κατά την 8ετία 2011 - 2019. Κατά συνέπεια, το σύνολο σχεδόν του κτιριακού αποθέματος της χώρας είναι επιλέξιμο για ένταξη στο πρόγραμμα «Εξοικονομώ - Αυτονομώ» που θα ξεκινήσει να «τρέχει» ανά Περιφέρεια από τις 30 Νοεμβρίου.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΥΠΕΝ που επικαλείται το ΑΠΕ, στο διάστημα 2011 - 2019 εκδόθηκαν συνολικά 1.815.232 Πιστοποιητικά Ενεργειακής Απόδοσης, η μεγάλη πλειονότητα των οποίων (62,02%) κατατάσσεται στην ενεργειακή κατηγορία Ε-Η, το 34,49% στη Γ-Δ και μόλις το 2,9% στην Α-Β. Η ίδια εικόνα προκύπτει από τα στατιστικά που αφορούν αποκλειστικά τις κατοικίες, τις οποίες αφορά το νέο πρόγραμμα (για κτίρια επαγγελματικών χρήσεων καθώς και για κτίρια του Δημοσίου θα ακολουθήσουν άλλες προκηρύξεις προγραμμάτων από το ΥΠΕΝ). Δηλαδή το 95% - 96% των ενεργειακών πιστοποιητικών που εκδόθηκαν για διαμερίσματα και μονοκατοικίες εντάσσονται στις κατηγορίες Γ-Δ και Ε-Η.
Υπενθυμίζεται ότι, μετά τη διεύρυνση των κριτηρίων για την υπαγωγή στο νέο πρόγραμμα, πλέον μπορούν να ενταχθούν στις ενισχύσεις κατοικίες που έχουν καταταγεί σε κατηγορία χαμηλότερη ή ίση της Γ, ενώ στα προηγούμενα προγράμματα ήταν επιλέξιμες οι κατοικίες μέχρι την κατηγορία Δ.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν επίσης τα στοιχεία σύμφωνα με τα οποία το μεγαλύτερο ποσοστό ενέργειας στα σπίτια (198.03 kWh/m2) καταναλώνεται κυρίως για την κάλυψη αναγκών σε θέρμανση. Προκύπτει επίσης ότι τα πιο ενεργοβόρα κτίρια κατοικιών είναι οι μονοκατοικίες (415.19 kWh/m2), ενώ τα κτίρια των πολυκατοικιών έχουν μέση ετήσια κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας ίση με 264.63 kWh/m2. Μία ακόμα αδυναμία του ελληνικού κτιριακού αποθέματος είναι ότι η μεγάλη πλειονότητα των κτιρίων θερμαίνεται με παραδοσιακά μέσα καθώς το πετρέλαιο συνεισφέρει κατά μέσο όρο 51,38% στο ενεργειακό ισοζύγιο των κτιρίων κατοικίας, ενώ η ηλεκτρική ενέργεια κατά 33,70%. Ακολουθεί με μικρότερα ποσοστά το φυσικό αέριο (για το οποίο ωστόσο είναι περιορισμένη γεωγραφικά και η πρόσβαση των καταναλωτών) ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι περίπου το 9% της ενέργειας στις μονοκατοικίες προέρχεται από βιομάζα. Δηλαδή από τζάκια και σόμπες.