Ειδικότερα, από τις 13 Μαΐου 2016, προϋπόθεση για την καταβολή της εφάπαξ παροχής αποτελεί α) η λήψη κύριας σύνταξης, λόγω γήρατος ή οριστικής αναπηρίας, δηλαδή να έχει εκδοθεί η πράξη συνταξιοδότησης γήρατος ή οριστικής αναπηρίας και β) η πλήρωση των χρονικών προϋποθέσεων που ορίζονται από το καταστατικό του εντασσόμενου φορέα πρόνοιας στο Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης και Εφάπαξ Παροχών (ΕΤΕΑΕΠ).
Όπως υπενθυμίζεται στην εγκύκλιο, χρόνος ασφάλισης στον κλάδο εφάπαξ παροχών του ΕΤΕΑΕΠ αποτελεί α) ο χρόνος για τον οποίον καταβάλλονται ασφαλιστικές εισφορές από την ένταξη των ταμείων, τομέων, κλάδων και λογαριασμών πρόνοιας και εφεξής και β) ο χρόνος ασφάλισης που πραγματοποιήθηκε στα εντασσόμενα ταμεία, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς πρόνοιας, συμπεριλαμβανομένου του χρόνου που αναγνωρίστηκε και εξαγοράστηκε ή συνεχίζεται η εξαγορά του.
Στη συνέχεια, η εγκύκλιος παρέχει κάποιες επιπρόσθετες διευκρινίσεις αναφορικά με τους ασφαλισμένους του ΕΤΕΑΕΠ οι οποίοι δικαιώθηκαν κύρια σύνταξη και εφάπαξ παροχή, αλλά συνεχίζουν να εργάζονται ή επέστρεψαν στην εργασία τους και ασφαλίζονται στον κλάδο εφάπαξ παροχών του ΕΤΕΑΕΠ.
Αρχικά, επισημαίνεται ότι οι εν λόγω ασφαλισμένοι:
- Καταβάλλουν εισφορές υπέρ του ΕΤΕΑΕΠ, καθώς, με το ν. 4387/2016, δεν έχουν διαφοροποιηθεί οι προϋποθέσεις υπαγωγής.
- Το χρονικό διάστημα καταβολής των εισφορών, μετά την 1η Ιανουαρίου 2017, θεωρείται χρόνος ασφάλισης στο ΕΤΕΑΕΠ και, τέλος, η εφάπαξ παροχή έχει ανταποδοτικό χαρακτήρα.
Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω και με την προϋπόθεση ότι το νέο χρονικό διάστημα ασφάλισης θα προσμετρηθεί στον κύριο φορέα, με την τροποποίηση της αρχικής συνταξιοδοτικής πράξης ή την έκδοση συμπληρωματικής, θα πρέπει να αποδίδεται εφάπαξ παροχή για το εν λόγω χρονικό διάστημα, εφόσον βέβαια πληρούνται και οι προαναφερόμενες χρονικές προϋποθέσεις.
Παράλληλα, για εργαζόμενους που δικαιώθηκαν κύρια σύνταξη και εφάπαξ παροχή, πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 2016 και συνεχίζουν ή αναλαμβάνουν εκ νέου εργασία, χρόνος ασφάλισης για την καταβολή συμπληρωματικής εφάπαξ παροχής αποτελεί ο χρόνος καταβολής ασφαλιστικών εισφορών, μετά την 1η Ιανουαρίου 2017 και ο χρόνος ασφάλισης που πραγματοποιήθηκε στους εντασσόμενους φορείς, μετά την επανασφάλισή τους έως και τις 31 Δεκεμβρίου 2016. Στην περίπτωση που το διάστημα από την επανασφάλιση έως και τον Δεκέμβριο του 2016 δεν αποτελούσε χρόνο ασφάλισης για τον ενταχθέντα φορέα, δεν θα προσμετρηθεί για τον υπολογισμό της παροχής.
Στην περίπτωση που δεν πληρούνται οι χρονικές προϋποθέσεις για τη λήψη εφάπαξ παροχής, θα χορηγείται επιστροφή των εισφορών.