Το βράδυ της 10ης Οκτωβρίου του 1813, σ΄ ένα παλιό σπίτι του Λε Ρόνκολε, γεννήθηκε κάτω από το φως του κεριού ο Ιωσήφ Βέρντι. Γιος του Κάρολου Βέρντι και της Λουίτζια Ουτίνι. Ο Κάρολος Βέρντι βλέποντας τη φλογερή κλίση του γιου του προς τη μουσική, του αγόρασε ένα σαραβαλιασμένο πιάνο. Ο Βέρντι άρχισε να μελετά στο πιάνο σε ηλικία 8 ετών. Αργότερα ο πατέρας του θα τον στείλει στο Μπουσσέτο και θα τον εμπιστευτεί στον μεγαλέμπορο και φιλόμουσο Αντώνιο Μπαρέτσι ο οποίος και ανέλαβε την εποπτεία της μουσικής εκπαίδευσης του Τζιουζέπε. Μαζί με τον πατέρα του και το δάσκαλό του Προβέζι, ο Βέρντι, έφθασε στο Μιλάνο τέλη Μαΐου 1832 σε ηλικία 18 ετών. Υποβάλλει αμέσως αίτηση για να γίνει δεκτός στο Αυτοκρατορικό Βασιλικό Ωδείο, αλλά η επιτροπή τον απορρίπτει για λόγους γραφειοκρατικούς παρά για λόγους ουσίας. Όταν η φιλαρμονική του Μπουσσέτο έμεινε χωρίς διευθυντή κάλεσε το Βέρντι να αντικαταστήσει τον αγαπημένο του δάσκαλο Προβέζι. ΄Εχοντας πια μια εξασφαλισμένη θέση ο Βέρντι παντρεύεται το 1836 τη Μαργαρίτα Μπαρέτσι, κόρη του ευεργέτη του. Ενα χρόνο μετά γεννήθηκε το κοριτσάκι τους η Βιργινία. Η μικρή Βιργινία πεθαίνει, ένα μήνα πριν γεννηθεί γιος του Ιτσίλιο. Στις 12 Οκτωβρίου 1839 πεθαίνει και ο μικρός Ιτσίλιο ενάμιση χρόνο μετά την αδελφούλα του. Στις 18 Ιουνίου 1840 χάνει την αγαπημένη του Μαργαρίτα από εγκεφαλίτιδα. Απελπισμένος ο Βέρντι ύστερα από την οικογενειακή καταστροφή και το γκρέμισμα των καλλιτεχνικών ελπίδων του, ζει στο Μιλάνο θλιμμένος, λιγόλογος, μοναχικός και πολύ φτωχός. Προς το τέλος του τραγικού 1840 συναντά τον ιμπρεσάριο Μαρέλλι, ο οποίος τον παρακαλεί να διαβάσει το λιμπρέτο του «Ναβουχοδονόσωρα», το οποίο άρχιζε με τους στίχους «πήγαινε σκέψη πάνω στα χρυσά φτερά». Ο Βέρντι έμεινε κατάπληκτος από αυτά τα λόγια. Ο Βέρντι που έβγαινε από μια δραματική κρίση, δοκίμασε να συνθέσει. ΄Ετσι γεννήθηκε ο Ναμπούκο το μελόδραμα που θεμελίωσε τη μελλοντική του δόξα. Με το Ναμπούκο, το κοινό που διαισθάνθηκε το νέο βερντικό αίμα, την αρρενωπή τέχνη, ασυνήθιστη και χυμώδη, διέκοψε πολλές φορές την εκτέλεση με φρενίτιδα χειροκροτημάτων. ΄Εχοντας πλέον δίπλα του την πριμαντόνα Ιωσηφίνα Στρεπτόνι αγοράζει το Αγρόκτημα της Αγίας Αγάθας στο Μπουσσέτο. Το 1849 επρόκειτο να γεννηθεί το πρώτο από τα αριστουργήματά του ο «Ριγκολέττος. ΄Υστερα από 20 παραστάσεις στο θέατρο «Λα Φενίτσε» ο Ριγολέτος παίχτηκε σ΄όλο τον κόσμο. Η εμπνευσμένη και μαγευτική μουσική που έγραψε ο Βέρντι εξέφραζε την επιθυμία των συμπατριωτών του να δουν την Ιταλία ελεύθερη