Πόσο εύκολα εγκαταλείπεις ό,τι κατάφερες να περισώσεις από την καταστροφή της ζωής σου, για να μπεις σε μια βάρκα χωρίς να ξέρεις σε ποια ακτή, σε ποια γη θα σε βγάλει; Πόσο άνετα μπορείς να νιώθεις όταν οι γύρω σου σε κοιτάζουν αρνητικά και καχύποπτα; Βασικά… σε κοιτάζουν όντως έτσι ή εσύ έχεις διαστρεβλώσει το πρίσμα με το οποίο αντιλαμβάνεσαι τον κόσμο όλο;
Αυτές, λίγο ή πολύ, είναι σκέψεις που κάνει όποιος θέλει να αφιερώσει έστω και ελάχιστα λεπτά από τον πολύτιμο χρόνο του για να ενστερνιστεί και να κατανοήσει τις αντιξοότητες τις οποίες καλούνται να υποστούν καθημερινά οι πρόσφυγες.
Οι άνθρωποι αυτοί, στο μέχρι τώρα “ταξίδι” τους, έχουν αντιμετωπίσει πολλές δυσκολίες, “αναπόφευκτους χωρισμούς” από οικεία σε αυτούς πρόσωπα και γενικότερα ό,τι πιο σκληρό έχει να παρουσιάσει για κάποιον η ζωή.
Έχουν βρεθεί σε ένα μέρος, το οποίο στην καλύτερη περίπτωση το θεωρούνε ξένο, είναι άγνωστοι μεταξύ αγνώστων και παρ’ όλες τις προσπάθειες και την καλή θέληση των κοινωνικών φορέων ο κόσμος γύρω τους δεν –φαίνεται να- δείχνει το ίδιο καλό πρόσωπο.
Προσπαθούν να ζήσουν σε ένα περιβάλλον εντελώς διαφορετικό από την πατρίδα τους, πέρα από τη δική τους θρησκεία, νοοτροπία και τον πολιτισμό τους.
Δίνουν μια καθημερινή και διαρκή μάχη ακόμη και με τον ίδιο τους τον εαυτό προκειμένου να σταθούν όρθιοι και να μην παρατήσουν την πιθανότητα για ένα καλύτερο αύριο.
Όπως είναι αναμενόμενο, αυτό το κοινωνικό σύνολο φέρει μαζί του τραύματα τόσο σωματικά όσο και ψυχικά. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, το 80% των προσφύγων αντιμετωπίζει ψυχολογικές διαταραχές.
Όπως αναφέρει στην “Ε” ο επίκουρος καθηγητής της Ψυχιατρικής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και διευθυντής της Πανεπιστημιακής Ψυχιατρικής Κλινικής Λάρισας κ. Κωνσταντίνος Μπονώτης «η ψυχική υγεία του πληθυσμού που φτάνουν στον καταυλισμό στο Κουτσόχειρο είναι ήδη επιβαρημένη από μείζονα τραυματικά γεγονότα, όπως πιθανότατα η απώλεια οικείων προσώπων».
Οι περισσότεροι από αυτούς τους ασθενείς παρουσιάζουν διαταραχές μετατραυματικού στρες και έντονα καταθλιπτικά επεισόδια, με τα τελευταία ορισμένες φορές να τους οδηγούν σε αυτοκτονικό ιδεασμό (σκέψεις που τείνουν σε αυτοκτονική συμπεριφορά).
Ιατρός της Ψυχιατρικής Κλινικής εξηγεί στην “Ε” ότι: «Οι πρόσφυγες εισπράττουν από την τοπική κοινωνία έντονα ανεπτυγμένο το αίσθημα ρατσισμού και περιφρόνησης, και αυτό συμβαίνει γιατί δεν είμαστε αρκετά ευαισθητοποιημένοι απέναντί τους».
Επίσης, μας πληροφορεί πως στα Εξωτερικά Ιατρεία προσέρχονται πρόσφυγες από όλα τα κοινωνικά στρώματα, από γιατρούς μέχρι ανθρώπους που δεν έχουν ούτε τη βασική παιδεία. Και σημειώνει: «Επειδή δεν υπάρχει η πολυτέλεια του χρόνου για να διερευνήσουμε πλήρως το ιστορικό αυτών των ασθενών εστιάζουμε μόνο στα αίτια που τους φέρνουν εδώ και κατ’ επέκταση στην ψυχιατρική εκτίμηση που είναι το ζητούμενο –χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει πως τους “ξεπετάμε”. Όλα γίνονται όπως πρέπει και αυτό μπορεί να το αντιληφτεί κανείς εύκολα αν δει τον ίδιο άνθρωπο ύστερα από τη θεραπευτική αγωγή (φάρμακα και συνεδρίες)».
Από την πλευρά του ο κ. Μπονώτης επισημαίνει: «Έχουμε στόχο την ενίσχυση και τη βελτίωση των παρεχομένων υπηρεσιών. Γι’ αυτό χρειάζεται κατάλληλη διαμόρφωση και αξιοποίηση δομών και χώρων και οργανωτικές λειτουργίες με μόνιμους διερμηνείς, ώστε να διεκπεραιώνεται ευκολότερα και γρηγορότερα το έργο αυτό».
Ραφαέλα Παπαοικονόμου