Ο κ. Τζαμαλής, σύμφωνα με πληροφορίες της «ΕτΔ» άσκησε αναίρεση κατά της απόφασης (υπ’ αριθ.107/2021) «για υπέρβαση εξουσίας», καθώς «το Δικαστήριο εσφαλμένα προχώρησε στην κήρυξη ακυρότητας του κλητηρίου θεσπίσματος όλων των (πέντε) κατηγορουμένων παρόλο που ο σχετικός ισχυρισμός προτάθηκε μόνο από τους δύο εξ αυτών και ακολούθως έπαυσε οριστικά τη σε βάρος τους ασκηθείσα ποινική δίωξη λόγω παραγραφής».
Όπως είναι γνωστό η απόφαση του Δικαστηρίου είχε προκαλέσει την οργισμένη αντίδραση δεκάδων αγροτών από χωριά των Φαρσάλων και του Κιλελέρ, οι οποίοι στις 23 Απριλίου 2021 παρέστησαν στη συνεδρίαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Λάρισας.
Μένοντας έκπληκτοι όταν το Δικαστήριο, για ένα λάθος των δικαστικών υπηρεσιών έκρινε άκυρα τα κλητήρια θεσπίσματα και τελικά παύτηκε – λόγω παραγραφής – η δίωξη σε βάρος πέντε τουλάχιστον κατηγορουμένων που ρήμαξαν αποθήκες, κλέβοντας δεκάδες τόνους σπόρων και λιπασμάτων.
Η μετατροπή επίσης του αδικήματος, λόγω του ποσού, από κακούργημα σε πλημμέλημα μετά την αλλαγή του Ποινικού Κώδικα το 2019, είχε ως αποτέλεσμα να παρέλθει η πενταετία από την τέλεση των αδικημάτων (το 2014) με αποτέλεσμα να παραγραφούν τα αδικήματα και το Δικαστήριο, χωρίς να έχει άλλη επιλογή, να αποφασίζει την οριστική παύση της δίωξης.
Για την ακρίβεια τη δικαιολογημένη αντίδραση των αγροτών, προκάλεσε μια τυπική παράλειψη στη διαδικασία, καθώς τα κλητήρια θεσπίσματα των κατηγορουμένων δεν έφεραν την επίσημη σφραγίδα και την υπογραφή του - συνταξιοδοτηθέντος πλέον - Εισαγγελέα Εφετών που τα εξέδωσε προ ετών, «εγκλωβίζοντας» έτσι το Δικαστήριο που έκανε τελικά δεκτό το αίτημα της υπεράσπισης που κατέθεσε ένσταση ακυρότητας του κλητηρίου θεσπίσματος.
Δεκάδες Λαρισαίοι αγρότες – θύματα των δραστών διαμαρτύρονταν εντός της δικαστικής αιθούσης, φωνάζοντας «ντροπή» και πως «οι κλέφτες είναι ελεύθεροι», και αναρωτιόταν με ένταση «εμάς ποιος θα μας αποζημιώσει», προσθέτοντας επίσης πως «εμείς ήρθαμε όλες τις φορές στα Δικαστήρια όταν μας κάλεσαν».
ΑΝΑΙΡΕΣΗ
Η παρέμβαση Τζαμαλή και εφόσον η αναίρεση γίνει δεκτή από τον Άρειο Πάγο θα καθίσει ξανά κάποιος από τους κατηγορούμενους ως κλέφτες στο εδώλιο, εξέλιξη που αναμένεται να γίνει γνωστή τους επόμενους μήνες. Στην πολυσέλιδη έκθεση αναίρεσης, ο προϊστάμενος της Εισαγγελίας Πλημμελειοδικών, μεταξύ άλλων, σημειώνει πως «το Δικαστήριο εξετάζοντας τον ισχυρισμό σχετικά με την ακυρότητα του κλητηρίου θεσπίσματος και παρόλο που τούτο προτάθηκε μόνον εκ μέρους του δευτέρου και τρίτου των κατηγορουμένων (διά των παρισταμένων πληρεξουσίων δικηγόρων τους) προχώρησε στην κήρυξη της ακυρότητας των κλητηρίων θεσπισμάτων όλων των κατηγορουμένων, δηλαδή και για τον απολειπόμενο-δικονομικά απόντα (ωσεί παρόντα) πέμπτο κατηγορούμενο, αλλά και για τους εκ των κατηγορουμένων πρώτο και τέταρτο, οι οποίοι, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της δίκης, δεν διατύπωσαν ισχυρισμό για την ακυρότητα του κλητηρίου θεσπίσματος.
