Σύμφωνα με τα δεδομένα της μελέτης, κάτω από όλα τα εξεταζόμενα σενάρια εξέλιξης του κλίματος, το πιο ανθεκτικό από τα φυτά που καλλιεργούνται στη Θεσσαλία εμφανίζονταν το βαμβάκι (στο χειρότερο σενάριο προβλέπονταν μείωση μέχρι 10% και στο καλύτερο αύξηση μέχρι και περισσότερο του 10%), το πιο ευαίσθητο το σιτάρι (στο καλύτερο σενάριο δεν θα υπήρχε μεταβολή στην απόδοση και στο χειρότερο προβλέπονταν μείωση μεγαλύτερη του 10%) και λιγότερο ευαίσθητο το καλαμπόκι (προβλέπονταν σχεδόν σε όλα τα σενάρια αύξηση μέχρι και 10%).
Δώδεκα χρόνια μετά, η ΤτΕ επικαιροποίησε τα συμπεράσματά της, λαμβάνοντας υπόψη τα νέα δεδομένα που προέκυψαν στο διάστημα που μεσολάβησε, τα οποία παρουσίασε στις 15-12-23. Στο άρθρο αυτό σχολιάζονται τα αναθεωρημένα αυτά αποτελέσματα με ιδιαίτερη αναφορά στην εξέλιξη του κλίματος στην Ελλάδα και στη Θεσσαλία και στις επιπτώσεις στις βασικές καλλιέργειες βαμβάκι, σιτάρι και καλαμπόκι.
Οι νέες προβλέψεις για το κλίμα, εξετάστηκαν κάτω από τα τρία γνωστά σενάρια, το ενδιάμεσο ή μέτριο (RCP 4.5), στο οποίο υποτίθεται ότι οι εκπομπές ΑτΘ θα αυξάνονται μέχρι το 2040 και μετά θα μειωθούν και το ακραίο σενάριο (RCP 8.5) στο οποίο οι παγκόσμιες εκπομπές ΑτΘ υποτίθεται ότι θα συνεχίσουν να αυξάνονται μέχρι το 2100 Σημειώνεται ότι το αυστηρό ή ήπιο (RCP 2.6) που βασίζονταν στην υπόθεση ότι το μέγιστο των παγκόσμιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου (ΑτΘ) θα συμβεί την περίοδο 2010-2020 και στη συνέχεια θα ακολουθήσει σημαντική μείωση, απορρίφθηκε από τις εξελίξεις στο κλίμα που μεσολάβησαν.
Τα αναθεωρημένα αποτελέσματα συνοψίζονται στα παρακάτω:
Τo 2023 καταγράφηκε ως το θερμότερο από το 1900 για μεγάλα τμήματα της Μεσογείου. Η μέση βροχόπτωση στην Ελλάδα αναμένεται να εξακολουθήσει να μειώνεται έως και κατά 15% στο ενδιάμεσο σενάριο και έως 30% στο ακραίο σενάριο. Ακόμη αναμένεται αύξηση των καυσώνων, των ξηρασιών, των ραγδαίων βροχοπτώσεων. Το κόστος της ΚΑ, αν δεν ληφθούν μέτρα προσαρμογής και μετριασμού, θα ξεπεράσει κατά πολύ τα 700 δις Ευρώ, ενώ αν ληφθούν μέτρα προσαρμογής το κόστος θα εκτιμάται ότι θα μειωθεί στο μισό.
Σε ό,τι αφορά στη Θεσσαλία, οι προβλέψεις είναι ιδιαίτερα ανησυχητικές: H συγκέντρωση του διοξειδίου του άνθρακα θα αυξηθεί ως το 2100 στα 545 ppm στο ενδιάμεσο σενάριο (RCP4.5) και στα 850 ppm στο ακραίο σενάριο (RCP8.5), με αποτέλεσμα την αύξηση της μέγιστης θερμοκρασίας στην ίδια περίοδο κατά 1.85 oC στο ενδιάμεσο σενάριο και κατά 2.26 oC στο ακραίο σενάριο, την αύξηση της εξατμισοδιαπνοής κατά 13.80% και 30.62% αντίστοιχα στο ενδιάμεσο και ακραίο σενάριο. Σε ό,τι όμως αφορά τη βροχόπτωση στο ενδιάμεσο σενάριο αναμένεται να αυξηθεί κατά 3.22%, αλλά θα μειωθεί κατά 31% περίπου στο ακραίο σενάριο.
Το τι σημαίνουν όμως αυτοί οι αριθμοί για τις βασικές καλλιέργειες της Θεσσαλίας, αποκάλυψε έρευνα του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών (αναφορά 2) σε περιοχές των Τρικάλων, του Ζαππείου και του Σωτηρίου Λάρισας με καλλιέργειες σιτάρι, καλαμπόκι και βαμβάκι, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της οποίας, λόγω της ΚΑ αλλαγής προβλέπεται ότι:
Θα ενταθεί η ερημοποίηση της Γης, ιδιαίτερα στις επικλινείς περιοχές λόγω διάβρωσης ή σε κακώς στραγγιζόμενες εκτάσεις λόγω αλάτωσης, με αποτέλεσμα τη μείωση της παραγωγικότητας.
