυσιεργία που σχετιζόταν με πρόσθετες απαλλοτριώσεις και αναβολές που κράτησαν περίπου 15 χρόνια, οδήγησαν τη λύση αυτή σε αποτυχία.
Το 1975 ο δήμος παραχώρησε έκταση 10 στρεμμάτων στο λόφο του Μεζούρλου, για την ανέγερση Αρχαιολογικού Μουσείου...».