Όπως έλεγε στην «Ε» ο γιος του, Σάκης, αγαπούσε τη μουσική όσο αγαπούσε και τον κόσμο, γι’ αυτό ποτέ δεν χαλούσε το χατίρι των ανθρώπων παίζοντας μέχρι να βγει ο ήλιος. «Του έλεγαν οι άλλοι μουσικοί, άντε ρε Αντώνη, θα ξημερώσει, πάμε να φύγουμε, πάμε στο σπίτι μας κι αυτός απαντούσε, θα παίζουμε μέχρι να σταματήσει κι ο τελευταίος. Αυτός ο άνθρωπος ήταν ο πατέρας μου. Ανοιχτόκαρδος με πολλή αγάπη για τον άνθρωπο και τη μουσική» θα επισημάνει, ξετυλίγοντας το κουβάρι των αναμνήσεων. Θα θυμηθεί επίσης ότι όταν ήταν μικρός και ο πατέρας του είχε το μαγαζί «Σπηλιά» ο ίδιος κοιμόταν πάνω στα πιάτα που είχαν σπάσει και ήταν στοιβαγμένα μέσα σε σακούλες και με μια κουβέρτα πάνω τους. Ο Αντώνης Κοκότσικας, γιος του αυτοδίδακτου βιολιστή Χρήστου Κοκότσικα, έμαθε ακορντεόν στη μουσική σχολή Μαυρομουστάκη και στην καριέρα του συνεργάστηκε με ονόματα όπως τους Γιώργο Μπέκιο, Χρήστο Αγριόδημο, Νίκο Χριστοδούλου, Κώστα Παλαμίδα, Φιλιώ Πυργάκη, Τασία Βέρρα, Βάσω Χαρακίδα, Γιώργο Μάγγα και πάρα πολλούς άλλους.
Ο Αντώνης Κοκότσικας δεν έλειψε ποτέ από τα πανηγύρια και γενικότερα από τις χαρές των ανθρώπων. Όπως θυμόταν η κ. Π.Α., «Είχαμε πάει, κάπου στις αρχές της δεκαετίας του ’70 να πάρουμε τα προικιά της νύφης μου, της γυναίκας του αδερφού μου, από τον Πλατύκαμπο. Αυτοκίνητα λίγα κυκλοφορούσαν τότε, η προίκα μεγάλη, οπότε επιστρατεύτηκε τρακτέρ με πλατφόρμα, ανεβήκαμε όσοι θα πηγαίναμε, ανέβηκε και ο Αντώνης ο Κοκότσικας με το ακορντεόν. Καθ’ όλη τη διάρκεια του «ταξιδιού», γιατί ταξίδι ήταν τότε, έπαιζε και τραγουδούσε. Φτάνουμε στον Πλατύκαμπο, καθώς δεν ήξερε ο οδηγός πού ακριβώς ήταν το σπίτι, χαθήκαμε, ανησυχία για όλους, άγχος ότι θα αργήσουμε, ο Αντώνης όμως δεν σταματούσε να παίζει και να μας φτιάχνει το κέφι. Τελικά το βρήκαμε και δεν μπορώ να σας περιγράψω τι γλέντι ήταν εκείνο! Αν και πέρασαν σχεδόν πενήντα χρόνια, ακόμη το θυμάμαι!» θα πει.
Ο Αντώνης Κοκότσικας αφήνει πίσω τη σύζυγό του Νίκη και τα τρία του παιδιά, τον Χρήστο, την Κερασία και τον Σάκη.
Θανάσης Αραμπατζής