Σε βαθιά εδάφη θα μειωθεί η απόδοση του καλαμποκιού έως 29%, του βαμβακιού μέχρι 30%, αλλά να αυξηθεί η απόδοση του σιταριού μέχρι 69% στο τέλος του αιώνα στο ακραίο σενάριο.
Σε ρηχά και επικλινή εδάφη θα εκμηδενισθούν ουσιαστικά οι αποδόσεις του βαμβακιού και του αραβοσίτου, αλλά θα διατηρηθούν σε χαμηλά επίπεδα οι αποδόσεις του σιταριού σε ρηχά και επικλινή εδάφη έως το τέλος του αιώνα.
Συνοπτικά, σύμφωνα με τις νέες εκτιμήσεις, η απόδοση του καλαμποκιού και του βαμβακιού θα υποστούν τη μεγαλύτερη μείωση και «κερδισμένη» φαίνεται μόνο η καλλιέργεια του σιταριού.
Σημειώνεται ότι τα συμπεράσματα αυτά βασίζονται σε υποθέσεις με τη χρησιμοποίηση μοντέλων (στην περίπτωση των γεωργικών καλλιεργειών το μοντέλο AquaCrop) και δεν είναι βέβαιο ότι θα επιβεβαιωθούν πλήρως. Ειδικότερα σε ό,τι αφορά τα συμπεράσματα για το σιτάρι και το καλαμπόκι, φαίνεται να μη συμφωνούν με τη γενικά αποδεκτή επιστημονικά άποψη ότι το σιτάρι ως μέλος της ομάδας C3 είναι λιγότερο ανθεκτικό στην ΚΑ σε σύγκριση με το καλαμπόκι που ανήκει στην ομάδα C4. Μπορούν παρά ταύτα τα αποτελέσματα αυτά να βοηθήσουν στην κατανόηση της ανάγκης να μελετηθούν σε λεπτομερέστερη κλίμακα οι εδαφοκλιματικές συνθήκες κάτω από τα νέα κλιματικά δεδομένα και να δημιουργηθούν αγροοικολογικές ζώνες, με βάση τις οποίες θα πρέπει να γίνει η αναδιάρθρωση των καλλιεργειών που θα είναι προσαρμοσμένες στην ΚΑ. Όσο η έρευνα προχωρά και καταγράφονται με μεγαλύτερη λεπτομέρεια και ακρίβεια τα αποτελέσματα, η ανάγκη αυτή θα γίνεται όλο και πιο έκδηλη. Η ΚΑ δείχνει τις προθέσεις της, η έρευνα τις καταγράφει και η Πολιτεία πρέπει να προσαρμόζει τις αποφάσεις της με βάση τις νέες συνθήκες.
Γίνεται αυτό; Για το συγκεκριμένο ζήτημα, δηλαδή της προσαρμογής του πρωτογενή τομέα με επιλογή των κατάλληλων καλλιεργειών, η Πολιτεία δεν έχει φροντίσει μέχρι σήμερα να δημιουργήσει τα βασικά εργαλεία, όπως χάρτες αγροοικολογικών ζωνών (ζώνες που διακρίνονται με βάση τα εδαφολογικά και κλιματικά στοιχεία), εντός των οποίων θα καλλιεργηθούν τα φυτά που προσαρμόζονται καλύτερα στις νέες συνθήκες. Η προσαρμογή έχει αφεθεί να γίνεται εμπειρικά από τους ίδιους τους παραγωγούς. Σε αυτή την κατεύθυνση οι έρευνες του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας (καθηγητής Ν. Δαλέζιος) για τη δημιουργία αγροκλιματικών ζωνών προσφέρουν ένα πρώτο πολύ καλό βοήθημα, το οποίο ελπίζουμε να αξιοποιήσει η Πολιτεία.
Αναφορές: 1) ΕΜΕΚΑ 2011. «ΟΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΕΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ». 2) Καραμάνος και συν. 2023. ΕΚΤΙΜΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ ΣΤΟΥΣ ΕΔΑΦΙΚΟΥΣ ΠΟΡΟΥΣ ΚΑΙ ΣΤΙΣ ΑΡΟΤΡΑΙΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ. Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ. ΤτΕ.*Ο Χρίστος Τσαντήλας είναι Γεωπόνος, Δρ. Εδαφολογίας, πρ. Διευθυντής του Ινστιτούτου Βιομηχανικών και Κτηνοτροφικών Φυτών του ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ (e-mail: christotsadilas@gmail.com).