Ο κίνδυνος να χαθούν περιουσίες είναι άμεσος και υπαρκτός, σημειώνει η ΠΟΜΙΔΑ , τονίζοντας ότι το πρόβλημα που παραμένει άλυτο είναι εκείνο των ιδιοκτητών αστικών περιουσιών σε περιοχές όπου η Δασική Υπηρεσία, χρησιμοποιώντας παλιούς χάρτες εξακολουθεί να τις θεωρεί ως δασικές.
Επιπλέον είναι δεκάδες χιλιάδες οι πολίτες σε όλη τη χώρα που δεν γνωρίζουν αν πρέπει να κάνουν ένσταση ή όχι, και επίσης πάρα πολλοί εκείνοι που δεν μπορούν να κάνουν ένσταση λόγω του συνολικού υψηλού κόστους που απαιτείται για την άσκησή της, δεδομένου ότι για να ασκηθεί μια ένσταση με αξιώσεις και πιθανότητες επιτυχίας θα πρέπει να έχει συνταχθεί από απόλυτα εξειδικευμένο δασολόγο.
Αυτές οι τεράστιες αδυναμίες του συστήματος, που δεν μπορεί να θεραπευτούν ενόσω «τρέχουν» οι ασφυκτικές προθεσμίες υποβολής ενστάσεων σε πολλές περιοχές της χώρας ασφαλώς θα οδηγήσουν σε απώλεια (ουσιαστική «δήμευση») περιουσιών, όπως έχει κατ’ επανάληψη καταγγείλει η ΠΟΜΙΔΑ.
Δύο πολύ σημαντικά εργαλεία, απαραίτητα για την οικονομία και χρήσιμα για τους ιδιοκτήτες, το Κτηματολόγιο και οι Δασικοί Χάρτες μετατρέπονται δυστυχώς σε αφορμή απώλειας περιουσιακών στοιχείων από ιδιοκτήτες που έχουν ανεπίληπτη νομή και κατοχή επί ολόκληρες γενεές, εξ αιτίας της απαράδεκτης νομοθεσίας που ισχύει σήμερα.
Η ΠΟΜΙΔΑ ζητά:
Την κατάργηση του «τεκμηρίου ιδιοκτησίας» του Ελληνικού Δημοσίου επί κάθε εκτάσεως που το Δημόσιο την δηλώνει ως δασική, και άρα δική του, με αποτέλεσμα ο ιδιώτης που διαθέτει νόμιμους τίτλους πολλών δεκαετιών και ανεπίληπτη νομή, να πρέπει να αποδείξει την κυριότητά του με τίτλους που να ανατρέχουν στο 1885 (!), πράγμα που είναι αδύνατον για τους περισσότερους και θα οδηγήσει νομοτελειακά στη δήμευση των περιουσιών τους, και την άμεση παράταση της προθεσμίας άσκησης αντιρρήσεων κατά των αναρτουμένων δασικών χαρτών, με ταυτόχρονη ενημέρωση των πολιτών για τις συνέπειες από την ανάρτηση αυτή.
Επιπλέον, επισημαίνει τον κίνδυνο ‘’δήμευσης΄΄ της περιουσίας κάποιων πολιτών (που ενδεχομένως μπορεί να αποτελεί και το μοναδικό περιουσιακό τους στοιχείο) όταν η ιδιοκτησία τους εκ παραδρομής ή από υπερεκτίμηση στοιχείων βλάστησης θεωρείται από το δασικό χάρτη ως δασική. Διευκρινίζει δε ότι δεν πρόκειται για «περιπτώσεις που ενδεχομένως ακόμα και οι ίδιοι οι πολίτες γνωρίζουν ότι είχαν δασική έκταση ή ότι εκχέρσωσαν δασική έκταση ή ότι ο αγρός έγινε πραγματικό δάσος. Αναφερόμαστε σε περιπτώσεις όπου είναι πασιφανές ότι έχει γίνει λάθος και ο πολίτης καλείται να υποβάλει αντιρρήσεις καταβάλλοντας το αντίστοιχο (μικρό ή μεγαλύτερο) τέλος άσκησης αντιρρήσεων και καταφεύγοντας συγχρόνως σε τεχνικό σύμβουλο. Σε αυτές τα περιπτώσεις εάν δεν έχει τα χρήματα καταβολής του τέλους ή δεν έχει την οικονομική άνεση για την πρόσληψη ειδικού τεχνικού συμβούλου είναι βέβαιο ότι ο χάρτης θα κυρωθεί με την ιδιοκτησία του (εσφαλμένα) ως δασική και φυσικά αυτή θα θεωρείται και δημόσια, οπότε τη χάνει οριστικά.»