Μετά το τριετές πάγωμα του ΦΠΑ 24% στα ακίνητα, το Υπουργείο Οικονομικών δίνει ακόμη ένα «φορομπόνους» για τη στήριξη της αγοράς ακινήτων, η οποία δέχεται χτυπήματα από την κρίση της πανδημίας, απαλλάσσοντας τους γονείς από ένα σημαντικό φορολογικό κόστος και ταυτόχρονα διευκολύνει τους νέους που προχωρούν στην αγορά πρώτης κατοικίας στη δικαιολόγηση του «πόθεν έσχες». Την ίδια στιγμή μετά τις πιέσεις που ασκούνται από τους επαγγελματίες της αγοράς πιθανή είναι και η παράταση του μέτρου της μείωσης των επαγγελματικών μισθωμάτων για τις πληττόμενες επιχειρήσεις από τη νέα έξαρση της πανδημίας.
Ειδικότερα σχετικά με το αφορολόγητο της πρώτης κατοικίας, η διάταξη έχει αναδρομική ισχύ, από τις 30 Ιουλίου. Αυτό σημαίνει πως από τη συγκεκριμένη ημερομηνία χρηματικές δωρεές που αφορούν σε ποσά έως 150.000 ευρώ δεν θα επιβάλλεται φόρος, ενώ για μεγαλύτερα ποσά, η φορολόγησή τους θα γίνεται με κλιμακωτούς συντελεστές από 1% έως 10%.
Μέχρι πρότινος η γονική παροχή χρηματικών ποσών φορολογούνταν αυτοτελώς με συντελεστή 10% από το πρώτο ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι μια δωρεά 20.000 ευρώ από τον πατέρα του επιβαρυνόταν με φόρο 2.000 ευρώ, τον οποίο συνήθως πληρώνει ο γονιός. Με τη νέα ρύθμιση γονικές παροχές χρημάτων έως 150.000 ευρώ που θα διατεθούν για την απόκτηση πρώτης κατοικίας είναι αφορολόγητες, ενώ για ποσά άνω των 150.000 ευρώ και έως 300.000 ο φόρος υπολογίζεται με συντελεστή μόλις 1%. Στο συγκεκριμένο παράδειγμα η γονική παροχή των 20.000 ευρώ θα είναι αφορολόγητη και ο γονιός, ο οποίος συνήθως επιβαρύνεται με τον φόρο, θα γλιτώσει 2.000 ευρώ. Επίσης για τη γονική παροχή 80.000 ευρώ για αγορά πρώτης κατοικίας ο φόρος θα είναι μηδενικός έναντι 8.000 ευρώ σήμερα, ενώ για ποσό γονικής παροχής 200.000 ευρώ ο φόρος περιορίζεται σε 500 ευρώ, καθώς οι πρώτες 150.000 ευρώ είναι αφορολόγητες, έναντι 20.000 ευρώ σήμερα.
Για χρηματικά ποσά άνω των 150.000 και έως 300.000 ευρώ επιβάλλεται φόρος 1%, για ποσά πάνω από 150.000 και έως 600.000 ευρώ εφαρμόζεται φορολογικός συντελεστής 5%, ενώ για το τμήμα των χρημάτων που υπερβαίνει τις 600.000 ευρώ επιβάλλεται φόρος με συντελεστή 10%. Προϋπόθεση για την ευνοϊκή μεταχείριση των δωρεών και γονικών παροχών είναι να προκύπτει ότι η δωρεά ή γονική παροχή γίνεται για την απόκτηση ακινήτου για το οποίο τα παιδιά έτυχαν της απαλλαγής πρώτης κατοικίας. Επισημαίνεται όμως πως το τεκμήριο απόκτησης του ποσού που δίνεται ως παροχή του γονιού προς το παιδί διατηρείται και θα πρέπει να δικαιολογείται από τα εισοδήματα του γονέα.
ΔΥΟ ΤΑΧΥΤΗΤΩΝ
Σε κάθε περίπτωση πάντως η εφορία εφαρμόζει γονικές παροχές δύο ταχυτήτων στις περιπτώσεις που οι γονείς βοηθούν οικονομικά τα παιδιά τους. Ενδεικτικά εάν δώσουν χρήματα για να αγοράσουν ένα αυτοκίνητο τότε η γονική παροχή του χρηματικού ποσού φορολογείται με συντελεστή 10% και μάλιστα από το πρώτο ευρώ. Εάν όμως τα παιδιά αποκτήσουν πρώτη κατοικία, ο φόρος για τα ποσά έως 150.000 ευρώ μηδενίζεται πλέον. Έτσι στην περίπτωση που ο πατέρας δώσει στο παιδί του το ποσό των 5.000 ευρώ για την αγορά ενός αυτοκινήτου τότε η συγκεκριμένη γονική παροχή θα επιβαρυνθεί με φόρο 500 ευρώ (5.000 Χ 10%). Αν όμως το βοηθήσει για να αγοράσει πρώτη κατοικία δίνοντάς της 50.000 ευρώ δεν θα επιβαρυνθεί ούτε με ένα ευρώ.
ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΕΣ ΜΙΣΘΩΣΕΙΣ
Στο μεταξύ στο τραπέζι του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης βρίσκεται η πρόταση του μέτρου της μείωσης των επαγγελματικών μισθωμάτων για τις πληττόμενες επιχειρήσεις από τη νέα έξαρση της πανδημίας. Το μέτρο της μείωσης των ενοικίων στα επαγγελματικά ακίνητα και στα εμπορικά καταστήματα παραμένει ανοικτό προς παράταση ακόμη και μέχρι τέλος του έτους, ενώ το οικονομικό επιτελείο εξετάζει τη συνέχιση της φοροαπαλλαγής του 30% των χαμένων μισθωμάτων για τους ιδιοκτήτες. Η αναγκαστική εφαρμογή μειώσεων των ενοικίων έχει ανοίξει έναν άτυπο πόλεμο στην αγορά μεταξύ ιδιοκτητών και επιχειρηματιών για το ύψος των μισθωμάτων. Όμως οι αβέβαιες συνθήκες λόγω της πανδημίας και ο φόβος ενός νέου κύματος με εκτίναξη των λουκέτων στην αγορά αναγκάζουν τους εμπόρους και τους ιδιοκτήτες να αναζητήσουν κοινές λύσεις. Έτσι προτείνουν στην κυβέρνηση την οικειοθελή συνέχιση του μέτρου μείωσης των ενοικίων στον βαθμό που συμφωνούν μεταξύ τους, παράλληλα με τη διατήρηση της φοροαπαλλαγής στις περιπτώσεις αυτές για τους ιδιοκτήτες.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΝΟΥΛΗΣ