Οι απαντήσεις που δόθηκαν από τους ομιλητές ήταν απόλυτα θετικές, καθώς -όπως τονίστηκε- η «μητέρα των δημητριακών», που έλκει την καταγωγή της από τις Άνδεις, μπορεί να προσφέρει πολλά και στον θεσσαλικό κάμπο. Στη συζήτηση που έγινε στο πλαίσιο του συνεδρίου, από την επίκουρο καθηγήτρια Γεωργίας και Καινοτόμων Καλλιεργειών του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Ιωάννα Κακαμπούκη, τον ερευνητή του ΕΛΓΟ Δήμητρα, Δημήτρη Μπεσλεμέ, τη δρ. Εύη Τίγκα και τον καθηγητή Βιολογικής Γεωργίας στο ΓΠΑ, δρ. Δημήτρη Μπιλάλη, αλλά και τους δρ. Ιωάννη Ρούσση και υποψήφιους διδάκτορες Παντελή Σταυρόπουλο και Αντώνη Μαυροειδή, προέκυψαν χρήσιμα συμπεράσματα για τα χαρακτηριστικά του φυτού, αλλά και τα αποτελέσματα της παραγωγής στην περιοχή.
Όπως ειπώθηκε από τους επιστήμονες, «το πείραμα στη Θεσσαλία ξεκίνησε πριν τρία χρόνια, το 2021. Όλα ξεκίνησαν λόγω της κλιματικής κρίσης που είναι μία πραγματικότητα στην περιοχή με τη ραγδαία αύξηση της θερμοκρασίας, τα ακραία καιρικά φαινόμενα, τις ξηροθερμικές συνθήκες που αντιμετωπίζει η Θεσσαλία, αλλά και λόγω των υψηλών εκπομπών ρύπων κατά τις γεωργικές δραστηριότητες. Η μείωση του αριθμού εκμεταλλεύσεων, με αυτήν του αγροτικού εισοδήματος, αλλά και οι επιπτώσεις που έχει δεχθεί ο «εθνικός σιτοβολώνας», οδήγησαν στη δοκιμή της καλλιέργειας κινόα στην Ελλάδα. Τη στιγμή που το 80% της παγκόσμιας παραγωγής παράγεται σε Περού, Βολιβία και Εκουαδόρ, η Θεσσαλία μοιάζει ιδανικός τόπος και βασικός εξαγωγέας στην Ευρώπη. Όλα αυτά τη στιγμή που το 2023 τα έσοδα άγγιξαν τα 101 δισ. δολάρια, ενώ το 2024 αναμένεται να ξεπεράσουν τα 120 δισ. δολάρια.
ΤΟ «ΠΕΙΡΑΜΑ»
ΣΤΟΝ ΘΕΣΣΑΛΙΚΟ ΚΑΜΠΟ
Σύμφωνα με τους καθηγητές, «είναι γνωστό πως η κινόα είναι ανθεκτική σε ακραίες θερμοκρασίες, με τη Θεσσαλία τα τελευταία χρόνια να παρουσιάζει όλο και πιο έντονα το συγκεκριμένο πρόβλημα. Μάλιστα, σύμφωνα και με τη μελέτη η ανάγκη της καλλιέργειες σε νερό δείχνει πως αναπτύσσεται ικανοποιητικά σε ξηροθερμικές συνθήκες. Υπερβολική άρδευση προκαλεί υπέρμετρη αύξηση της βιομάζας και οψίμιση και συνιστάται ένα μόνο πότισμα για την εκβλάστηση του σπόρου κι όπου κρίνεται απαραίτητο αυτό. Παράλληλα, φάνηκε πως αν και προτιμά αργιλώδη εδάφη με υψηλή οργανική και καλή αποστράγγιση, έχει υψηλή προσαρμοστικότητα σε διαφορετικούς εδαφικούς τύπους, ενώ μπορεί να καλλιεργηθεί και σε φτωχά, εξασθενημένα εδάφη. Όσον αφορά την καλλιεργητική φροντίδα, η εφαρμογή κομπόστ και κοπριάς αυξάνει τις αποδόσεις».
ΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ
Όπως αναφέρθηκε στο 19ο Συνέδριο της Ελληνικής Επιστημονικής Εταιρείας Γενετικής Βελτίωσης Φυτών, «τα αποτελέσματα της μελέτης ήταν άκρως θετικά, καθώς οι αποδόσεις ήταν ενθαρρυντικές, ιδιαίτερα λαμβάνοντας υπ’ όψιν τη μικρή περιεκτικότητα σε οργανική των εδαφών και τα χαμηλά επίπεδα λίπανσης, με τις αποδόσεις να βρίσκονται εντός των αναμενόμενων ορίων που προτείνει και η διεθνής βιβλιογραφία. Οι αποδόσεις σε συνδυασμό με τη μέση περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη καθιστούν την κινόα μια δυναμική εναλλακτική των παραδοσιακών σιτηρών. Η ανθεκτικότητα στις ξηροθερμικές συνθήκες, οι μικρές ανάγκες σε εισροές και η ραγδαία αναπτυσσόμενη ευρωπαϊκή αγορά προσφέρει νέες ευκαιρίες στους Έλληνες παραγωγούς», συμπλήρωσαν κατά τη διάρκεια του συνεδρίου οι επιστήμονες.
Ανέφεραν, ακόμη, ότι τα αποτελέσματα των ερευνών συνιστούν ότι «η εισήγηση και διάδοση της καλλιέργειας στη χώρα μας μπορεί να ενισχύσει τον αγροδιατροφικό κλάδο και να αποτελέσει εργαλείο για την επίτευξη των αγροπεριβαλλοντικών στόχων της Ε.Ε. Η κινόα θα μπορούσε να ενισχύσει τις αγροτικές οικονομίες της χώρας μας και δη της Θεσσαλίας, η οποία έχει δεχθεί ισχυρά πλήγματα από τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης.
Εν κατακλείδι, η καλλιέργεια κινόας αποτελεί μονόδρομο τη στιγμή που η Θεσσαλία καλείται να αντιμετωπίσει μεγάλες προκλήσεις και σημαντικές αλλαγές τα επόμενα χρόνια.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΡΟΥΣΤΑΣ