Την Πρωτομαγιά του 2015, στις 2 περίπου το ξημέρωμα, το θύμα, μαζί με την αδερφή του και δύο φίλες της πηγαίνει σε ένα μπαρ στα «Παλιά» του Βόλου για να διασκεδάσουν. Στο ίδιο μαγαζί βρίσκονται και τρεις ακόμα νεαροί. Μεταξύ αυτών και ένας ανήλικος που είχε διαφορές με το θύμα κι αυτό γιατί, σύμφωνα με το δικαστήριο, διατηρούσε στο παρελθόν σχέση με την αδελφή του. Σχέση που το θύμα όμως ποτέ δεν ενέκρινε.
Οι δύο τους διαπληκτίζονται μέσα στο μαγαζί και μετά βγαίνουν έξω από αυτό όπου και μαλώνουν. Κανένας όμως δεν χτυπάει.
Το θύμα επιστρέφει στο μαγαζί, ενώ την ίδια ώρα ο ανήλικος παίρνει τηλέφωνο και ειδοποιεί τον κατηγορούμενο, υπήκοο Αλβανίας, που ήταν γαμπρός του (άνδρας της αδελφής του). Εκείνος φτάνει στο σημείο μαζί με τη γυναίκα του (αδελφή του ανήλικου) και άλλα δύο πρόσωπα προκειμένου να συνδράμουν. Έχοντας μαζί τους και ξύλα ακολουθεί νέα συμπλοκή.
Το θύμα που είχε βγει από το μαγαζί αρχίζει να κυνηγάει τον ανήλικο όμως από πίσω τους τρέχουν και οι υπόλοιποι με τα ξύλα. Το συμβάν λήγει και πάλι με την παρέμβαση άλλων προσώπων. Ο κατηγορούμενος (αλλοδαπός) μπαίνει σε ένα Ι.Χ. έχοντας μέσα σε αυτό κι άλλα πρόσωπα. Κινούνται επί της οδού Γρ. Λαμπράκη με κατεύθυνση προς Λάρισα. Την ίδια ώρα το θύμα βρίσκεται επί του οδοστρώματος, αλλά στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας. Δηλαδή σε αυτό που οδηγεί από τη Λάρισα προς τον Βόλο και σε απόσταση ενός μέτρου από το πεζοδρόμιο.
«ΧΤΥΠΑ ΤΟΝ…»
Μόλις ο ανήλικος αντιλαμβάνεται την παρουσία του θύματος πάνω στο οδόστρωμα τον υποδεικνύει στον κατηγορούμενο που ήταν και οδηγός του οχήματος, λέγοντας «χτύπα τον», σύμφωνα πάντα με το δικαστήριο.
Ο κατηγορούμενος υπακούει στην προτροπή του ανηλίκου και περνάει στο αντίθετο ρεύμα της κυκλοφορίας. Κάνει, όπως αποδείχθηκε, ελιγμούς για να αποφύγει άλλα άτομα που βρίσκονταν στον δρόμο και μαρσάροντας πέφτει με δύναμη πάνω του, τον χτυπάει και τον αφήνει νεκρό. Επανέρχεται στο κανονικό ρεύμα κυκλοφορίας και απομακρύνεται.
Την επόμενη το πρωί ο ανήλικος παραδίδεται στην αστυνομία. Κρατείται σε κατάστημα ανηλίκων και σε λίγο διάστημα θα εκδικαστεί η δική του υπόθεση.
Κατά τη διάρκεια της απολογίας του, και στα δύο δικαστήρια, ο κατηγορούμενος ισχυρίστηκε πως δεν έτρεχε παραπάνω από 50 χλμ την ώρα. Ο 31χρονος, πατέρας δύο παιδιών, είπε πως ήταν ατύχημα αλλά χωρίς να πείσει το δικαστήριο. Στο πρώτο δικαστήριο κρίθηκε ένοχος για την πράξη της ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως κατά πλειοψηφία, καθώς τρεις ένορκοι είχαν την άποψη πως έπρεπε να κηρυχτεί ένοχος κατά επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας σε σκοπούμενη θανατηφόρα σωματική βλάβη.
Στο χθεσινό δικαστήριο κρίθηκε ομόφωνα ένοχος για την πράξη της ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως και του επιβλήθηκε η ποινή της ισόβιας κάθειρξης.
ΚΩΣΤΑΣ ΓΚΙΑΣΤΑΣ