michou@eleftheria.gr
Αποφασισμένη να αντιστρέψει τις πολύ χαμηλές επιδόσεις της Ελλάδας στον τομέα της ψηφιακής σύγκλισης εμφανίζεται η ελληνική κυβέρνηση, με το πρόγραμμα-«μαμούθ» ανάπτυξης δικτύων οπτικών ινών, αλλά και την παράλληλη ενίσχυση των ιδιωτικών επενδύσεων σε ευρυζωνικά δίκτυα. Τα νούμερα που εμφανίζονται στην έκθεση της Κομισιόν για την ψηφιακή ανταγωνιστικότητα, που δόθηκε στη δημοσιότητα στις αρχές της εβδομάδας, φέρνουν την Ελλάδα στις πρώτες θέσεις μεταξύ των ψηφιακά «αναλφάβητων» χωρών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, με εξαίρεση ορισμένους δείκτες, οι επιδόσεις της χώρας μας είναι πολύ χαμηλές. Ωστόσο, η Ελλάδα εμφανίζεται να έχει πραγματοποιήσει ήδη ένα «άλμα» στην ευρυζωνικότητα, καθώς από το 2004 ως το 2008, η κάλυψη των ευρυζωνικών δικτύων έφτασε στο 88% από το πενιχρό 9%, μέσα σε τέσσερα χρόνια.
Η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την ψηφιακή ανταγωνιστικότητα καταδεικνύει ότι ο ψηφιακός τομέας της Ευρώπης σημείωσε μεγάλη πρόοδο από το 2005: το 56% των Ευρωπαίων χρησιμοποιούν σήμερα το Ίντερνετ -το 80% από αυτούς μέσω σύνδεσης υψηλής ταχύτητας (σε σύγκριση με το ένα τρίτο μόνο το 2004), δίνοντας παγκοσμίως στην Ευρώπη την πρωτοκαθεδρία στο ευρυζωνικό Ίντερνετ. Η Ευρώπη είναι πράγματι η πρώτη ήπειρος στον τομέα των κινητών επικοινωνιών παγκοσμίως, με περισσότερους συνδρομητές κινητών επικοινωνιών από πολίτες –το ποσοστό χρήσης φτάνει στο 119%. Η Ευρώπη μπορεί να προχωρήσει ακόμη περισσότερο καθώς μια γενιά «ψηφιακά ενημερωμένων» νέων Ευρωπαίων καθίσταται ισχυρή κινητήρια δύναμη της αγοράς για την ανάπτυξη και την καινοτομία. Η αξιοποίηση του δυναμικού της ψηφιακής οικονομίας είναι ουσιαστική για τη βιώσιμη ανάκαμψη της Ευρώπης από την οικονομική κρίση.
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ
«Η ψηφιακή οικονομία της Ευρώπης έχει τρομακτικό δυναμικό δημιουργίας υψηλών εσόδων σε όλους τους τομείς, αλλά για να μετατραπεί αυτό το πλεονέκτημα σε αειφόρο ανάπτυξη και νέες θέσεις εργασίας οι κυβερνήσεις πρέπει να διαδραματίσουν ηγετικό ρόλο εγκρίνοντας συντονισμένες πολιτικές που αίρουν τους υφιστάμενους φραγμούς στις νέες υπηρεσίες» δήλωσε η επίτροπος Viviane Reding, αρμόδια για την Κοινωνία της Πληροφορίας και τα Μέσα Επικοινωνίας. «Πρέπει να δράξουμε την ευκαιρία για μια νέα γενιά Ευρωπαίων που σύντομα θα έχουν τον πρώτο λόγο στην ευρωπαϊκή αγορά. Αυτοί οι νέοι άνθρωποι χρησιμοποιούν εντατικά το Ίντερνετ και είναι επίσης καταναλωτές υψηλών απαιτήσεων. Για την απελευθέρωση του οικονομικού δυναμικού αυτών των «ψηφιακά αναθρεμμένων» πρέπει να καταστήσουμε την πρόσβαση στο ψηφιακό περιεχόμενο ένα παιχνίδι με εύκολους και ισότιμους όρους».
ΑΡΙΘΜΟΙ
Ως το 2008, το 56% των Ευρωπαίων είχαν γίνει τακτικοί χρήστες του Ίντερνετ, γεγονός που συνιστά αύξηση κατά το ένα τρίτο από το 2004. Τα μισά νοικοκυριά και πάνω από το 80% των επιχειρήσεων διαθέτουν σήμερα ευρυζωνική σύνδεση. Τα άτομα ηλικίας 16 έως 24 ετών είναι οι πλέον ενεργοί χρήστες του Ίντερνετ: το 73% εξ αυτών χρησιμοποιούν τακτικά προηγμένες υπηρεσίες προκειμένου να δημιουργήσουν και να ανταλλάξουν επιγραμμικό περιεχόμενο, δηλαδή δύο φορές περισσότερο από τον μέσο κοινοτικό πληθυσμό (35%).
