κεντρική εκδήλωση για την αναθεώρηση του ισχύοντος από το 2017 Σχεδίου Διαχείρισης Λεκανών Απορροής (ΣΔΛΑΠ), παρουσία πολιτικών στελεχών του Υπουργείου Περιβάλλοντος. H εκδήλωση αυτή στα πλαίσια της προβλεπόμενης από τη σχετική ευρωπαϊκή οδηγία διαβούλευσης, για λόγους άγνωστους σε εμάς, αναβλήθηκε ΠΡΙΝ ξεσπάσουν οι καταστροφικές πλημμύρες στη Θεσσαλία και βεβαίως ο χρόνος διεξαγωγής της μεταφέρεται μετά τις αυτοδιοικητικές εκλογές.
Πάντως τα γεγονότα που μεσολάβησαν μεταβάλλουν ουσιαστικά την ατζέντα και τους όρους υπό τους οποίους θα διεξαχθεί αυτή η διαβούλευση. Οι θεσσαλικοί φορείς, καθώς και οι πολίτες που θα συμμετάσχουν έχουν πολύ περισσότερα να πούνε και να απαιτήσουν για παρεμβάσεις και έργα στο υδατικό θέμα, που σχετίζονται πρωτίστως με την ΑΣΦΑΛΕΙΑ.
Εξάλλου όλοι πια έχουν πολύ μεγαλύτερη μαχητικότητα για την ΑΜΕΣΗ υλοποίηση έργων και δράσεων που θα ανακουφίσουν την πληγωμένη Θεσσαλία και που στο μέλλον θα μας προστατέψουν αποφασιστικά από την προαιώνια απειλή των πλημμυρών (αλλά ταυτόχρονα και από τυχόν ξηρασίες) .
Δηλαδή σε αυτό ακριβώς που πρόσφατα δεν κατάφεραν να πετύχουν οι πολιτικοί και αυτοδιοικητικοί μας εκπρόσωποι, παρά τα άφθονα τεχνολογικά μέσα και εργαλεία που σήμερα τους προσφέρει η επιστήμη και παρά την πρόσφατη εμπειρία που (όφειλαν να) έχουν αποκτήσει από την προ τριετίας αντίστοιχη επέλαση του Ιανού.
Επικεντρώνοντας τη σημερινή μας παρέμβαση στις επερχόμενες αυτοδιοικητικές εκλογές του Οκτωβρίου, θεωρούμε πως μετά από όλα αυτά οι παρατάξεις που διεκδικούν την ψήφο των Θεσσαλών, ειδικά για την Περιφέρεια Θεσσαλίας (ΠΘ), ΟΦΕΙΛΟΥΝ να τοποθετηθούν στο υδατικό πρόβλημα και την ασφάλειά μας με ΚΑΘΑΡΕΣ ΘΕΣΕΙΣ και ουσιαστικές προτάσεις.
Ας δούμε όμως πώς διαχειρίστηκαν τα προηγούμενα χρόνια αυτά τα ζητήματα.
Στην παράταξη της ΝΔ, που όλα αυτά τα χρόνια διοικεί την ΠΘ, δεν υπήρξαν αποκλίσεις από την ενιαία και ΟΜΟΦΩΝΗ θέση όλων των θεσσαλικών οργανώσεων στο θέμα των υδάτων.
Η ΠΘ αποδέχθηκε τις αποφάσεις των προηγούμενων Σχεδίων σε όλα τα θέματα, εκτός βεβαίως από την «απαγόρευση» μεταφοράς υδάτων από τον Αχελώο που εμβόλιμα, με αυταρχικό τρόπο και χωρίς ουσιαστικό διάλογο, είχε επιβάλει (μέσω των ΣΔΛΑΠ) διοικητικά η κυβέρνηση Τσίπρα.
