Τα Φάρσαλα είναι γνωστά στο πανελλήνιο από τον χαλβά Φαρσάλων, τα τελευταία χρόνια, όμως, γίνονται γνωστά και από καλλιέργειες του Διλόφου. Το χωριό είναι πρωτοπόρο, πρωτότυπο και καινοτόμο, καθώς το 50% καλλιεργείτε με βιολογικές καλλιέργειες και με γηγενείς ελληνικές ποικιλίες που σήμερα κινδυνεύουν από γενετική διάβρωση και εξαφάνιση λόγω την εξάπλωση των φωτοβολταϊκών πάρκων.
Το αγρόκτημα Αντωνοπούλου εδρεύει στην περιοχή, εκεί όπου τα αδέλφια Αντωνόπουλοι, Γιώργος και Νίκος, έχουν πετύχει μετά από πολύχρονο αγώνα να εντάξουν ποικιλίες προϊόντων της περιοχής στον εθνικό κατάλογο σιτηρών και διατηρούνται στον χώρο αυτόν με μονάδα σποροπαραγωγής. Εκεί, μάλιστα, καλλιεργείται και διατηρείται η μοναδική ελληνική ποικιλία που έχει διασωθεί στην Ελλάδα, το δίκοκκο Διλόφου, όπου και παράγονται τα ξακουστά και με μεγάλη διατροφική αξία προϊόντα ζέας. Δικαίως, λοιπόν, το Δίλοφο έχει χαρακτηριστεί ως «κιβωτός των σπόρων, κάτι που ενισχύσουν κι έρευνες από αρκετά κρατικά πανεπιστημιακά ιδρύματα, όπως και πάμπολλες εργασίες και μελέτες που έχουν δημοσιευτεί σε ερευνητικά περιοδικά που αναδεικνύουν την παγκόσμια μοναδικότητα των δημητριακών σε Ευρώπη, Αμερική και Ασία.
ΑΓΡΟΚΤΗΜΑ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΥ
Το Αγρόκτημα Αντωνόπουλου βρίσκεται στους πρόποδες του Ναρθάκιου όρους στην Αρχαία Φθία. Τα αδέλφια Αντωνόπουλοι είχαν συνέχεια στο μυαλό τους την παιδική ανάμνηση των όμορφων κήπων και των χωραφιών που καλλιεργούνταν στο χωριό τους, όπου συνήθιζαν να περνάνε τον χρόνο τους κι έτσι άρχισαν να καλλιεργούν βιολογικά ήδη από το 1985. Επιμένουν στη χρήση μόνο γηγενών-παραδοσιακών και αρχαίων ποικιλιών που έχουν διατηρήσει από γενιά σε γενιά, έχοντας καταφέρει να επαναφέρουν στην αγορά πολλά είδη ντόπιων σπόρων που κινδυνεύουν από γενετική διάβρωση και εξαφάνιση, καθώς και καλλιέργειες που έχουν εξαφανιστεί τελείως από την Ελλάδα (όπως φαγόπυρο, λιναρόσπορο, κεχρί, ασπρίτσα κ.ά.). Οι πρώτες ύλες προέρχονται αποκλειστικά από τοπικές ελληνικές ποικιλίες που καλλιεργούνται από το αγρόκτημα και συνδυάζοντας παμπάλαιες γεωργικές πρακτικές με την τελευταία λέξη της τεχνολογίας δημιούργησαν μια σειρά προϊόντων με πολύ υψηλά κριτήρια ποιότητας, μοναδικής διατροφικής αξίας και συμβατότητας με τον ανθρώπινο οργανισμό, συμβάλλοντας στην αρμονία ψυχής, σώματος και πνεύματος, με κορυφαία να είναι τα προϊόντα «ζέας».
ΑΛΕΥΡΙ ΖΕΑΣ
Τα τελευταία χρόνια όλοι μιλούν για τα προϊόντα ζέας, που θεωρούνται καλύτερα, υγιεινότερα και πιο ωφέλιμα. Η ζέα είναι ένα από τα αρχαιότερα δημητριακά που είναι γνωστά στον άνθρωπο, ενώ δείγματα βρέθηκαν σε ανασκαφές προϊστορικών οικισμών σε όλον τον ελληνικό χώρο. Ήταν ένα από τα πρώτα δημητριακά που «εξημέρωσε» ο άνθρωπος και βασικό καλλιεργήσιμο είδος της πρώιμης γεωργίας και για χιλιάδες χρόνια παρέμενε το κυριότερο δημητριακό της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής, όπου έφτιαχναν και ψωμί με αλεύρι ζέας, αλλά και άλλες συνταγές. Η θρεπτική αξία αυτού του δημητριακού είναι αδιαμφισβήτητη. Περιέχει 40% μαγνήσιο επιπλέον των άλλων δημητριακών. Είναι σημαντική όχι μόνο για τις ίνες και τα μέταλλα που περιέχει, αλλά κυρίως για το μαγνήσιο που ενεργοποιεί τις ενζυματικές διαδικασίες του μεταβολισμού. Αποκαλείται μαγνήτης της ζωής, ενώ το ποσοστό του αμινοξέος λυσίνη που περιέχει είναι το συστατικό των πρωτεϊνών που αυξάνει την πεπτικότητά τους, ενισχύει το ανοσοποιητικό σύστημα και είναι το βασικό στοιχείο στη βιοχημική λειτουργία του εγκεφάλου. Έτσι οι συνταγές με αυτό το αλεύρι είναι πάντα υγιεινές και προσφέρουν στον οργανισμό απαραίτητα θρεπτικά συστατικά.