Το 66% του συνόλου των Ευρωπαίων κάτω των 24 ετών χρησιμοποιεί το Ίντερνετ καθημερινά, σε σύγκριση με το 43% που είναι ο κοινοτικός μέσος όρος. Διαθέτουν επίσης πιο προηγμένες δεξιότητες στο Ίντερνετ σε σχέση με τον υπόλοιπο πληθυσμό, σύμφωνα με μελέτη της Επιτροπής για τον ψηφιακό γραμματισμό, που επίσης δόθηκε στη δημοσιότητα.
ΜΕΛΛΟΝ
Η χρήση του Ίντερνετ θα ανέβει στα ύψη καθώς οι «ψηφιακά αναθρεμμένοι» της Ευρώπης θα εισέλθουν στον επαγγελματικό στίβο, διαμορφώνοντας και καθοδηγώντας τις τάσεις της αγοράς ολοένα και περισσότερο. Καθώς τα παραδοσιακά επιχειρηματικά μοντέλα βαλτώνουν, οι εταιρίες θα πρέπει να προσφέρουν ελκυστικές υπηρεσίες στη νέα γενιά χρηστών, ενώ οι νομοθέτες θα πρέπει να δημιουργήσουν τις σωστές συνθήκες προκειμένου να διευκολύνουν την πρόσβαση στο νέο ηλεκτρονικό περιεχόμενο, ενώ παράλληλα θα διασφαλίζουν τις αποδοχές των δημιουργών.
Παρά την επιτευχθείσα πρόοδο, το ένα τρίτο των Ευρωπαίων πολιτών δεν χρησιμοποίησαν ποτέ Ίντερνετ. Μόνο το 7% των καταναλωτών έχουν πραγματοποιήσει ηλεκτρονικές (επιγραμμικές) αγορές σε άλλο κράτος μέλος. Η Ευρώπη εξακολουθεί να είναι πίσω από τις ΗΠΑ και την Ιαπωνία στις επενδύσεις Ε&Α στον τομέα των τεχνολογιών των πληροφοριών και των επικοινωνιών (ΤΠΕ), των ευρυζωνικών επικοινωνιών υψηλής ταχύτητας, και στην ανάπτυξη καινοτόμων αγορών όπως η επιγραμμική διαφήμιση. Οι μελλοντικές προκλήσεις για την ψηφιακή Ευρώπη αποτέλεσαν αντικείμενο δημόσιας διαβούλευσης η οποία δρομολογήθηκε από την Κομισιόν στις 4 Αυγούστου και θα παραμείνει ανοικτή έως τις 9 Οκτωβρίου 2009.
ΕΛΛΑΔΑ
Σε σύγκριση με πέντε χρόνια πριν, σημειώνεται στην έκθεση της Κομισιόν, οι επιδόσεις της Ελλάδας στη διάδοση και χρήση της ευρυζωνικότητας έχει βελτιωθεί σημαντικά, με τη βοήθεια και εθνικών στρατηγικών στόχων και κοινοτικών πόρων που κατευθύνθηκαν στην ενίσχυση επενδύσεων για την ανάπτυξη ευρυζωνικών δικτύων –με κάλυψη και των ελληνικών περιφερειών. Η συνολική κάλυψη των δικτύων dsl αυξήθηκε από μόλις 9% το 2004 σε 88% το 2008, με το αντίστοιχο ποσοστό για τις αγροτικές περιοχές να μεταβάλλεται από 0% σε 55%. Η χρήση από τον πληθυσμό φτάνει στο 13,4%, από 0,5%, μέσα σε αυτά τα τέσσερα χρόνια. Ωστόσο, παρά την αξιοσημείωτη πρόοδο μέσα στο 2007, οι συνδέσεις στα δίκτυα dsl του οικιακού τομέα παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα –στο 50% του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Καλύτερη είναι η εικόνα στον επιχειρηματικό τομέα, αν και παραμένει σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα σε σχέση με το τι συμβαίνει στα άλλα κράτη-μέλη.
ΧΡΗΣΗ
Στην Ελλάδα, το ένα τρίτο του πληθυσμού χρησιμοποιεί τακτικά το Διαδίκτυο, 23% δηλώνουν συχνοί χρήστες, ωστόσο ένα ποσοστό 56% δεν έχουν χρησιμοποιήσει ποτέ το ιντερνετ. Η Ελλάδα, επίσης είναι η χώρα με τις χαμηλότερες επιδόσεις στη χρήση των διαφόρων διαδικτυακών υπηρεσιών σε σχέση με τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη. Η πλειοψηφία των Ελλήνων χρηστών χρησιμοποιεί το διαδίκτυο για να στέλνει/λαμβάνει αλληλογραφία, για πληροφορίες και ανάγνωση εφημερίδων, καθώς και να ακούει μουσική και να βλέπει ταινίες.
Όσο για τη διαθεσιμότητα των υπηρεσιών ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, eGovernment, για πολίτες και επιχειρήσεις, είναι πολύ χαμηλή στην Ελλάδα, αν και έχει αναπτυχθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια. Η χρήση των υπηρεσιών ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, όσων είναι διαθέσιμες, από τους πολίτες εξακολουθεί να κινείται σε πολύ χαμηλά επίπεδα και δεν έχει παρουσιαστεί βελτίωση. Αντίθετα, οι επιχειρήσεις κάνουν χρήση αυτών των υπηρεσιών σε ποσοστό 78% -που είναι και δέκα μονάδες πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.