Η ΕΣΕΕ προτείνει την αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού σε δύο χρονικά και ποσοτικά στάδια, τα οποία θα απέχουν τουλάχιστον ένα έτος μεταξύ τους, κατά το πρότυπο των τελευταίων σχετικών Εθνικών Γενικών Συλλογικών Συμβάσεων (ΕΓΣΣΕ 2008: 680,59 €, ΕΓΣΣΕ 2010: 751,39 €). Όπως αναφέρει η εν λόγω κίνηση, θα ενισχύσει την κατανάλωση, θα αυξήσει τον τζίρο των επιχειρήσεων και θα επιταχύνει την αύξηση της απασχόλησης, η οποία είναι και το ζητούμενο σήμερα. Αναλυτικότερα:
* Η σταδιακή αύξηση του κατώτατου μισθού στα 751,39 ευρώ (μεικτά) θα αναθερμάνει την οικονομία, καθώς συνεπάγεται υψηλότερη καταναλωτική ζήτηση.
* Η αύξηση του κατώτατου μισθού θα προκαλέσει τόνωση της ζήτησης και του κύκλου εργασιών των επιχειρήσεων στην αγορά, ενώ ταυτόχρονα θα εισέρεαν επιπλέον έσοδα στα δημόσια ταμεία, από τον ΦΠΑ.
* Η επιβάρυνση των εργοδοτών από την αύξηση του κατώτατου μισθού, θα μπορούσε να αντισταθμιστεί εν μέρει μεσοπρόθεσμα τόσο από την επιδότηση της εργασίας, όσο και από την ενίσχυση του κύκλου εργασιών και την μείωση του μη μισθολογικού κόστους.
ΓΙΑ ΔΙΑΙΤΗΣΙΑ ΚΑΙ ΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ
Σχετικά με τις θέσεις της για τη διαιτησία και τη μεσολάβηση στις συλλογικές διαπραγματεύσεις, την οποία το Υπουργείο γνωστοποίησε σε όλους τους κοινωνικούς εταίρους, η ΕΣΕΕ αναφέρει, μεταξύ άλλων, τα εξής:
Συμφωνούμε με την θέση του συντάκτη ότι η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας 3307/2014 επανανομιμοποιεί αφενός την δυνατότητα μονομερούς προσφυγής στην διαιτησία, αφετέρου την δυνατότητά της να επεκτείνεται στο σύνολο της ύλης της συλλογικής διαφοράς.
Ωστόσο, η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου δεν απαγορεύει να τίθενται χρονικοί ή ποσοτικοί περιορισμοί στην άσκηση της μονομερούς προσφυγής. Αναφέρουμε ενδεικτικά μία από τις θέσεις που κατά καιρούς έχει εκφράσει η ΕΣΕΕ, να μην υπάρχει η δυνατότητα για μονομερή προσφυγή περισσότερες από μια φορά ανά τριετία.
Δεν συμφωνούμε με την πρόταση του συντάκτη να επαναφερθεί το δικαίωμα (αντί της υποχρέωσης που προβλέπεται τώρα) του μεσολαβητή να υποβάλει πρόταση μεσολάβησης. Η μη υποβολή πρότασης μεσολάβησης δεν έχει νόημα καθώς το μόνο που επιτυγχάνει είναι να βγάλει τον μεσολαβητή από την "δύσκολη θέση" να επιλύσει μια δύσκολη διαφορά και να τον απαλλάξει από την βάσανο της ειδικής έρευνας και της τεκμηρίωσης της κατάστασης του κλάδου που πρέπει να περιλαμβάνει η ειδική αιτιολόγηση.