Ακολούθως το Δικαστήριο, αφού κήρυξε την ακυρότητα των κλητηρίων θεσπισμάτων όλων των κατηγορούμενων, έπαυσε οριστικά τη σε βάρος τους ασκηθείσα ποινική δίωξη, καθόσον διαπίστωσε ότι μετά τη θέση σε ισχύ του νέου Ποινικού Κώδικα και ενόψει του ότι οι αποδιδόμενες στους κατηγορούμενους πράξεις είχαν πλέον καταστεί πλημμελήματα με χρόνο τέλεσης από την 27η-11-2014 έως και την 20ή-11-2015, παρήλθε «η πενταετής προθεσμία της παραγραφής, χωρίς να έχει μεσολαβήσει αναστολή αυτής με την επίδοση του κλητηρίου θεσπίσματος, η οποία θεωρείται, κατά τα άνω, ως μη γενομένη».
Με την απόφασή του όμως αυτή το Δικαστήριο, εσφαλμένα εφάρμοσε τις διατάξεις των άρθρων» (σ.σ. μνημονεύονται αναλυτικά), «αφού με βάση τις προαναφερθείσες διατάξεις στερούνταν εξουσίας να προσχωρήσει σε αξιολόγηση ισχυρισμού που δεν προτάθηκε και αφενός μεν να προχωρήσει στην ακύρωση του κλητηρίου θεσπίσματος ως προς τους πρώτο, τέταρτο και πέμπτο των κατηγορουμένων και αφετέρου να παύσει οριστικά τη σε βάρος τους ποινική δίωξη λόγω παραγραφής της εν λόγω πράξης και να αποφανθεί επί της ουσίας της υπόθεσης. Μη πράττοντας τούτο και δεχόμενο ότι η πιο πάνω πράξη είχε υποπέσει σε παραγραφή, έσφαλε υποπίπτοντας σε υπέρβαση εξουσίας. Για τους λόγους αυτούς η ανωτέρω απόφαση πρέπει να αναιρεθεί» καταλήγει η έκθεση.
ΡΗΜΑΞΑΝ ΤΙΣ ΑΠΟΘΗΚΕΣ
Σύμφωνα με την έρευνα του Αστυνομικού Τμήματος Περιφέρειας Λάρισας, οι δράστες – από το φθινόπωρο του 2014 έως και το καλοκαίρι του 2015 – διέπρατταν κλοπές σε αποθήκες αφαιρώντας, κατά κανόνα μεγάλες ποσότητες αγροτικών προϊόντων και λιπασμάτων, που έπειτα εναπόθεταν στις αποθήκες που εντοπίστηκαν από την ΕΛ.ΑΣ. «με σκοπό τη χρησιμοποίηση από τους ίδιους ως αγροτικά εφόδια ή τη μεταπώλησή τους». Ως δράστες των κλοπών φέρονται ένας Λαρισαίος αγρότης και τέσσερις Αλβανοί υπήκοοι (σ.σ. ένας έκτος συνεργός δεν έχει ταυτοποιηθεί), ενώ στις δύο αποθήκες του Λαρισαίου αγρότη βρέθηκαν και κατασχέθηκαν συνολικά 348 σακιά με σιτάρι συνολικού βάρους περίπου 16 τόνων και 550 σακιά λίπασμα διαφόρων εταιρειών, συνολικού βάρους περίπου 20 τόνων.
Οι κατηγορούμενοι ως κλέφτες έδρασαν σε χωριά των Δήμου Φαρσάλων και Κιλελέρ, μεταξύ των οποίων η Άνω Σκοτούσα, το Θετίδιο, το Αχίλλειο, το Αγροκήπιο, το Ρήγαιο, ο Άγιος Γεώργιος, το Δίλοφο, η Αγία Τριάδα και ο Λοφίσκος. Πέρα από τα αγροτικά εφόδια σε κάποια χωριά, από σπίτια έκλεψαν ένα φορτηγό αυτοκίνητο, αλλά και όσες ηλεκτρικές συσκευές βρήκαν (καταψύκτη, πλυντήριο ρούχων, ατμοσίδερο, πρέσα κ.ά.) και μηχανήματα, όπως επίσης κι ένα ποδήλατο, ένα αυτοκινούμενο όχημα παιδικό (γουρούνα), καθώς και μεγάλο αριθμό εργαλείων, ορισμένα εκ των οποίων βρέθηκαν στην αποθήκη του Λαρισαίου αγρότη, ο οποίος όταν συνελήφθη το 2015 είχε αρνηθεί τις κατηγορίες.
Β. ΚΑΚΑΡΑΣ