Μεταφέροντας «τον προβληματισμόπλήθους μελών της», η ΕΣΠΕΛ σημειώνει «την αναγκαιότητα βελτίωσης του νομοθετικού πλαισίου που καλύπτει τις μεταθέσεις του προσωπικού και ειδικότερα σε ό,τι αφορά τουςσυναδέλφους, που έχουν παιδιά μαθητές και μαθήτριες της Β’ τάξης Λυκείου και οι οποίοι δεν εντάσσονται σε καθεστώς προστασίας (ειδικής μεταθεσιμότητας) με σαφή - ρητή πρόβλεψη στο υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο», όπως ισχύει για τους μαθητές και τις μαθήτριες της Γ’ Λυκείου.
«Εν απουσία σαφούς θεσμικού πλαισίου», σημειώνει, μεταξύ άλλων, η ΕΣΠΕΛ, «είναι διακριτή η ελλιπής ουσιαστική μέριμνα για τη «θωράκιση» των παιδιών του Λυκείου που βρίσκονται στο μεταβατικό στάδιο της εισαγωγής τους στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, με σκοπό την επαγγελματική τους αποκατάσταση.
Συνεπώς, είναι αναγκαίο ένα νέο ολοκληρωμένο και διαφανές θεσμικό πλαίσιο αναφοράς, στο οποίο δε θα υπεισέρχονται υποκειμενικοί παράγοντες (επιλεκτική ερμηνεία και εφαρμογή), κατά την απόλυτη ευχέρεια των Γενικών Επιτελείων, αλλά θα παρέχονται οι ελάχιστες εγγυήσεις που θα εξασφαλίζουν την πιστή εφαρμογή της βούλησηςτου νομοθέτη που συμπυκνώνεται στη φράση «…για τον σχεδιασμό των μεταθέσεων λαμβάνεται υπόψη, μεταξύ άλλων, και η ύπαρξη τέκνων που θα φοιτήσουν στη Β’ και Γ’ Λυκείου κατά το επόμενο από την υλοποίηση σχολικό έτος, προκειμένου να μην αλλάζουν σχολικό περιβάλλον...», με την κατά κανόνα (και όχι κατά το δοκούν) εξαίρεση των γονέων στρατιωτικών από τη διαταγή μεταθέσεως για περιορισμένο χρονικό διάστημα (προσωρινό καθεστώς ειδικής μεταθεσιμότητας)» καταλήγει η ΕΣΠΕΛ, καταθέτοντας συγκεκριμένη πρόταση «διαμόρφωσης ενός κοινωνικού πλέγματος προστασίας των μαθητών του Λυκείου που είναι τέκνα στελεχών των ΕΔ» διά της τροποποίησης παραγράφου του άρθρου 5 του Ν.3883/2010.