Παρόλα αυτά, η αυτοδιοικητική παράταξη της ΝΔ, ΔΕΝ διεκδίκησε με τη δέουσα αγωνιστικότητα και μαχητικότητα ούτε την κατασκευή των περιφερειακών έργων στη λ. Πηνειού (που μεταξύ άλλων θα συνέβαλαν αποφασιστικά στη μείωση των καταστροφών από τον «Ιανό» και τον Daniel...), ούτε φυσικά την υπέρβαση της εκκρεμότητας για την ενίσχυση του υδατικού δυναμικού της Θεσσαλίας με νερά από τον Αχελώο. Ειδικά την τελευταία τετραετία προτίμησαν ουσιαστικά τη «γραμμή» της σιωπής που προσωπικά ο σημερινός πρωθυπουργός επέβαλε στο κόμμα του, με αποτέλεσμα η κατάσταση αυτή να «σέρνεται», και να παραμένουν οι ΓΝΩΣΤΟΙ ΣΕ ΟΛΟΥΣ κίνδυνοι για απώλειες ανθρώπινων ζωών και για ανυπολόγιστες καταστροφές σε περίπτωση που ο επόμενος Ιανός ή Daniel ή όπως αλλιώς τον ονομάσουν, θα χτυπήσει τη λ. Αχελώου.
[Και με την ευκαιρία, αυτές τις δραματικές ημέρες παρατηρούμε πως οι εισαγγελικές αρχές διεξάγουν έρευνα π.χ. για το ποσοστό των πόρων που «μεταφέρθηκαν» από κατασκευή κάποιων τοπικών αντιπλημμυρικών έργων σε άλλα έργα περιορισμένης αναγκαιότητας (οδοποιίες κ.λπ.). Και εδώ τίθεται το ερώτημα τι έπραξαν οι ίδιες αυτές εισαγγελικές αρχές όταν ΕΔΩ ΚΑΙ ΧΡΟΝΙΑ βοά ο τόπος για τους τεράστιους κινδύνους από την εγκατάλειψη των ημιτελών έργων Αχελώου, τους οποίους το ίδιο το ΣτΕ έχει αποδεχθεί, αλλά και ειδικοί (Έλληνες και ξένοι) πραγματογνώμονες με υπομνήματα τους ενημέρωσαν ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥΣ που παρέλασαν από το υπουργείο Υποδομών τα τελευταία δώδεκα χρόνια....].
Έτσι, επί δέκα συναπτά έτη το έργο βρίσκεται σε τέλμα, ενώ ούτε η κυβέρνηση Μητσοτάκη ασχολήθηκε με το θέμα «κρυπτόμενη» πίσω από την ακυρωτική (για την εκτροπή) απόφαση του ΣτΕ του 2014.
Με τον τρόπο αυτόν, ακυρώθηκαν στην πράξη οι προοπτικές να αποκτήσει η Θεσσαλία αποθέματα ασφάλειας απέναντι στην ξηρασία, αλλά και να πορευθεί σε συνθήκες βιώσιμης ανάπτυξης με ενίσχυση των υδάτων της, αντί να καταστρέφει τα υπόγεια (κυρίως) υδάτινα οικοσυστήματα της αναζητώντας απεγνωσμένα νερό για αρδεύσεις.
Την ίδια στάση τήρησε η παράταξη της ΝΔ και στο θέμα της υπό κατάρρευση σήραγγας μεταφοράς Πευκόφυτου, ενός κομβικού έργου για τη μεταφορά των υδάτων από τη λ. Αχελώου, το οποίο σημειωτέον είναι κατασκευασμένο κατά 85% (!). Θυμίζουμε πως το 2011 το ΣτΕ με απόφασή του εξαίρεσε τη σήραγγα από τη διακοπή εργασιών (που είχε παλαιοτέρα επιβάλλει στα έργα εκτροπής) και σχεδόν υπέδειξε στη διοίκηση να την ολοκληρώσει για λογούς «δημοσίου συμφέροντος». Και όμως, η αυτοδιοικητική παράταξη της ΝΔ που διοικεί την ΠΘ και που αυτά τα δώδεκα χρόνια είχε την πρώτη ευθύνη, σχεδόν καθόλου δεν πίεσε τις κυβερνήσεις για επανεκκίνηση των εργασιών (με όπλο τη θετική προς τούτο απόφαση του ΣτΕ).
