Ολοκληρώθηκε την περασμένη εβδομάδα από το Γραφείο Κτηματογράφησης ο έλεγχος των «ενεργών τίτλων» και η δημιουργία της ηλεκτρονικής βάσης δεδομένων για τα ακίνητα που δηλώθηκαν από τους δημότες της Λάρισας ανοίγοντας το δρόμο για τη δεύτερη και πιο ουσιαστική φάση της διαδικασίας.
Το αρχικό χρονοδιάγραμμα προέβλεπε ότι οι ανάδοχοι της πρώτης φάσης θα παρέδιδαν την καταγραφή όλων των δηλωθέντων δικαιωμάτων σε ψηφιακή βάση έως το τέλος Ιουνίου οπότε η σκυτάλη θα περνούσε άμεσα στους μελετητές που θα είχαν επιλεγεί με νέο διαγωνισμό για τη δεύτερη φάση της κτηματογράφησης. Ωστόσο η διαδικασία δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί, καθώς εκδηλώθηκαν ενστάσεις από ενδιαφερόμενους για την ανάληψη των έργων με αποτέλεσμα οι συμβάσεις και οι εργασίες της δεύτερης φάσης να αναμένεται να ξεκινήσουν τέλη Σεπτεμβρίου ή αρχές Οκτωβρίου. Την ίδια στιγμή έχουν ξεκινήσει οι διαδικασίες για την επιστροφή του κτηματόσημου από όσους ιδιοκτήτες έχουν υποβάλει κατά λάθος δικαιώματα…
Συγκεκριμένα, η πρώτη φάση της κτηματογράφησης της Λάρισας θεωρείται πλέον ολοκληρωμένη, ωστόσο το Γραφείο Κτηματογράφησης έστω και με λιγότερο προσωπικό συνεχίζει να εξυπηρετεί τους ενδιαφερόμενους πολίτες, τις εργάσιμες ημέρες και ώρες για όσους θελήσουν να μεταβιβάσουν κάποιο περιουσιακό στοιχείο.
Παρενθετικά να σημειώσουμε πως η δεύτερη φάση περιλαμβάνει τη διασταύρωση και ταυτοποίηση των δηλώσεων, την ανάρτηση των προσωρινών κτηματολογικών χαρτών, τις ενστάσεις, την αναμόρφωση των πινάκων και την πληρωμή του αναλογικού τέλους… Το αναλογικό τέλος είναι η δεύτερη δόση για την κτηματογράφηση. Η πρώτη δόση, τα 35 ευρώ ανά δικαίωμα, με εξαίρεση τους βοηθητικούς χώρους (αποθήκες, πάρκινγκ) που ήταν 20 ευρώ, καταβλήθηκε με την υποβολή της δήλωσης. Η δεύτερη δόση, το αναλογικό τέλος, υπολογίζεται αναλογικά σε ποσοστό 1ο/οο επί της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου, με αφορολόγητο τα 20.000 ευρώ. Το ανώτατο όριο που θα πληρωθεί είναι τα 900 ευρώ.
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΕΛΟΥΣ
Στο μεταξύ να σημειώσουμε πως από τον προηγούμενο μήνα η Κτηματολόγιο Α.Ε. ενεργοποίησε τις διαδικασίες επιστροφής του τέλους κτηματογράφησης ως «αχρεωστήτως καταβληθέν» στους πολίτες που υπέβαλαν δηλώσεις για «ανύπαρκτα δικαιώματα». Πρόκειται κυρίως για δηλώσεις που στάλθηκαν ταχυδρομικά και αφορούν:
1. Σε δικαιώματα επικαρπίας που νομικά δεν υφίστανται. Πρόκειται για δηλώσεις ανδρών που είχαν πάρει επικαρπία με προικοσύμφωνο και δεν γνωρίζουν ότι ο θεσμός της προίκας έχει καταργηθεί από το 1983 και από τότε αυτόματα η γυναίκα έχει αποκτήσει την πλήρη κυριότητα στο προικώο ακίνητο. Σε αυτή την κατηγορία ανήκουν επίσης δηλώσεις για δικαιώματα επικαρπίας που περιήλθαν μετά το θάνατο του ενός συζύγου στον άλλο, αλλά δεν έχουν αποκτηθεί τυπικά, διότι εκκρεμεί η συμβολαιογραφική πράξη αποδοχής της δωρεάς.
2. Σε χώρους που δεν έχουν ποσοστό συνιδιοκτησίας στο οικόπεδο. Πρόκειται για δηλώσεις που υποβλήθηκαν για τον «αέρα» σε μονοκατοικίες, για αποθήκες και θέσεις στάθμευσης που είναι παρακολουθήματα διαμερισμάτων και για κοινόχρηστους χώρους πολυκατοικιών. Το δικαίωμα του «υψούν», δηλαδή ο «αέρας» που αντιστοιχεί στην προσθήκη νέων τετραγωνικών μέχρι να εξαντληθεί ο συντελεστής δόμησης δεν προβλέπεται στη σύσταση οριζοντίου ιδιοκτησίας. Που σημαίνει, δηλαδή, ότι αν κάποιος μεγαλώσει το κτίριό του με το υπόλοιπο του συντελεστή δόμησης που δεν έχει αξιοποιήσει, χωρίς όμως να δημιουργήσει νέους ανεξάρτητους χώρους, δεν επιβαρύνεται με πάγιο τέλος.
