Η 45χρονη και μητέρα 6 παιδιών έχοντας, ως ασθενής κερδίσει την εμπιστοσύνη του Θεσσαλού ιατρού «προσποιούμενη ότι τελεί σε ακραία συναισθηματική φόρτιση» σύμφωνα με το κατηγορητήριο και δηλώνοντας, άλλοτε ότι αντιμετώπιζε σοβαρότατα προβλήματα και άλλοτε πως θα πωλούσε την ακίνητη περιουσία της για να εξοφλήσει τα δανεικά, κατάφερε από τον Νοέμβριο του 2011 έως την 23η Ιανουαρίου 2018 να αποσπάσει από το θύμα της μια «ολόκληρη περιουσία».
Τον Απρίλιο του 2013 και όταν ο γιατρός «άρχισε να ζητά επιμόνως την επιστροφή των χρημάτων του» η 45χρονη τον έπεισε πως θα πωλούσε την ακίνητη περιουσία της η οποία αποδείχθηκε τελικά πως επρόκειτο για μία παλιά ισόγεια προσφυγική οικία (εμβαδού μόλις 36 τ.μ.) όπως και μία διώροφη παλιά οικία, η οποία περιουσία ήταν κατάχρεη, καθώς τα συγκεκριμένα ακίνητα «βαρύνονται με προσημειώσεις υποθηκών, υποθήκες και αναγκαστικές κατασχέσεις για ποσά μάλιστα που υπερβαίνουν κατά πολύ» την οφειλή της 45χρονης προς τον γιατρό «γεγονός μάλιστα που σχεδόν αποκλείει την πώλησή τους. Επιπλέον δε, ουδέν δάνειο υπήρξε και δη προεγκεκριμένο» όπως σημειώνεται στη δικαστική απόφαση, αλλά ούτε υπήρχε και σύζυγος της κατηγορουμένης «ο οποίος μάλιστα την εγκατέλειψε αβοήθητη, αλλά» ο μάρτυρας που κατέθεσε και χθες συστήθηκε ως σύντροφός της ο οποίος, την επίδικη περίοδο «ήταν καθ’ όλο το χρονικό διάστημα μαζί της».
«ΑΚΡΑΙΑ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΗ ΦΟΡΤΙΣΗ»
Η 45χρονη κρίθηκε ένοχη και πρωτόδικα, ενώ από το 2008, – σύμφωνα με πληροφορίες της «Ε» - επισκεπτόμενη συχνά το ιατρείο «ως ασθενής, κατάφερε να κερδίσει την εμπιστοσύνη του» γιατρού.
Ειδικότερα όπως αναλυτικά περιγράφεται η δράση της στην πρωτόδικη απόφαση «περί τα τέλη του μηνός Νοεμβρίου του έτους 2011 επισκέφθηκε» το θύμα της «στο ιατρείο του και προσποιούμενη ότι τελεί σε ακραία συναισθηματική φόρτιση, του παρέστησε ότι αντιμετώπιζε ένα σοβαρότατο οικονομικό πρόβλημα, ήτοι ρευστότητας χρημάτων, συνεπεία του οποίου είχε αποφασίσει να εκποιήσει ένα ικανής αξίας ακίνητο (οικόπεδο με οικία)», «ιδιοκτησίας της και ότι, εξαιτίας της καθυστέρησης ευρέσεως αγοραστή, είχε άμεση ανάγκη από το ποσό της τάξεως των 5.000 ευρώ, προκειμένου με αυτό να εξοφλήσει μια μεταχρονολογημένη επιταγή ποσού ομοίως 5.000 ευρώ, που είχε εκδώσει.