Τέλος παρόμοια ήταν η στάση της και στη διεκδίκηση των περιφερειακών - πολλαπλής σκοπιμότητας - έργων στη λ. Πηνειού. Την τελευταία μάλιστα τετραετία φρόντισε με μεγάλη «διακριτικότητα» να προστατέψει τον κ. Μητσοτάκη και να μην τον εκθέσει που το 2020 στον «Ιανό» είχε υποσχεθεί την κατασκευή του Μουζακίου, κάτι όμως που στη συνέχεια «ξέχασε» εντελώς. Η πίεση που ασκήθηκε στην κυβέρνηση για την υλοποίηση τους ήταν δυστυχώς εντελώς υποτονική και ανεπιτυχής, ενώ εμφανής (και συνειδητή) υπήρξε η απουσία συντονισμένης πολιτικής διεκδίκησης από κοινού με τους φορείς (π.χ. Ε.Δ.Υ.ΘΕ και όχι μόνο).
Κατά την άποψή μας, μια τέτοια παθητική στάση στο μείζον ζήτημα των υδάτων, της ασφάλειας από πλημμύρες, του περιβάλλοντος και της βιώσιμης ανάπτυξης της Θεσσαλίας ΔΕΝ ταιριάζει στην τοπική μας ηγεσία, ανεξάρτητα από την οποιαδήποτε απορρόφηση πόρων από ευρωπαϊκά προγράμματα ή και την παραγωγή έργων που πραγματοποιούνται από την ΠΘ (και που ενδεχομένως είναι αναγκαία).
Σε ό,τι αφορά την παράταξη της αξιωματικής αντιπολίτευσης στο Περιφερειακό Συμβούλιο (ΠΣ) κατά την περίοδο που διανύουμε, ούτε η απρόσωπη ηγεσία της, ούτε οι σύμβουλοι της έθεσαν «μετ’ επιτάσεως» τα θέματα των υδάτων που περιγράψαμε, ούτε βεβαίως αυτό της μεταφοράς υδάτων από τον Αχελώο. Η συμμετοχή της παράταξης του ΣΥΡΙΖΑ στο σχήμα αυτό προφανώς δεν ευνοούσε ανάδειξη τέτοιων θεμάτων, δεδομένου πως ο ΣΥΡΙΖΑ σε μια προηγουμένη θητεία του στο ΠΣ (το 2015, από κοινού με την ΑΝΤΑΡΣΥΑ) είχαν εμμέσως θέσει θέμα κατεδάφισης της Μεσοχώρας (!!!), ενός έργου αξίας άνω των 600 εκατ. ευρώ, που ευτυχώς το 2017 η κυβέρνηση Τσίπρα προσγειώθηκε στην πραγματικότητα και τελικά το αδειοδότησε.
Όμως η αποτυχία τους αυτή δεν τους πτόησε. Οι ίδιοι στη συνέχεια εξακολούθησαν να ζητούν την «ακύρωση της εκτροπής», αποφεύγοντας για ευνόητους λόγους να αποκαλύψουν με καθαρές εκφράσεις τον ανομολόγητο στόχο τους για κατεδάφιση των έργων εκτροπής, δηλαδή του φράγματος Συκιάς και σήραγγας εκτροπής (συνολικής αξίας 500 εκατ. ευρώ), κάτι που εύλογα θα προκαλούσε την αγανάκτηση της συντριπτικής πλειοψηφίας των σκεπτόμενων πολιτών.
Σήμερα η σκυτάλη της σύμπραξης των δυνάμεων αυτών πέρασε στα χέρια του καθηγητή Δ. Κουρέτα, ο οποίος ΟΦΕΙΛΕΙ να αντιληφθεί την κρισιμότητα του θέματος και να ΕΠΙΒΑΛΕΙ μια σαφή ενιαία θέση αυτής της παράταξης, την οποία μάλιστα θα πρέπει μέσα από το πρόγραμμά του να κάνει γνωστή στους ψηφοφόρους ΠΡΙΝ τις εκλογές. (Σημ.: μέχρι τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές το πρόγραμμά τους δεν έχει δοθεί στη δημοσιότητα).
Εξάλλου στο σχήμα αυτό συμμετέχει και το ΠΑΣΟΚ, το οποίο έχει καθαρές θέσεις στο θέμα των υδάτων και αμετακίνητη στάση στα περιφερειακά έργα και στο θέμα της εκτροπής Αχελώου, όπως διαπιστώσαμε σε συνάντηση με την κοινοβουλευτική του ομάδα τον περασμένο Δεκέμβριο στη Βουλή, έστω και αν στη Βουλή δεν πίεσε όσο θα έπρεπε την κυβέρνηση για συζήτηση σχετικά με την ολοκλήρωση των έργων.
