Η Ιερά Κοινότητα του Αγίου Όρους μάλιστα έχει από καιρό εκφράσει την αμέριστη συμπαράσταση των Αγιορειτών πατέρων στους αντιδρώντες γονείς, γράφοντας σε δημόσια επιστολή της: «Πώς είναι δυνατόν νά μή σταθώμεν εις τό πλευρόν των γονέων, οί όποιοι συναισθανόμενοι τόν κίνδυνον διά τήν μόλυνσιν της ψυχής των τέκνων τους, άναγκάζονται νά έπιστρέψουν ώς άπαραδέκτους τούς «Φακέλους Μαθήματος Θρησκευτικών»;»
Μαθαίνουμε ωστόσο ότι ορισμένα στελέχη της εκπαίδευσης, αρνούμενα να συμμορφωθούν προς τις εκ του νόμου υποχρεώσεις τους ως δημόσιων λειτουργών, δημιουργούν κωλύματα στους γονείς που επιστρέφουν τους «φακέλους» στο σχολείο, επικαλούμενα αβάσιμους ισχυρισμούς.
Για τον λόγο αυτό αναγκαζόμαστε να διευκρινίσουμε τα εξής:
Σύμφωνα με τον Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (Ν.2690/1999 όπως ισχύει), άρθρο 12: «Κάθε έγγραφο που περιέρχεται στην υπηρεσία με οποιονδήποτε τρόπο, καταχωρίζεται αυθημερόν στο βιβλίο εισερχομένων, κατ’ αύξοντα αριθμό, με χαρακτηρισμό και μνεία του θέματος στο οποίο αναφέρεται και του αριθμού των στοιχείων που το συνοδεύουν. Στο ίδιο βιβλίο αναγράφονται επίσης το όργανο προς το οποίο το έγγραφο απευθύνεται, καθώς και η ημερομηνία εισόδου του. Η υπηρεσία οφείλει να χορηγεί βεβαίωση καταχώρισης του εγγράφου με όλα τα παραπάνω στοιχεία».
Κατά συνέπεια, κάθε σχολική μονάδα στην οποία γονέας παραδίδει έγγραφο, γνωστοποιώντας με αυτό την εκ μέρους του επιστροφή βιβλίων, έχει την υποχρέωση, ανεξάρτητα από το αν συμφωνεί ή όχι με το περιεχόμενο του εγγράφου, να το παραλαμβάνει και να το πρωτοκολλεί ως εισερχόμενο, γνωστοποιώντας στον υποβάλλοντα τον αριθμό πρωτοκόλλου.
Σε αρκετές περιπτώσεις οι γονείς επιστρέφουν τα βιβλία Θρησκευτικών χρησιμοποιώντας αντί άλλου εγγράφου ένα έντυπο που επιγράφεται «Δήλωση επιστροφής βιβλίου/φακέλου μαθητή μαθήματος Θρησκευτικών».
Επειδή το έντυπο αυτό απευθύνεται προς το Υπουργείο Παιδείας, ορισμένοι διευθυντές σχολείων αρνούνται να το παραλάβουν ισχυριζόμενοι αναρμοδιότητα. Ο ισχυρισμός όμως αυτός δεν ευσταθεί, δεδομένου ότι κάθε σχολική μονάδα αποτελεί Υπηρεσία του Υπουργείου Παιδείας, στην οποία μάλιστα η πρόσβαση των γονέων/πολιτών είναι συνήθως πολύ ευκολότερη από ό,τι στο ίδιο το Υπουργείο.
Άλλωστε το εν λόγω έντυπο επιστροφής βιβλίων αποτελεί ουσιαστικά αίτηση, όπως αποδεικνύεται από το ίδιο το κείμενό του, όπου περιλαμβάνεται με έντονα κεφαλαία γράμματα η λέξη «ΑΙΤΟΥΜΑΙ». Επομένως, και αν ακόμη τα σχολεία θεωρηθούν αναρμόδια για μια αίτηση που απευθύνεται προς το Υπουργείο Παιδείας, έχουν ωστόσο την υποχρέωση να τη διαβιβάσουν σε αυτό, σύμφωνα πάλι με τον ΚΔΔ (Ν.2690/1999), που στην παρ. 1α του άρθρου 4 ορίζει: «Αν η αίτηση υποβληθεί σε αναρμόδια υπηρεσία, η υπηρεσία αυτή οφείλει, μέσα σε τρεις (3) ημέρες, να τη διαβιβάσει στην αρμόδια και να γνωστοποιήσει τούτο στον ενδιαφερόμενο».
3. Τα επιστρεφόμενα βιβλία είναι κατ’ ουσίαν συνημμένα στην ανωτέρω αίτηση και αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της. Κατά συνέπεια η αίτηση δεν επιτρέπεται να διαβιβαστεί στο Υπουργείο μεμονωμένα, διαχωριζόμενη από τα επισυναπτόμενα σε αυτή βιβλία.
