Κιλελέρ, όπου εμφανίζονται σχετικά υψηλά επίπεδα συλλήψεων ενήλικων (πεταλούδων) ρόδινου σκουληκιού. Προς το παρόν και ύστερα από δειγματοληψίες και έλεγχο καρποφόρων οργάνων (καρυδιών) που πραγματοποιούν υπάλληλοι της Υπηρεσίας μας, τα επίπεδα προσβολών από ρόδινο σκουλήκι είναι κάτω από το όριο επέμβασης.
Αυτά αναφέρει η ΔΑΟΚ Περιφέρειας Θεσσαλίας, η οποία προχωρά σε συστάσεις – καλλιεργητικές πρακτικές προς τους παραγωγούς: Η 3η γενιά του πράσινου σκουληκιού δεν θεωρείται τόσο επικίνδυνη όσο η 2η γενιά του Αυγούστου και είναι ελάχιστες οι φορές που προκαλεί σοβαρές ζημιές στις βαμβακοφυτείες, διότι οι προνύμφες (σκουλήκια) τρέφονται συνήθως με καρποφόρα όργανα της κορυφής και σπάνια κατεβαίνουν χαμηλότερα, ώστε να βλάψουν τη χρήσιμη καρποφορία. Ωστόσο, η Υπηρεσία μας συστήνει στους βαμβακοπαραγωγούς -κυρίως των όψιμων φυτειών- να παρακολουθούν και σ’ αυτήν τη γενιά τα χωράφια τους, και στην περίπτωση που διαπιστώσουν περισσότερες από τέσσερις (4) ζωντανές προνύμφες (σκουλήκια) σε 100 βαμβακόφυτα, να προβούν σε καταπολέμηση με εγκεκριμένα για την καλλιέργεια εντομοκτόνα. Όσον αφορά το ρόδινο σκουλήκι, η Υπηρεσία μας τονίζει ότι η συγκεκριμένη γενεά του ρόδινου σκουληκιού μπορεί να προκαλέσει σημαντική ποσοτική και ποιοτική υποβάθμιση της παραγωγής. Συστήνεται στους βαμβακοπαραγωγούς των οψιμότερων φυτειών να τις ελέγχουν επισταμένως και στο επόμενο χρονικό διάστημα. Στο παρόν στάδιο των βαμβακοφυτειών συνιστάται στους παραγωγούς να επέμβουν με χημικά σκευάσματα εάν μετά από δειγματοληψία 100 καρυδιών διαπιστωθεί προσβολή στο 5% αυτών. Επισημαίνεται ότι όπου χρειαστεί επέμβαση με φυτοπροστατευτικά μέσα, πρέπει να αποφεύγεται η χρήση του ίδιου εντομοκτόνου περισσότερο από δύο (2) φορές την καλλιεργητική περίοδο, ενώ είναι επιθυμητή η εναλλαγή σκευασμάτων διαφορετικού μηχανισμού δράσης κάθε φορά, προκειμένου να μειωθεί η πιθανότητα εμφάνισης συμπτωμάτων ανθεκτικότητας του σκουληκιού σε αυτό.