«Μια ακόμη χαμένη ευκαιρία» χαρακτηρίζει ο Σύλλογος Αρχιτεκτόνων Λάρισας την υπόθεση των έργων αναβάθμισης της περιοχής στο Φρούριο, σημειώνοντας σε ανακοίνωσή του: «Λένε πως ο δρόμος προς την καταστροφή είναι στρωμένος από καλές προθέσεις. Έτσι και στην πόλη μας, ένα έργο που θα μπορούσε να δώσει μια βιοκλιματική ανάσα σε ένα περιβαλλοντικά βεβαρημένο κομμάτι του αστικού ιστού, «μεταφέρθηκε» στο πιο εμβληματικό της σημείο, τον λόφο του Φρουρίου, όπου η βιοκλιματική αναβάθμιση είναι ήσσονος σημασίας και αξίας. Καταλήγει δε σε μια παράθεση βαριών μεταλλικών στοιχείων, εμπνευσμένη μάλλον από χώρους βιομηχανικής χρήσης, που δεν συνάδει με το περιβάλλον και την ιστορική μνήμη του λόφου.
Φαίνεται πως ήδη υλοποιημένα παραδείγματα παρόμοιων παρεμβάσεων δεν στάθηκαν ικανά, ώστε για πρώτη φορά στην πόλη μας να πάψουμε να αντιμετωπίζουμε τις επεμβάσεις μας στον δημόσιο χώρο με νοοτροπία εργολάβου, που καθιστά δευτερεύουσας σημασίας την ενασχόληση με κυρίαρχα στοιχεία του σχεδιασμού, όπως για παράδειγμα την προσαρμογή της κλίμακας και της μορφής στα μεγέθη και χαρακτηριστικά του τόπου. Η βιοκλιματική αναβάθμιση της περιοχής και η αξιοποίηση των πόρων, όσο και αν είναι θεμιτές, δεν δικαιολογούν τη, χωρίς έλεγχο, τροποποίηση των μελετών και υλοποίηση των επεμβάσεων, δεδομένου ότι οι επεμβάσεις αυτές θα καθορίσουν τη μορφή μεγάλου τμήματος του λόφου για τις επόμενες δεκαετίες.
Ως Σύλλογος Αρχιτεκτόνων Λάρισας, θεωρώντας ότι ο δημόσιος χώρος της πόλης πρέπει να σχεδιάζεται και να υλοποιείται με τη μέγιστη ευαισθησία και διαφάνεια των διαδικασιών, οφείλουμε να καταγγείλουμε το γεγονός ότι το έργο που κατασκευάζεται δεν έχει την παραμικρή σχέση με την εγκεκριμένη, από την αρχιτεκτονική επιτροπή, μελέτη. Η υπέρβαση της κλίμακας και η υποβάθμιση της αισθητικής είναι προφανείς. Αδυνατούμε να σιωπήσουμε για άλλη μια φορά που ο δημόσιος χώρος της πόλης προκύπτει με τυχαίο τρόπο και που η αδυναμία επίλυσης τεχνικών ζητημάτων οδηγεί, χωρίς προβληματισμό, στην αλλοίωση της μορφής του. Είναι κρίμα να συνεχίζεται η παράδοση της υποβάθμισης του αστικού τοπίου από την εποχή της καταστροφής του «Ξενία» μέχρι σήμερα».