Το βαρύ κεφάλαιο της κτηνοτροφίας και η ψηφιακή μετάβαση
Η Θεσσαλία ψάχνει λύσεις μέσα από το Digi Agri Food
Παρουσιάστηκε πριν από λίγες μέρες ο πρώτος ευρωπαϊκός κόμβος ψηφιακής καινοτομίας στον τομέα της Αγροδιατροφής στην Ελλάδα, τo Digi Agri Food, σε ενημερωτική ημερίδα που πραγματοποιήθηκε στη Θεσσαλία από την Περιφέρεια και το Πανεπιστήμιο, με σκοπό την ενδυνάμωση του ψηφιακού και πράσινου μετασχηματισμού ολόκληρου του φάσματος της αγροδιατροφικής αλυσίδας. Φυσικά το κεφάλαιο κτηνοτροφία δε θα μπορούσε να βρίσκεται εκτός συζήτηση και η βιοχημικός-βιοτεχνολόγος του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας Κυργιαφίνη Μαριάννα παρουσίασε τις προκλήσεις, αλλά και τις ευκαιρίας μέσα από αυτήν την ψηφιακή μετάβαση στη χώρα.
Η ίδια στάθηκε ιδιαίτερα στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο κλάδος σε αυτήν του τη μετάβαση, αλλά και στον καταλυτικό ρόλο που θα παίξει ο κόμβος ψηφιακής καινοτομίας, αλλά και τα οικονομικά οφέλη που θα φέρει στους κτηνοτρόφους με σκοπό τη βελτίωση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας της Ελλάδας, αλλά και την ανάπτυξη νέων επιχειρηματικών μοντέλων με βάση τα δεδομένα και την τεχνολογία.
ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΑ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Σύμφωνα με την κ. Κυργιαφίνη, «η κτηνοτροφία αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι του ελληνικού πρωτογενούς τομέα, διαμορφώνοντας το αγροτικό τοπίο και συμβάλλοντας σημαντικά στην εθνική οικονομία, ενώ συμβάλλει στο 2.4% του συνολικού ΑΕΠ της χώρας. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, για το 2022 ο αριθμός παραγωγικών ζώων στην Ελλάδα πλησίαζε τα 40 εκατομμύρια, ενώ σημαντικός είναι ο αριθμός των αιγοπροβάτων που ξεπερνά τα 10 εκατομμύρια. Μέσα σε όλα αυτά τα στοιχεία η Θεσσαλία είναι ο μεγαλύτερος τροφοδότης της χώρας σε αγροτικά προϊόντα και αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους αγροτικούς και κτηνοτροφικούς πυλώνες της Ελλάδας, με εκτεταμένες πεδιάδες και εύφορα εδάφη που ευνοούν την ανάπτυξη της γεωργίας και της κτηνοτροφίας. Πιο συγκεκριμένα, συμβάλλει στο 5,5% του συνολικού ΑΕΠ της χώρας, ενώ αποτελεί το 11% της συνολικής έκτασης της ελληνικής επικράτειας. Επιπλέον, αποτελεί σημαντικό κέντρο παραγωγής Προϊόντων Ονομασίας Προέλευσης (ΠΟΠ) και Προστατευόμενης Γεωγραφικής Ένδειξης στον κτηνοτροφικό τομέα. Ιδιαίτερα τους τελευταίους μήνες η Περιφέρεια Θεσσαλίας κάνει σημαντική προσπάθεια, καθώς έχει ολοκληρώσει τη διαδικασία υποβολής δώδεκα φακέλων για ΠΟΠ και ΠΓΕ, μεταξύ των οποίων και το Βοσκοτύρι Λιβαδιού, ενώ σύντομα θα ακολουθήσει και η κατάθεση φακέλων για αρκετά ακόμα προϊόντα, μεταξύ των οποίων και το γιαούρτι Θεσσαλίας. Βέβαια, οι πρόσφατες πλημμύρες του Σεπτεμβρίου 2023, καθώς και οι διάφορες ασθένειες που έπληξαν την περιοχή προκάλεσαν σοβαρές ζημιές στην κτηνοτροφία της Θεσσαλίας, με απώλειες σε ζωικό κεφάλαιο και υποδομές. Παράλληλα, με βάση τα νούμερα η Ελλάδα το 2021 καταλάμβανε την 1η θέση στην αιγοτροφία και την 3η θέση στην προβατοτροφία στην Ε.Ε., καταδεικνύοντας από μόνα τους πόσο σημαντική είναι η κτηνοτροφία και η ψηφιακή μετάβαση, έτσι ώστε η χώρα να παραμείνει ανταγωνιστική».
