ΦΑΡΣΑΛΑ (Γραφείο "Ε")
Του Αχ. Μπακαλέξη
Οι στρατιωτικοί χρησιμοποιούν τις συντεταγμένες για να χαρτογραφήσουν διάφορα σημεία που έχουν στρατιωτικό ενδιαφέρον. Το ίδιο κάνουν και οι πολεοδόμοι σε μια πόλη, χαράζοντας δρόμους, πλατείες κ.λπ.
Από παλαιοτάτων χρόνων οι άνθρωποι της υπαίθρου (γεωργοί, κτηνοτρόφοι κ.λπ.) χρησιμοποιούσαν τα τοπωνύμια, χαρτογραφώντας διάφορες περιοχές.
Τα πιο σημαντικά τοπωνύμια της περιοχής Φαρσάλων, καθώς και η ετυμολογία τους με τη μεγαλύτερη δυνατή τεκμηρίωση περιγράφονται παρακάτω (ετυμολογία σημαίνει η αναζήτηση της αρχικής ρίζας, αλλά και της σημασίας μιας λέξης, δηλαδή την προέλευσή της):
ΒΑΡΟΥΣΙ
Το Βαρούσι είναι, ως γνωστόν, η ανατολική συνοικία των Φαρσάλων (ο λεγόμενος Γκιαούρ Μαχαλάς, δηλαδή ο Ελληνομαχαλάς επί τουρκοκρατίας).
Κατά μία άποψη, η λέξη είναι τουρκική, σημαίνουσα κυριολεκτικά "οικισμός έξω από το κάστρο" (πρβλ. Μεγ. Ελλ. Εγκυκλ. Δρανδάκη, συμπλήρωμα, τόμος Α' σελ. 926). Κατά άλλη άποψη, η λέξη είναι περσική, την οποία δανείστηκε η εβραϊκή γλώσσα (ως Μπιράχ) για να εξελληνιστεί (ως βάρις, θηλυκού γένους, που σημαίνει μέγαρο, πύργος, συνοικία).
Η πρώτη σημασία της ήταν "πλοίο" πρβλ. Αισχύλος Πέρσαι 554 (βαρ δηλαδή πόλη), απαντώμενη και σε άλλες βαλκανικές γλώσσες απ' όπου τη δανείστηκε η τουρκική γλώσσα.
ΠΑΛΙΟΛΟΥΤΡΟ
Το Παλιόλουτρο (ή Παλιόλουτρος) είναι η δυτική συνοικία των Φαρσάλων, στη σημερινή περιοχή του ναού Κοίμησης της Θεοτόκου και επί τουρκοκρατίας ονομαζόταν (Εσκί Χαμάμ), δηλαδή παλιό λουτρό, από την ύπαρξη εκεί κάποιου χαμάμ (δημόσιου λουτρού) και μάλιστα παλιότερου σε σχέση με άλλο ή άλλα χαμάμ. Το 1885 το παλιόλουτρο ήταν τσιφλίκι (κτήμα) της Φατμέ Ζαχρή Χανούμ (πρβλ. Θεσσαλικό Ημερολόγιο, τόμος 16 και Αθαν. Καρατόλιας, Τα Φάρσαλα).
ΣΟΥΡΛΑ
Είναι ο πετρώδης, βραχώδης λόφος, ανατολικά των Φαρσάλων. Η λέξη είναι αραβική και σημαίνει (μυτερή κορυφή, αλλά και ρύγχος γουρουνιού) πρβλ. ετυμολογικό λεξικό Ν.Π. Ανδριώτης. Σημειωτέον ότι τα Φάρσαλα είχαν κατακτηθεί από τους Σλάβους υπό τον Στέφανο Δουσάν, στα έτη 1348-1390).
ΚΙΡΟΚΛΑ
Τα Κίροκλα, είναι τοποθεσία δυτικά και έξω των Φαρσάλων όπου σήμερα βρίσκεται το πρώην βενζινάδικο του Δημόπουλου, βόρεια ακριβώς του αρχαίου Νυμφαίου της Φαρσάλου, στη θέση Καράπλα. Η λέξη είναι τουρκικής προέλευσης. Πιθανολογούνται οι εξής τουρκικές λέξεις: Κιρικλάρ δηλαδή σπασμένοι, -ες, -α, είτε δηλαδή σαράντα.
Πρόκειται για ένα επίθετο (σπασμένος είτε σαράντα), αλλά αγνοείται ποιο ακριβώς ουσιαστικό όνομα προσδιόριζε.
Ενδεχόμενη είναι και η τουρκική επίσης λέξη καροκλάρ, δηλαδή άγρια σταφύλια, αγουρίδες (ίσως από κάποια αμπέλια της περιοχής). Η κατάληξη -λαρ στην τουρκική είναι πληθυντική κατάληξη (-οι, -ες, α).
