Σημαντική επιβάρυνση των νοικοκυριών θα επιφέρει η αναπροσαρμογή του ΦΠΑ σύμφωνα με τον πρόεδρο της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας Βασίλη Κορκίδη, ενώ υπογραμμίζει ότι το πρόβλημα της Ελλάδας με τον ΦΠΑ έγκειται στην αποδοτικότητα του συγκεκριμένου φόρου, καθώς η Ελλάδα διαθέτει έναν από τους τέσσερις υψηλότερους συντελεστές ΦΠΑ στην Ευρώπη. Ο κ. Κορκίδης αναφέρει σε δηλώσεις του ότι η γενική γραμματεία Εμπορίου έχοντας το 2014 μετρήσει επιστημονικά την επίπτωση του ενιαίου συντελεστή ΦΠΑ υπολόγισε αύξηση 2,6% στη συνολική κατανάλωση, ενώ για τη διατροφή η αύξηση φτάνει το 4,5%. Δηλαδή σε ετήσια δαπάνη 10.000 ενός νοικοκυριού, η επιβάρυνση θα είναι περίπου 260 ευρώ.
Συγκεκριμένα, όπως σημειώνει, γίνεται λόγος για τη θέσπιση δύο συντελεστών, έναν χαμηλό για τα τρόφιμα, τα φάρμακα και τα βιβλία και έναν υψηλό για όλα τα υπόλοιπα προϊόντα και υπηρεσίες. Σύμφωνα με τα πιθανά σενάρια εξετάζεται ενιαίος συντελεστής 16% ή 18% διατηρώντας το 6,5% ως χαμηλό συντελεστή. Με βάση λοιπόν τις εκτιμήσεις για τις αυξήσεις με στοιχεία 2014:
- για τη συνολική ετήσια κατανάλωση με κύκλο εργασιών 113,66 δισ. ευρώ και αύξηση 2,6% θα φέρει επιβάρυνση 2,95 δισ. ευρώ.
- για το σύνολο της λιανικής ύψους 42,48 δισ. ευρώ η αύξηση 2,6% θα φέρει επιβάρυνση 1,1 δισ. ευρώ.
- για τον κλάδο διατροφής με κύκλο εργασιών 34,14 δισ. ευρώ, η αύξηση 4,5% θα φέρει επιβάρυνση 1,5 δισ. ευρώ.
Ο κ. Κορκίδης έδωσε στη δημοσιότητα γενικότερα στοιχεία στο πλαίσιο του προβληματισμού γύρω από το θέμα και υπογραμμίζει συμπερασματικά ότι το πρόβλημα της Ελλάδας με το ΦΠΑ έγκειται στην αποδοτικότητα του συγκεκριμένου φόρου. Με βασικούς συντελεστές 13% και 23%, τα έσοδα θα έπρεπε να είναι υψηλότερα, σύμφωνα με τον σχετικό δείκτη που παρακολουθεί ο ΟΟΣΑ. Αυτός δείχνει ότι βρισκόμαστε περίπου στα μισά σε σχέση με τον μέσο όρο των 34 χωρών. Συγκεκριμένα, διαμορφώνεται στο 0,37 αντί για 0,55 που είναι ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ (σ.σ. το «άριστα» είναι η μονάδα, η οποία είναι και το άριστο σενάριο κατά το οποίο τα έσοδα στο ταμείο είναι ίσα με αυτά που θα έβγαζε ένας πολλαπλασιασμός του «τζίρου» μιας οικονομίας με τον έναν και μοναδικό συντελεστή που θα είχε η χώρα). Ακόμη, σημειώνει ότι η βελτίωση του συγκεκριμένου δείκτη θα επέλθει μέσω της ενίσχυσης των φοροελεγκτικών μηχανισμών και της υιοθέτησης μέτρων καταπολέμησης της φοροδιαφυγής και λιγότερο με τροποποιήσεις των φορολογικών συντελεστών.
ΝΕΑ ΛΟΥΚΕΤΑ
Νέα λουκέτα, επιδείνωση της ρευστότητας και πρόβλημα στην ανταγωνιστικότητα του κλάδου τουρισμού και εστίασης θα δημιουργήσει η εφαρμογή ενός ενιαίου συντελεστή ΦΠΑ, όπως εκτιμούν οι μικρομεσαίοι και ζητούν από την κυβέρνηση να αξιολογήσει με σύνεση όλες τις παραμέτρους της διαπραγμάτευσης έτσι όπως έχουν διαμορφωθεί μέχρι σήμερα και να μην προχωρήσει σε οποιαδήποτε άμεση βίαιη μεταβολή χωρίς προγραμματισμό και μελέτη. Ο πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ Γιώργος Καββαθάς δήλωσε για το θέμα πως η "εφαρμογή ενός ενιαίου συντελεστή ΦΠΑ στο σύνολο της ελληνικής οικονομίας, θα δοκιμάσει για ακόμη μια φορά τα αντανακλαστικά και τις αντοχές των ελληνικών επιχειρήσεων. Ο ενιαίος συντελεστής θα οδηγήσει σε νέα μείωση ρευστότητας. Πρόκειται για χρήματα που θα αφαιρεθούν από την αγορά, την κατανάλωση, τις άλλες επιχειρήσεις. Πρόκειται για χρήματα που θα μετασχηματιστούν σε νέες οφειλές προς τους πιστωτές (τράπεζες), τους προμηθευτές, ολόκληρο τον οικονομικό κύκλο".
ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΣΕΤΕ
Εξάλλου επιστολή στον Πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα απέστειλε ο Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων, με αφορμή τις συζητήσεις για τον εξορθολογισμό των συντελεστών ΦΠΑ Μεταξύ άλλων, ο ΣΕΤΕ τονίζει ότι όποια αλλαγή γίνει θα πρέπει να μην εφαρμοστεί η αλλαγή εντός του 2015, όταν η τουριστική περίοδος έχει ήδη ξεκινήσει και έχουν πωληθεί περισσότερα από το 70% του συνόλου των τουριστικών πακέτων. Την ίδια στιγμή, σημειώνει, οι συντελεστές του ΦΠΑ στο τουριστικό πακέτο να κινηθούν στο επίπεδο του μέσου όρου του ανταγωνισμού. Με δεδομένες τις δυσκολίες και το υψηλότερο κόστος δανεισμού, το οποίο είναι τριπλάσιο ή και το τετραπλάσιο σε σχέση με τις ανταγωνίστριες χώρες, οι συντελεστές ΦΠΑ του τουρισμού θα πρέπει να παραμείνουν στα χαμηλότερα δυνατά επίπεδα σε σχέση με αυτές, που κινούνται μεταξύ του 8% - 10% ώστε να αντισταθμισθεί -έστω, εν μέρει- το υπέρογκο κόστος δανεισμού στην χώρα μας. Η ανάγκη να παραμείνει ο ΦΠΑ σε ανταγωνιστικά επίπεδα προκύπτει από το ότι ο τουρισμός αποτελεί το μόνο εξαγώγιμο προϊόν της Ελλάδας το οποίο υπάγεται σε ΦΠΑ λόγω του ότι καταναλώνεται εντός της χώρας, τονίζει ο ΣΕΤΕ.