Επίσης κάποιοι διαχειριστές πολυκατοικιών δήλωσαν κοινόχρηστων χώρους, όπως κλιμακοστάσια ή αποθήκες. Οι χώροι αυτοί επειδή ήταν κοινόχρηστοι, δεν έχουν ποσοστό συνιδιοκτησίας στο οικόπεδο και επομένως δεν αποτελούν αυτοτελή ιδιοκτησία.
3. Η τρίτη περίπτωση αφορούσε δηλώσεις ακινήτων που δεν ήταν του Δήμου Λάρισας, της περιοχής που κτηματογραφείται αλλά άλλων δήμων του νομού. Πρόκειται για πολίτες που «άκουσαν» για την επέκταση του Κτηματολογίου και θεώρησαν ότι οπουδήποτε κι αν είχαν ακίνητο έπρεπε να το δηλώσουν. Τι αν υπήρξε κυριολεκτικά «βομβαρδισμός» ανακοινώσεων από το Κτηματολόγιο με τις οποίες αναφέρονταν οι περιοχές στις οποίες έπρεπε να δηλωθούν τα ακίνητα με παράλληλη επισήμανση ότι οπουδήποτε αλλού δεν υπήρχε στην παρούσα φάση υποχρέωση υποβολής δήλωσης.
Όπως αποδείχθηκε κάποιοι καταβλήθηκαν από το άγχος «μήπως και χάσουν την περιουσία τους» και δεν έδωσαν σημασία στις ανακοινώσεις.
Και στις τρεις περιπτώσεις το Γραφείο Κτηματογράφησης δεν κατέγραψε δικαιώματα. Άλλωστε δικαιώματα επί ακινήτων καταγράφονται μόνον όταν υπάρχει κατοχύρωσή τους με συμβολαιογραφική πράξη ή με άλλο πιστοποιητικό και υπό την προϋπόθεση ότι αυτά θα έχουν μεταγραφεί στα υποθηκοφυλακεία. Από τη στιγμή που οι δηλώσεις οι οποίες υποβλήθηκαν δεν συνοδεύονταν από τέτοιου είδους έγγραφα, ήταν σαν να μην υποβλήθηκαν ποτέ. Οι τράπεζες στις οποίες μπορούσε κάποιος να πληρώσει το πάγιο τέλος δεν ζητούσαν κανένα στοιχείο που να αποδεικνύει κυριότητα.
Δέχονταν απλώς την αίτηση του κάθε ενδιαφερόμενου για το τι πάγιο τέλος ήθελε να πληρώσει. Την απόδειξη πληρωμής αυτού του τέλους μαζί με τη δήλωση ιδιοκτησίας την έστελναν στα κατά τόπους γραφεία Κτηματογράφησης. Όσοι πήγαν οι ίδιοι σ’ αυτά τα γραφεία μάθαιναν αμέσως ότι κακώς πλήρωσαν το «κτηματόσημο», αλλά κι αυτοί δεν πήραν τότε τα χρήματα που πλήρωσαν. Έπρεπε να προηγηθεί η διαδικασία της «ταυτοποίησης».
Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΟΥ ΑΚΟΛΟΥΘΕΙΤΑΙ
Για την επιστροφή του «κτηματόσημου» ακολουθείται η εξής διαδικασία:
Αν πληρώθηκε τέλος κτηματογράφησης για υπαρκτά ή για ανύπαρκτα δικαιώματα, κατατίθεται στο Γραφείο Κτηματογράφησης αίτηση από τον ίδιο το δικαιούχο ή από εξουσιοδοτημένο πρόσωπο ή αποστέλλεται ταχυδρομικώς και συνοδεύεται από απλό φωτοαντίγραφο της απόδειξης πληρωμής.
Αν πληρώθηκε τέλος για ανύπαρκτο δικαίωμα κατατίθεται αίτηση με τους ίδιους τρόπους, αλλά απευθείας, στα Γραφεία της εταιρίας Κτηματολόγιο Α.Ε. και συνοδεύεται από την πρωτότυπη απόδειξη πληρωμής.
Πάντως η υπόθεση επιστροφής δεν είναι και τόσο εύκολη, καθώς οι πιο πολλοί δεν δήλωσαν αριθμό τραπεζικού λογαριασμού και γίνονται προσπάθειες από την Κτηματολόγιο να τους εντοπίσουν μέσω τηλεφώνου, ώστε να τους επιστραφούν τα χρήματα.