Παράλληλα, ο διοικητής της ΑΑΔΕ κ. Γ. Πιτσιλής με οδηγίες που απέστειλε στον ελεγκτικό μηχανισμό ζητά να προχωρήσει στον άμεσο έλεγχο υποθέσεων οι οποίες παραγράφονται στο τέλος του έτους, εισαγγελικές παραγγελίες, υποθέσεις μεγάλων επιστροφών φόρων και αγοραπωλησίες ακινήτων που δεν εντάσσονται στο σύστημα αντικειμενικών αξιών. Με βάση τις οδηγίες οι υποθέσεις οι οποίες θα πρέπει να ελεγχθούν κατά προτεραιότητα κατατάσσονται με βάση ένα αυτοματοποιημένο μοντέλο αντικειμενικής αξιολόγησης υποθέσεων κατόπιν εφαρμογής κριτηρίων ανάλυσης κινδύνων καθώς και στοιχεία από εσωτερικές και εξωτερικές πηγές πληροφόρησης που είναι διαθέσιμα στην ΑΑΔΕ.
ΟΙ ΕΛΕΓΧΟΙ
Από τις ελεγκτικές υπηρεσίες της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικής Διοίκησης θα πραγματοποιηθούν 25.000 πλήρεις και μερικοί φορολογικοί έλεγχοι. Οι υποθέσεις που ελέγχονται κατά προτεραιότητα επιλέγονται με κριτήρια ανάλυσης κινδύνου βάσει δεδομένων που είναι διαθέσιμα ηλεκτρονικά, καθώς και στοιχεία από εσωτερικές και εξωτερικές πηγές πληροφόρησης που είναι διαθέσιμα στην ΑΑΔΕ.
Από το σύνολο των υποθέσεων κάθε ελεγκτικής υπηρεσίας ελέγχονται, κατά προτεραιότητα, οι υποθέσεις που συγκεντρώνουν την υψηλότερη μοριοδότηση.
ΠΟΙΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΑΦΟΡΑ
Τουλάχιστον το 70% του συνόλου των υποθέσεων που θα ελεγχθούν θα αφορά φορολογικά έτη, χρήσεις, υποθέσεις, περιόδους ή υποχρεώσεις της τελευταίας πενταετίας.
Τουλάχιστον το 75% θα αφορούν καταρχήν σε ελέγχους της τελευταίας τριετίας, για τις οποίες έχει λήξει η προθεσμία υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος.
ΖΗΤΗΜΑ ΜΕ ΤΑ ΑΚΙΝΗΤΑ
Πάνω από 2.500 υποθέσεις φορολογίας κεφαλαίου που αφορούν σε μη ετήσιες υποχρεώσεις, θα ελεγχθούν από τις αρμόδιες υπηρεσίες της ΑΑΔΕ.
Έμφαση αναμένεται να δοθεί σε αγοραπωλησίες ακινήτων, κληρονομιές και δωρεές.
Ειδικότερα, ελέγχονται όλες οι υποθέσεις Φορολογίας Κεφαλαίου για τις οποίες λήγει η προθεσμία της Φορολογικής Διοίκησης να εκδώσει πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου στις 31 Δεκεμβρίου 2022 και αφορούν ακίνητα τα οποία δεν εντάσσονται στο αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού αξίας, δεν έχει γίνει δεκτή από τον φορολογούμενο η προεκτίμηση προσωρινή αξία της Δ.Ο.Υ. και η διαφορά δηλωθείσας αξίας και προεκτίμησης υπερβαίνει το 30% ή η αξία της προεκτίμησης υπερβαίνει τα 100.000 ευρώ.