ΨΗΦΙΑΚΟΣ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ
Παρά τις προκλήσεις, η Θεσσαλία διαθέτει τις δυνατότητες να ανακάμψει και να ενισχύσει τον κτηνοτροφικό της τομέα, αξιοποιώντας σύγχρονες τεχνολογίες και πρακτικές για βιώσιμη ανάπτυξη. Όπως υποστήριξε η κ. Κυργιαφίνη, «ο ψηφιακός μετασχηματισμός μπορεί να μεταμορφώσει τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν οι κτηνοτροφικές μονάδες με τη χρήση προηγμένων ψηφιακών τεχνολογιών για τη βελτίωση της παραγωγικότητας, της βιωσιμότητας και της αποδοτικότητας των κτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων. Πιο συγκεκριμένα, μέσω του ψηφιακού μετασχηματισμού μπορεί αν επιτευχθεί βελτίωση της παραγωγικότητας και μείωση του κόστους μέσω αυτοματισμών και συλλογής δεδομένων, καθώς και βελτίωση της υγείας και της ευημερίας των ζώων. Παρά τα οφέλη, ωστόσο, η ψηφιακή μετάβαση είναι μια διαδικασία που απαιτεί συντονισμένη προσπάθεια, καθώς έχει ακόμη να αντιμετωπίσει πολλές προκλήσεις. Αρχικά, παρατηρείται χαμηλό επίπεδο υιοθέτησης νέων τεχνολογιών στις αγροτικές περιοχές. Ένα ακόμα εμπόδιο αποτελεί η έλλειψη ευαισθητοποίησης και δεξιοτήτων ή εκπαίδευσης. Το ψηφιακό χάσμα εμποδίζει την υιοθέτηση ψηφιακών τεχνολογιών, ενώ το κόστος εφαρμογής ορισμένων ψηφιακών τεχνολογιών ενδέχεται να είναι υψηλότερο από τα δυνητικά οφέλη, ιδίως για τους κτηνοτρόφους μικρής κλίμακας».
TO DIGI AGRI FOOD ΩΣ ΛΥΣΗ
Σημαντικός σύμμαχος σε αυτήν την προσπάθεια για τον ψηφιακό μετασχηματισμό της κτηνοτροφίας παρουσιάζεται το Digi Agri Food, καθώς θα παρέχει τα απαραίτητα εργαλεία και υποστήριξη για τη μετάβαση σε ένα πιο αποδοτικό, βιώσιμο και τεχνολογικά εξελιγμένο σύστημα. Ιδιαίτερα για τους κτηνοτρόφους προωθεί την υιοθέτηση ψηφιακών λύσεων στις κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις, συμβάλλει στην αντιμετώπιση των προκλήσεων της ψηφιακής μετάβασης και στοχεύει στη βελτίωση της αποδοτικότητας και της βιωσιμότητας του κλάδου της κτηνοτροφίας. Μεταξύ των τεχνολογιών αυτών οι κτηνοτρόφοι θα μπορούν με τη χρήση αισθητήρων να παρακολουθούν σε πραγματικό χρόνο την υγεία των ζώων και τις περιβαλλοντικές συνθήκες στις εκμεταλλεύσεις. Μέσω αυτών των δεδομένων, οι κτηνοτρόφοι μπορούν να εντοπίζουν έγκαιρα αλλαγές στη συμπεριφορά ή την υγεία των ζώων, όπως αρρώστιες ή προβλήματα στη διατροφή τους. Επίσης, η χρήση αισθητήρων στις μονάδες γαλακτοπαραγωγής επιτρέπει τη συλλογή δεδομένων σε πραγματικό χρόνο για την ποσότητα και την ποιότητα του παραγόμενου γάλακτος. Μέσα από αυτές τις πλατφόρμες είναι εφικτή η άμεση λήψη διορθωτικών ενεργειών, όταν εντοπίζονται προβλήματα, εξασφαλίζοντας καλύτερη παραγωγικότητα και ποιότητα γάλακτος.