Εξάλλου ο ισχυρισμός ότι τα βιβλία αποτελούν περιουσία του σχολείου - και επομένως επιβάλλεται να παραμείνουν σε αυτό - δεν ευσταθεί, πολύ περισσότερο για βιβλία που έχουν ήδη παραδοθεί σε μαθητές. Επειδή ωστόσο η ευθύνη για την κυκλοφορία των απαράδεκτων αυτών βιβλίων των Θρησκευτικών δεν ανήκει στους διευθυντές σχολείων ή τα τοπικά στελέχη της εκπαίδευσης, θεωρούμε πως δεν συντρέχει λόγος για αντιπαράθεση των γονέων μαζί τους. Ως εκ τούτου είναι προτιμότερο οι γονείς να αποστέλλουν την αίτηση/δήλωση επιστροφής μαζί με τα επιστρεφόμενα βιβλία απευθείας στο Υπουργείο Παιδείας σε συστημένο φάκελο, ζητώντας από το Υπουργείο αριθμό πρωτοκόλλου. Στην περίπτωση αυτή καλό θα είναι να ενημερώνουν και το σχολείο για την κίνησή τους αυτή, κοινοποιώντας σε αυτό αντίγραφο της αίτησης/δήλωσής τους. Ανεξάρτητα πάντως από τη διαδικασία επιστροφής που θα επιλέξουν οι γονείς, είναι υποχρεωτικός ο σεβασμός στο δικαίωμά τους «όπως εξασφαλίζωσι τήν μόρφωσιν και έκπαίδευσιν» των παιδιών τους «συμφώνως προς τάς ίδίας αύτών θρησκευτικός και φιλοσοφικός πεποιθήσεις» (Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, Πρόσθετο Πρωτόκολλο, άρθρο 2, Ν.Δ. 53/1974). Τακτικές, όπως εκείνη που συνέβη σε σχολείο, με τα επιστραφέντα βιβλία να ξαναδίνονται προσωρινά σε μαθητές για να τα χρησιμοποιούν κατά τη διάρκεια του μαθήματος των Θρησκευτικών, παρότι οι γονείς τους τα έχουν επιστρέψει ως απαράδεκτα, συνιστούν κατάφωρη παραβίαση του ανωτέρω νόμιμου δικαιώματος και για τον λόγο αυτό είναι αντιδεοντολογικές και παράνομες. Για μια ακόμη φορά χαιρετίζουμε τη δυναμική αντίσταση των γονέων στην επιχειρούμενη αποδόμηση της ορθόδοξης χριστιανικής ταυτότητας των παιδιών, και δηλώνουμε πως συμπαρατασσόμαστε μαζί τους. Σε περίπτωση δε που συμβεί να μας καταγγελθεί ανάρμοστη ή παράνομη συμπεριφορά εκπαιδευτικών έναντι είτε γονέων που επιστρέφουν τα βιβλία είτε παιδιών τους που παρακολουθούν χωρίς βιβλίο το μάθημα των Θρησκευτικών, επιφυλασσόμαστε να ασκήσουμε κάθε νόμιμο δικαίωμά μας για την αναζήτηση ευθυνών από τους υπολόγους.
Καλούμε όλους τους γονείς να συστρατευθούν στην πρωτοφανή αυτή μαζική διαμαρτυρία κατά της αλλοίωσης του ομολογιακού χαρακτήρα του μαθήματος των Θρησκευτικών, επιστρέφοντας στο Υπουργείο Παιδείας τους αντίστοιχους «φακέλους» ως απαράδεκτους και απαιτώντας την ανάκληση του σχετικού Προγράμματος Σπουδών. Η Ελληνική Πολιτεία οφείλει να σεβαστεί τον Νόμο, το Σύνταγμα, και τις Διεθνείς Συμβάσεις».
Οι Σύλλογοι που υπογράφουν τα παραπάνω είναι οι εξής: Σύλλογος Πολυτέκνων Λαρίσης και Περιχώρων Ένωση Θεολόγων Λάρισας, Γ.Ε.Χ.Α. (Γονέων Ένωσις «η Χριστιανική Αγωγή») Λάρισας, Χριστιανική Ένωση Επιστημόνων Λάρισας Ενωμένη Ρωμηοσύνη, Χριστιανική Εστία Λάρισας «Ο Απόστολος Παύλος», Σύλλογος Ορθοδόξου Ιεραποστολικής Δράσεως «Ο Μέγας Βασίλειος» Λάρισας, Φιλανθρωπικό Σωματείο «Ιωάννης ο Χρυσόστομος», Ορθόδοξος Ιεραποστολικός Σύλλογος «Πορεία Αγάπης», Σύλλογος Ορθοδόξου Εξωτερικής Ιεραποστολής «Ο Απόστολος Βαρνάβας».