Με τον τρόπο αυτό έπεισε» τον ιατρό «ο οποίος της έδωσε εν τέλει το χρηματικό ποσό των 5.000 ευρώ. Περί τις αρχές του μηνός Ιανουαρίου του έτους 2012, μεταβαίνοντας εκ νέου στο ιατρείο» του παθόντος «και προσποιούμενη ξανά ότι ευρίσκεται σε ακραία συναισθηματική φόρτιση, του παρέστησε ότι δεν είχε ακόμη βρεθεί αγοραστής του ακινήτου της ότι τελεί σε οικονομικό τέλμα ένεκα της εμπορικής της δραστηριότητας, γεγονός για το οποίο χρειάζεται άμεσα επιπλέον 5.000 ευρώ, δεδομένου ότι σε διαφορετική περίπτωση επίκειται η εκκίνηση δικαστικής διαδικασίας για την αναγκαστική είσπραξη του χρέους της και συνακόλουθα διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης εις βάρος του ως άνω ακινήτου της, διατεινόμενη δε επιπλέον ότι, αν το τελευταίο συμβεί, η ίδια δε θα μπορέσει να του επιστρέψει και το αναφερόμενο αρχικό δοθέν προς αυτή ποσό των 5.000 ευρώ».
«ΜΕ ΤΕΣΣΕΡΑ ΠΑΙΔΙΑ ΑΒΟΗΘΗΤΗ,
ΚΙΝΔΥΝΕΥΕΙ ΝΑ ΜΕΙΝΕΙ ΣΤΟΝ ΔΡΟΜΟ»
«Τοιουτοτρόπως δε, έπεισε» τον ιατρό «ο οποίος της χορήγησε εκ νέου ποσό της τάξεως των 5.000 ευρώ. Ακολούθως δε περί τα τέλη Φεβρουαρίου του έτους 2012, σε μία ακόμη επίσκεψή της στο ιατρείο» ζήτησε από τον ιατρό «ξανά χρήματα, ισχυριζόμενη προς αυτόν ότι εν τέλει βρέθηκε ένας ενδιαφερόμενος αγοραστής για το ακίνητό της, πλην όμως, προκειμένου να προχωρήσει η πώληση, έπρεπε να εξοφληθούν αφενός μεν οφειλές της προς την εφορία, αφετέρου δε δαπάνες αφορώσες την πολεοδομική και νομική τακτοποίηση του ακινήτου της, δαπάνες για τις οποίες απαιτούνταν το χρηματικό ποσό των 10.000 ευρώ. Με τον τρόπο δε αυτό, έπεισε και πάλι» τον ιατρό «να της καταβάλει και το χρηματικό ποσό των 10.000 ευρώ.
Περαιτέρω δε τον Μάρτιο του έτους 2012, ευρισκόμενη και πάλι στο ιατρείο» παρέστησε στον ιατρό «ότι την είχε εγκαταλείψει ο σύζυγός της», «με τέσσερα παιδιά αβοήθητη και ότι κινδυνεύει να μείνει στον δρόμο, πείθοντάς τον με αυτόν τον τρόπο να της καταβάλει το ποσό των 500 ευρώ ενώ, κατά το χρονικό διάστημα από τον Απρίλιο του έτους 2012 έως τον Μάρτιο του έτους 2013, με το πρόσχημα της ανάγκης προσωρινής συντήρησής της και εν τέλει επιβίωσής της τον έπεισε και της κατέβαλε επιπλέον, τμηματικό, το ποσό των 18.000 ευρώ».
«Εν συνεχεία, τον Απρίλιο του έτους 2013» και ενώ ο ιατρός «άρχισε να ζητά επιμόνως την επιστροφή των χρημάτων του, η ίδια του παρέστησε επιπλέον ότι, πέραν του ως προαναφερόμενου δικού της ακινήτου», «επρόκειτο να προβεί στην εκποίηση και έτερου ακινήτου, ιδιοκτησίας της που κείται στην περιοχή της Αχαΐας με αγοραστές» που κατονόμασε και πως «οι τελευταίοι επρόκειτο να προβούν άμεσα στη λήψη δανείου, ύψους 220.000 ευρώ», από Τράπεζα «το οποίο μάλιστα είχε «προεγκριθεί», καθώς και ότι από το ποσό του δανείου, που η ίδια θα λάμβανε ως πωλήτρια, θα του εξοφλούσε όλα τα ποσά, που του όφειλε μέχρι τότε.