Συνεπώς οι αυτοδιοικητικές εκλογές θα είναι μια πολύ καλή ευκαιρία για ειλικρινή πολιτική τοποθέτηση και αντίστοιχες δεσμεύσεις του καθηγητή Δ. Κουρέτα στο θέμα αυτό. Και σίγουρα και ο ίδιος αντιλαμβάνεται πως σε μια παράταξη δύσκολα θα μπορούσαν να «συστεγαστούν» και να ισορροπήσουν δυο εντελώς αντικρουόμενες απόψεις για ένα μείζον πολιτικό θέμα όπως το υδατικό στη Θεσσαλία.
Εάν πάντως επιλέξει στο θέμα αυτό τη γνωστή τακτική του αποπροσανατολισμού που ο ΣΥΡΙΖΑ την έχει αναγάγει σε επιστήμη, εκτιμούμε πως αργά ή γρήγορα θα προκληθούν ρήξεις οι οποίες δύσκολα κρύβονται «κάτω από το χαλί» και η παράταξη του θα καταλήξει ουσιαστικά να συμβαδίζει με την παθητική στάση της αυτοδιοικητικής παράταξης της ΝΔ απέναντι στην κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Σε κάθε περίπτωση, ας λάβει υπόψη του ο κ. Κουρέτας πως τέτοιες πρακτικές προσβάλλουν τη νοημοσύνη των πολιτών και στο τέλος «πληρώνονται». Γι’ αυτό καθήκον του είναι να «ξεκλειδώσει» ΤΩΡΑ αυτή την υπόθεση, να αποφασίσει εάν θα στηρίξει την πρόταση της ολοκλήρωσης ή εκείνη της κατεδάφισης των ημιτελών έργων και όχι να αποδέχεται τη συνειδητή εγκατάλειψή τους και να συμβιβαστεί και αυτός στην βολική αυταπάτη πως εάν τα πράγματα μείνουν ως έχουν τότε «είμαστε εντάξει»... Τέλος η παράταξη του ΚΚΕ επέδειξε σημαντικό ενδιαφέρον όλα αυτά τα χρόνια για τα νερά, ασκώντας επίμονη και συστηματική κριτική για τα υδατικά θέματα στην ΠΘ.
Θα εντοπίσουμε όμως μια αντίφαση σε σχέση με την στάση του κόμματος αυτού κεντρικά, καθώς μακριά από την επί χρόνια παράδοση αγώνων και την ανυποχώρητη στάση του και στα περιφερειακά έργα και στην ανάγκη μεταφοράς υδάτων από τον Αχελώο, επί δύο θητείες τώρα η κοινοβουλευτική ομάδα του ΚΚΕ δεν πιέζει αποφασιστικά την κυβέρνηση ώστε να γίνει μια ουσιαστική συζήτηση στη Βουλή και να ληφθούν άμεσα οριστικές αποφάσεις για το μέλλον της Θεσσαλίας (κάτι που αποτελεί και βασική διεκδίκηση της Ε.Δ.Υ.ΘΕ.).
Μακάρι να είμαστε «άδικοι» στις παρατηρήσεις μας και σύντομα να δούμε και πάλι, στη Βουλή, αλλά και στις μαζικές οργανώσεις (κυρίως στις αγροτικές), την «παλιά» αποφασιστική στάση του κόμματος αυτού στο υδατικό της Θεσσαλίας (περίοδος Κ. Λουλέ, Αρ. Λαμπρούλη, Γ. Πατάκη κ.λπ.).
*Γκούμας Κώστας, γεωπόνος, πρ. δ/ντής Εγγείων Βελτιώσεων, πρ. πρόεδρος ΓΕΩΤΕΕ/Κεντρικής Ελλάδας, μέλος Ε.Δ.Υ.ΘΕ.
*Μπαρμπούτης Τάσος, πολιτικός μηχανικός, μέλος Δ.Σ. ΕΘΕΜ, πρ. γραμματέας ΤΕΕ/ΚΔΘ, μέλος Ε.Δ.Υ.ΘΕ.