και ενωμένη. ΄Οσο για τον ίδιο το συνθέτη, υπήρξε από τους δημιουργούς εκείνους που όχι μόνον έζησε τις ιστορικές, πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις του 19ου αιώνα αλλά αναδείχθηκε σε εθνικό σύμβολο αφού το 1861 εξελέγη μέλος του πρώτου ιταλικού κοινοβουλίου. Ευρισκόμενος στο Παρίσι, καταγοητεύεται παρακολουθώντας τη θεατρική διασκευή του δράματος του Αλέξανδρου Δουμά «Η κυρία με τας καμελίας». Η ιστορία της Βιολέτας «ζυμώνεται» μες την καρδιά του και πάνω σ΄ ένα λεπτό παιχνίδι αισθημάτων πλέκεται το υφάδι αυτής της περίφημης και πιο ρομαντικής όπερας του Βέρντι. Ένα πραγματικό αριστούργημα που θα εξασφαλίσει τη δίκαιη αναγνώριση στη Βενετία και πολύ σύντομα θα θριαμβεύσει και στην Αμερική. Το 1869 ο Χεδίβης της Αιγύπτου πρότεινε στον Βέρντι να γράψει μία όπερα για το νέο θέατρο του Καΐρου με την ευκαιρία των εγκαινίων της Διώρυγας του Σουέζ. ΄Εχοντας έμφυτα προσόντα θεατρικού δημιουργού, συνθέτοντας τη νέα όπερα «Αϊντα», επινόησε τις σάλπιγγες που θα υπογράμμιζαν τον θρίαμβο της Αιγύπτου εναντίων των Αιθιόπων. Η πρεμιέρα της Αϊντα στο Κάιρο κράτησε από τις επτά το βράδυ ως τις τρεις και μισή το πρωί. Η επιτυχία της ήταν θορυβώδης. Στη Σκάλα του Μιλάνου η υποδοχή της ήταν συγκινητική. Ένας θρίαμβος. Το κοινό κάλεσε τον δημιουργό στη σκηνή τριάντα δύο φορές. Η Αϊντα είναι η πιο φαντασμαγορική όπερα του Βέρντι. Στο Βέρντι ο άνθρωπος και ο καλλιτέχνης συνυπάρχουν με τρόπο μοναδικό. Η προσέγγιση της προσωπικότητας του αποκαλύπτει μιαν έμφυτη ευαισθησία ταυτόσημη της μουσικής διάθεσης του ρομαντισμού. Στα μάτια των συγχρόνων του υπήρξε ο βασικός εκπρόσωπος του πολιτιστικού κινήματος στην Ιταλία του 19ου αι. που οδήγησε στην εθνική ενότητα και την απελευθέρωση από τις δυνάμεις κατοχής. Ο θάνατος για το Βέρντι έφθασε στις 27 Ιανουαρίου του 1901. Κηδεύτηκε σύμφωνα με τις εντολές της διαθήκης του με τη μεγαλύτερη απλότητα. Αλλά όταν ένα μήνα αργότερα, ήρθε η εξουσιοδότηση για την ταφή του στον οίκο Αναπαύσεως των μουσικών του Μιλάνου, η μεταφορά έδωσε την ευκαιρία για μια μεγαλειώδη εκδήλωση αγάπης των Μιλανέζων. Πάνω από 300.000 άτομα πλημμύρισαν τους δρόμους. Κατάμεστα τα μπαλκόνια, ακόμα και τα κλαδιά των δένδρων. Τη μεγαλοπρεπή άμαξα ακολουθούσαν εκατοντάδες στεφάνια, ενώ το πλήθος ξαφνικά κι αυθόρμητα στην αρχή πολύ σιγά και δυνατότερα στη συνέχεια τραγουδούσε στον μαέστρο τις λυπητερές νότες της νεανικής του δόξας: «Πήγαινε σκέψη, πάνω στα χρυσά φτερά...».
Για τον Σύλλογο Φίλων της Συμφωνικής Ορχήστρας
Νέλλη Βασβατέκη