παρά τις συνεχείς παρεμβάσεις από το υπουργείο Εργασίας εξακολουθεί να μην αποτελεί βασική επιλογή των επιχειρήσεων που πλήττονται και από το πιθανό δεύτερο κύμα της πανδημίας του κορονοϊού, που όπως φαίνεται εξελίσσεται στη χώρα μας εν μέσω του θέρους. Στον αντίποδα, έδαφος φαίνεται πως κερδίζει παρ’ ότι πρόκειται για ένα κατ’ εξοχής «παθητικό» μέτρο, η λύση της αναστολής συμβάσεων.
Βέβαια, οι εργαζόμενοι εκφράζουν ανησυχία κατά κύριο λόγο ως προς το τι μέλλει γενέσθαι από το Φθινόπωρο και μετά, ενώ προβληματισμός υπάρχει και για το αν και πως θα πληρωθούν το Επίδομα Αδειας, αλλά και το Δώρο Χριστουγέννων. Να σημειωθεί ότι τα συγκεκριμένα επιδόματα υπολογίζονται με βάση το διάστημα εργασίας κάθε υπαλλήλου, με αποτέλεσμα η περίοδος κατά την οποία οι συμβάσεις έχουν τεθεί σε αναστολή να βρίσκονται σε «γκρίζα ζώνη» τουλάχιστον ως προς το πότε και ποιος θα πληρώσει για τους συγκεκριμένους μήνες.
Τόσο τα σωματεία και οι ομοσπονδίες εργαζομένων, που εκπροσωπούν κυρίως εποχικά απασχολούμενους κατά την καλοκαιρινή περίοδο, όσο και οι εργοδοτικοί φορείς καλούν το υπουργείο Εργασίας να ξεκαθαρίσει άμεσα το θέμα, καθώς είναι πρόσφατη η περίπτωση του δώρου Πάσχα, που ενώ στην αρχή οι εργοδότες πίστευαν ότι το κράτος θα καλύψει εξ αρχής τα ποσά που αντιστοιχούσαν στου μήνες αναστολής, τελικά κλήθηκαν οι ίδιοι να τα πληρώσουν και στη συνέχεια τους τα επέστρεψε το δημόσιο.
Παράλληλα, οι εργαζόμενοι επισημαίνουν ότι υπάρχει σημαντική καθυστέρηση στις πληρωμές, αλλά και συνεχείς αλλαγές στα χρονοδιαγράμματα, με αποτέλεσμα όσοι έχουν τεθεί σε αναστολή να μένουν χωρίς το εισόδημα των 534 ευρώ για πολύ μεγάλο διάστημα, που ξεπερνά το μήνα.
Όσο για το πρόγραμμα «Συν-Εργασία», τα στοιχεία δείχνουν πολύ χαμηλή συμμετοχή, γεγονός που καθιστά εξαιρετικά απίθανο το ενδεχόμενο να συνεχιστεί και μετά τις 15 Οκτωβρίου. Είναι ενδεικτικό ότι, τον Ιούνιο εντάχθηκαν στο πρόγραμμα μόλις 3.400 επιχειρήσεις και 32.000 εργαζόμενοι, ενώ τον Ιούλιο 5.501 επιχειρήσεις και 48.507 εργαζόμενοι. Στο ενδιάμεσο βέβαια, το οικονομικό επιτελείο προχώρησε σε δυο σημαντικές παρεμβάσεις με στόχο να καταστεί ο μηχανισμός ελκυστικότερος για τους εργοδότες. Συγκεκριμένα, από την 1η Ιουλίου και έως το τέλος του προγράμματος, το κράτος καλύπτει το 100% των ασφαλιστικών εισφορών για τον χρόνο εργασίας που χάνεται. Ο εργοδότης θα πληρώνει έτσι μόνο τις εισφορές που αναλογούν στο τμήμα του μισθού που καταβάλλει. Όλες οι υπόλοιπες εισφορές – εργατικές και εργοδοτικές – θα βαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό. Με την πρόσφατη ΠΝΠ δε, στον μηχανισμό μπορούν να ενταχθούν εφεξής και όλοι οι εποχικοί εργαζόμενοι, που έχουν προσληφθεί με σύμβαση πλήρους απασχόλησης, έως τις 10 Αυγούστου. Σύμφωνα με την αρχική διάταξη, ο μηχανισμός μπορούσε να εφαρμοστεί μόνο σε εργαζόμενους που είχαν εξαρτημένη σχέση εργασίας πλήρους απασχόλησης στις 30 Μαΐου του 2020. Με την προϋπόθεση αυτή αποκλείονταν οι εποχικοί που προσλήφθηκαν τον Ιούνιο, τον Ιούλιο ή και τον Αύγουστο. Με την νέα διάταξη διευρύνεται το πεδίο εφαρμογής προκειμένου να ενταχθούν περισσότεροι εργαζόμενοι σε αυτόν.