ΧΑΪΝΤΑΡΙΑ
Τα Χαϊντάρια είναι τοποθεσία, νότια και έξω των Φαρσάλων, στον δρόμο που οδηγεί στον οικισμό Ρίζι.
Η λέξη είναι τουρκική, ετυμολογούμενη πιθανώς από τις λέξεις Haydi, μπροστά και Deze, Ρέμα, Ρυάκι, είτε από τις λέξεις Haydi και Daz, Στενός.
ΤΑΜΠΑΚΟΣ
Είναι η τουρκική ονομασία του Απιδανού ποταμού. Είναι η λέξη τουρκική από το Tabak (Βυρσοδέψης) και Tabakhane (Βυρσοδεψείο), δηλαδή χώρος κατεργασίας και πλύσης δερμάτων.
ΚΡΙΝΤΗΡΙ
Το Κριντήρι είναι το πέτρινο ύψωμα, λοφίσκος, βόρεια του λόφου Σούρλα, έξω και Β.Α. των Φαρσάλων, δίπλα στον Ενιπέα ποταμό. Η λέξη ετυμολογείται, πιθανώς, από την αντίστοιχη (το) "κροντήρι" δηλαδή πήλινο αγγείο νερού και τη βυζαντινή "κρυωτήριον" δηλαδή αυτό που κρυώνει το νερό.
Μια τοπική προφορική παράδοση λέει για το ειδικό εκεί ψυχρό ρεύμα αέρος (πρβλ. ετυμολογικό λεξικό Ν.Π. Ανδριώτη).
ΚΑΡΑΠΛΑ
Η Καράπλα είναι βραχώδες ύψωμα, δυτικά και έξω των Φαρσάλων, παράλληλα προς την οδό Λαμίας και νότια της θέσης Κίροκλα. Στην κορυφή της Καράπλας βρίσκεται το Νυμφαίον της Φαρσάλου (πρβλ. Λάκης Βαϊρακλιώτης, Τα Φάρσαλα στην αρχαιότητα).
Η λέξη ετυμολογείται από την ομόλογη "καραφλός", δηλαδή άδενδρος, αποψιλωμένος, γυμνός, κατ' αντιμετάθεση της λέξης "φαλακρός". Τυχόν ετυμολόγηση από τις λέξεις "καρα" και "απλα" δηλαδή υπερβολική απλωσιά είτε... μαύρη απλά, μάλλον δεν ευσταθεί και συνιστά παρετυμολογία.
ΚΑΡΥΑ
Η Καρυά, Β.Α. του κέντρου των Φαρσάλων, με άξονά της τη σημερινή πλατεία Ηρώων Πολυτεχνείου, ήταν συνοικία των Φαρσάλων. Η λέξη είναι φυτώνυμο, από τη δεσπόζουσα εκεί, κάποτε, καρυδιά.
Στην απογραφή του 1881 ήταν οικισμός των Φαρσάλων με 62 κατοίκους (44 άρρενες και 18 θήλεις), ενώ το 1893 αναφέρεται ρητώς ως "συνοικία" πρβλ. Περιοδικό Προμηθεύς, Βόλος.
Εκεί κοντά υπήρχαν και οι θέσεις Άνω και Κάτω Ιμλιάκι (δηλαδή κτήματα δημευθέντα από το οθωμανικό δημόσιο).
ΚΙΟΣΙΑ
Η Κιόσια ήταν τοποθεσία Ν.Δ. και έξω από τα Φάρσαλα (όπου σήμερα βρίσκεται το στρατόπεδο της 61 Μ.Ε.) με βρύση. Ετυμολογείται από την τουρκική λέξη kose (κιοσέ) δηλαδή σπανός και ευρύτερα άδενδρος, γυμνός χώρος.
ΤΣΙΑΤΑΛΤΖΑ
Η Τσιατάλτζα, επί τουρκοκρατίας, ήταν τα Φάρσαλα. Η λέξη σημαίνει περιφραστικά σταυροδρόμι και ετυμολογείται από την τουρκική λέξη catal (τσιατάλ) δηλαδή φούρκα, πιρούνι. Άλλωστε, η Τσιατάλτζα, δηλαδή τα Φάρσαλα, ήταν τότε σημαντικός συγκοινωνιακός κόμβος μεταξύ Λάρισας (τότε Γενί Σεχήρ, δηλαδή Νέα Πόλη), Βόλου και Λαμίας (τότε Ζητούνι).
* Στοιχεία ελήφθησαν από το αρχείο του αείμνηστου πρώην δημάρχου Φαρσάλων Λάκη Βαϊρακλιώτη.