Του επιβλήθηκε συνολική ποινή κάθειρξης 18.5 ετών για ληστείες που έκανε μαζί με άλλους δύο (εκκρεμεί ένταλμα σύλληψης γι’ αυτούς) σε ολόκληρη την περιοχή της Θεσσαλίας. Ο ίδιος βέβαια αρνήθηκε τις κατηγορίες χωρίς όμως να καταφέρει να πείσει το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Λάρισας.
Μαζί με τους συνεργάτες του, επέλεγαν για θύματα ηλικιωμένους στα σπίτια των οποίων έμπαιναν από ανασφάλιστα παράθυρα και τους λήστευαν με την απειλή του όπλου. Δεν δίστασαν μάλιστα ακόμα και να τους χτυπήσουν, πριν τους πάρουν χρήματα ή χρυσαφικά.
«Είχαμε ξαπλώσει όταν είδαμε μέσα στη νύχτα τρία άτομα που μας ακινητοποίησαν με τη βία και μας ζητούσαν λεφτά. Ο ένας κρατούσε πιστόλι και μου το έβαλε στο κεφάλι» είπε ένας ηλικιωμένος κατά τη διάρκεια της κατάθεσής του στην αστυνομία, που τόνισε πως υποστηριζόταν από μηχάνημα οξυγόνου και τον φρόντιζε η σύζυγος. «Με χτυπούσε με το πίσω μέρος του όπλου και φώναζε δώστε μας λεφτά. Έψαχναν τα ντουλάπια και τα συρτάρια. Βρήκαν 700 ευρώ και τα πήραν. Λεφτά από τις συντάξεις μας. Φεύγοντας τράβηξαν και το καλώδιο του τηλεφώνου».
Στο δικαστήριο ήρθε να καταθέσει η σύζυγός του που τόνισε μεταξύ άλλων πως «Έβγαλαν πιστόλι για να μας σκοτώσουν. Μας έδεσαν τα μάτια και δεν κατάλαβα ποιοι είναι. Μπήκαν μέσα από το παράθυρο».
Σε μια άλλη περίπτωση πάλι με θύμα, ζευγάρι ηλικιωμένων, εισήλθαν στο σπίτι από το παράθυρο της τουαλέτας. Επιτέθηκαν στους ηλικιωμένους και τους ακινητοποίησαν. Μάλιστα έκοψαν τη χρυσή αλυσίδα και τον σταυρό από τον λαιμό της γυναίκας «δρώντας με ιδιαίτερη σκληρότητα» όπως αναφέρει το κατηγορητήριο.
«Εγώ δούλευα και δεν έχω καμία σχέση με όσα με κατηγορούν» απολογήθηκε ο κατηγορούμενος δείχνοντας μάλιστα το χέρι του, υποστηρίζοντας πως είναι τραυματισμένο από τη δουλειά και πως δεν μπορεί να κάνει αυτά για τα οποία κατηγορείται.
Ο αλλοδαπός κρίθηκε ένοχος για τις πράξεις της ληστείας από κοινού κατ' εξακολούθηση, των διακεκριμένων κλοπών κατ' επάγγελμα και κατ' εξακολούθηση, και της παράνομης οπλοφορίας κατ' εξακολούθηση, που του αποδίδονται και που τελέστηκαν σε περιοχές της Θεσσαλίας.
Καταδικάστηκε σε συνολική ποινή κάθειρξης 18 ετών και 6 μηνών, ενώ το δικαστήριο αποφάνθηκε, όπως η έφεση που τυχόν ασκηθεί να μην έχει αναστέλλουσα δύναμη.
Η ΛΗΣΤΕΙΑ ΕΝΟΣ ΧΟΝΔΡΕΜΠΟΡΟΥ ΠΑΝΩ ΣΤΟΝ ΔΡΟΜΟ
Η απάτη με τα «φωσφοριζέ» γιλέκα
Μια από τις πράξεις για την οποία κρίθηκε ένοχος ο αλλοδαπός άνδρας ήταν για ληστεία (σε συνεργασία με τους άλλους δύο που αναζητούνται) ενός χονδρέμπορου, τον οποίο ξεγέλασαν και τον έκαναν να πιστέψει πως γίνονται έργα στον δρόμο κι έτσι τον έβγαλαν έξω απ’ αυτόν. Τότε τον λήστεψαν με την απειλή όπλου. Όπως μάλιστα περιγράφει ο ίδιος στην κατάθεσή του στην αστυνομία «Ενώ εκτελούσα ένα δρομολόγιο, ξαφνικά είδα μπροστά μου έναν άντρα που φορούσε φωσφοριζέ γιλέκο και κρατούσε ένα σημαιάκι, από αυτά που βλέπουμε όταν εκτελούνται έργα. Μου κάνει σήμα να ελαττώσω την ταχύτητα ενώ είχε τοποθετήσει και έναν κώνο στον δρόμο. Στα δέκα μέτρα υπήρχε κι άλλος άντρας που φορούσε γιλέκο και κρατούσε ένα σημαιάκι, ενώ εκεί ήταν σταθμευμένο ένα αγροτικό. Μιλούσαν μεταξύ τους με ενδοεπικοινωνία. Μου κάνουν σήμα να μπω σε χωματόδρομο που νόμιζα για παράκαμψη, αλλά εκεί υπήρχε ένας τρίτος άντρας με φωσφοριζέ γιλέκο και μπήκε μπροστά μου και με υποχρέωσε να σταματήσω.
Ένας έτρεξε γρήγορα προς το μέρος μου, έβαλα όπισθεν να φύγω αλλά είδα τον άλλο να έρχεται τρέχοντας κρατώντας στο χέρι ένα πιστόλι. Τότε σταμάτησα.
…Μου βάζει το όπλο στον κρόταφο και μου έλεγε «λεφτά, λεφτά, λεφτά». Φοβούμενος για τη ζωή μου, έβγαλα από το μπουφάν τις εισπράξεις και τις έδωσα».
Όμως η περιπέτειά του δεν τελείωσε εκεί καθώς λέει πως «Μου πήραν τα κλειδιά, κλείδωσαν το τιμόνι και με έσπρωξαν στη θέση του συνοδηγού. Ένας μου έριξε σπρέι στο πρόσωπο. Ενστικτωδώς κράτησα την αναπνοή μου όταν μου έριξε το σπρέι και δεν έχασα τις αισθήσεις μου. Προσποιήθηκα όμως ότι λιποθύμησα και αφού βεβαιώθηκαν ότι πράγματι είχε συμβεί αυτό, αρχικά άνοιξαν την πίσω πόρτα του αυτοκινήτου, είδαν ότι υπήρχαν μόνο ζαχαρώδη είδη, έψαξαν τον χώρο, κάποιος φώναξε «τηλεόραση, τηλεόραση» πιθανόν να νόμιζε ότι ήταν ηλεκτρικά είδη, πήραν κάποια κρουασάν, επιβιβάστηκαν στο αυτοκίνητό τους, και έφυγαν» καταλήγει ο… τυχερός μέσα στην ατυχία του άνδρας.
Του Κώστα Γκιάστα