Σε νέα έκθεση για τις «εστίες πείνας» σε όλο τον κόσμο, ο Οργανισμός των Ηνωμένων Εθνών για τα τρόφιμα και τη γεωργία (FAO) και το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα (WFP) αναφέρουν ότι πάνω από ένα εκατομμύριο άνθρωποι – το ήμισυ του πληθυσμού του παλαιστινιακού εδάφους – θα μπορούσαν να βρεθούν σε κατάσταση καταστροφικής επισιτιστικής ανασφάλειας έως τα μέσα Ιουλίου.
Η κατάσταση αυτή είναι η συνέπεια του «καταστροφικού αντίκτυπου της σύγκρουσης που είναι σε εξέλιξη, των αυστηρών περιορισμών πρόσβασης και της κατάρρευση των τοπικών αγροδιατροφικών συστημάτων», σύμφωνα με τις υπηρεσίες του ΟΗΕ που ανησυχούν επίσης για τον κίνδυνο μετάδοσης της επισιτιστικής ανασφάλειας στον Λίβανο και τη Συρία.
Στο Νότιο Σουδάν, «η χαμηλή τοπική παραγωγή τροφής που σχετίζεται με την υποτίμηση του νομίσματος οδηγεί σε άλμα τις τιμές των βασικών τροφίμων, που επιδεινώνεται από τον κίνδυνο πλημμυρών και τα συνεχή κύματα συγκρούσεων μεταξύ εθνοτήτων», σύμφωνα με την έκθεση που αξιολογεί την κατάσταση της επισιτιστικής ασφάλειας από τον Ιούνιο έως τον Οκτώβριο.
Στο Μάλι, η κατάσταση χειροτερεύει λόγω της «κλιμάκωσης των συγκρούσεων» και «επιτείνεται από την αποχώρηση» της αποστολής των Ηνωμένων Εθνών, σύμφωνα με το έγγραφο.
Στο Σουδάν, εν μέσω αγροτικής παραγωγής που έχει επηρεαστεί ιδιαίτερα από τη βία και τις λεηλασίες και εισαγωγών που παρεμποδίζονται από υλικές και οικονομικές δυσκολίες, οι τιμές των τροφίμων καταγράφουν άλμα, σύμφωνα με την έκθεση.
Ο FAO και το WFP πρόσθεσαν την Αϊτή στον κατάλογο των περιοχών που προκαλούν τη μεγαλύτερη ανησυχία (ο προηγούμενος κατάλογος χρονολογείται από τον Οκτώβριο του 2023) καθώς η αυξανόμενη βία ένοπλων ομάδων «διαταράσσει την τροφοδοσία, αυξάνει τους εσωτερικούς εκτοπισμούς και επηρεάζει την πρόσβαση σε ανθρωπιστικές οργανώσεις».
Συνολικά, η επισιτιστική κρίση επιτείνεται σε 18 «εστίες πείνας», σύμφωνα με τα στοιχεία των υπηρεσιών του ΟΗΕ, με «πολύ υψηλό» επίπεδο ανησυχίας για το Τσαντ, τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, τη Μιανμάρ, τη Συρία και την Υεμένη.