Έτσι, έπεισε» τον ιατρό «ο οποίος από τον Απρίλιο του 2013 μέχρι και τον Σεπτέμβριο του 2016, της έδωσε άλλα 100.000 ευρώ, ενόψει και του ότι, κατά το χρονικό διάστημα, η ίδια δικαιολογούσε την καθυστέρηση της εκταμίευσης του δανείου επικαλούμενη έξοδα δικηγόρων και μηχανικών, την απαίτηση της τράπεζας για την υπογραφή της σύμβασης δανείου και από εγγυητή, καθώς και οφειλές του τελευταίου, που δημιουργούσαν προσχώματα στην εκταμίευση του δανείου».
Επικαλούμενη «δήθεν πρόσκαιρες ανάγκες της ίδιας» αλλά και συγγενικών της προσώπων εν αναμονή μάλιστα της εκταμίευσης του δήθεν δανείου με το οποίο θα εξοφλούσε υποτίθεται τον ιατρό τον έπεισε και της κατέβαλε «από τον Οκτώβριο του έτους 2016 μέχρι και τον Σεπτέμβριο του έτους 2017, το ποσό των 44.150 ευρώ». Με τον ιατρό σύμφωνα και με την πρωτόδικη απόφαση να της καταβάλλει «το συνολικό ποσό των 186.470 ευρώ».
«ΕΧΩ ΒΟΗΘΗΣΕΙ ΠΟΛΛΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ»
«Έχω βοηθήσει πολλούς ανθρώπους στη ζωή μου» τόνισε ο καλοκάγαθος, όπως περιγράφεται από τις καταθέσεις, γιατρός ο οποίος έπεσε θύμα της 45χρονης, καθώς όπως είπε «βοηθάω όλο τον κόσμο» διευκρινίζοντας ωστόσο ότι η κατηγορουμένη αρχικά του φέρθηκε «ευγενικά και σωστά» σημειώνοντας στη συνέχεια τη μεταβολή της στάσης της.
«ΒΟΗΘΗΣΕ ΑΛΛΑ ΤΑ ΧΡΗΜΑΤΑ
ΗΤΑΝ ΛΙΓΟΤΕΡΑ...»
«Μας βοήθησε ο γιατρός» παραδέχθηκε ο σύντροφος της 45χρονης, για να διευκρινίσει ότι «δανείστηκε τα χρήματα όχι για να πάρει ρούχα αλλά για να πάει στο μάρκετ επειδή είχε 6 παιδιά». Ο σύντροφος της κατηγορουμένης αμφισβήτησε το ποσό του κατηγορητηρίου, λέγοντας ότι δεν είναι «τέτοιο ποσό» αλλά περί τις 45.000 ευρώ. Από την ακροαματική διαδικασία «δεν καταλείπεται καμία αμφιβολία ότι η κατηγορουμένη τέλεσε τις πράξεις» τόνισε ο εισαγγελέας της έδρας, ενώ με αφορμή τις αποφάσεις του καλοκάγαθου γιατρού να καταβάλει χρήματα την κατηγορουμένη παρατήρησε πως «δεν είναι η πρώτη φορά που τα δικαστήρια ασχολούνται με τέτοιες υποθέσεις» προτείνοντας την ενοχή της 45χρονης, όπως πρωτοδίκως.
Η κατηγορουμένη δεν παραβρέθηκε χθες, αλλά εκπροσωπήθηκε, ενώ μετά τις καταθέσεις μαρτύρων και τις αγορεύσεις των συνηγόρων, το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων Λάρισας την έκρινε ένοχη και καθώς επέβαλλε κάθειρξη 5 ετών η κατηγορουμένη θα εκτίσει την ποινή της.
Β. ΚΑΚΑΡΑΣ