Σύμφωνα με την ανάλυση του Συνδέσμου, ο φόρος υπεραξίας δρα αντιαναπτυξιακά εμποδίζοντας την ανάκαμψη της αγοράς ακινήτων, καθώς οποιοσδήποτε αγοράζει ακίνητο αναγκάζεται να προεξοφλήσει από τώρα τον φόρο που θα πληρώσει στο μέλλον.
Επιπλέον κατά τον Σύνδεσμο απαιτείται η δραστική απλοποίηση της διαδικασίας μεταβίβασης, η δημιουργία ενός πιο λειτουργικού πλαισίου για τη δυνατότητα αξιοποίησης ή διάθεσης ακινήτων με πολλούς συνιδιοκτήτες και η διαχρονική τοποθέτηση των αντικειμενικών αξιών λίγο κάτω από τις ελάχιστες διαθέσιμες αγοραίες.
«Η κρίση και η φορολογία οδήγησαν σε απαξίωση την ακίνητη περιουσία με αποτέλεσμα νοικοκυριά και επιχειρήσεις να είναι όμηροι των ακινήτων που έχουν στην κυριότητά τους, τα οποία δεν μπορούν ούτε να εξυπηρετήσουν φορολογικά ούτε να πουλήσουν με ευκολία», τονίζει ο ΣΕΒ.
Σε ανάλυση εξάλλου για τις επενδύσεις ο Σύνδεσμος ζητά από την κυβέρνηση να δεσμευτεί για ένα σταθερό φορολογικό πλαίσιο και να προχωρήσει σε οριζόντιες επενδυτικές φοροαπαλλαγές, στη μορφή υπεραποσβέσεων, σε όλες τις ιδιωτικές επενδύσεις, και όχι μόνο σε εκείνες που εντάσσονται στον αναπτυξιακό νόμο.
«Σε συνθήκες υπερφορολόγησης της ιδιωτικής οικονομίας, οι υπεραποσβέσεις μπορούν να αντισταθμίσουν μερικώς τις αναπόφευκτα αρνητικές επιπτώσεις του Μνημονίου στην οικονομική δραστηριότητα, και να οδηγήσουν, με μεγαλύτερη ασφάλεια, την εθνική οικονομία σε σταθερότερο περιβάλλον», αναφέρει ο ΣΕΒ.
Ειδικότερα, όπως αναφέρει ο ΣΕΒ στο εβδομαδιαίο δελτίο του για την οικονομία με τίτλο «Υπεραποσβέσεις και φορολογική σταθερότητα καταλύτες για επενδύσεις» ο Σύνδεσμος αναφέρει ότι σε σύνολο επενδύσεων 20 δισ. ευρώ που γίνονται τον χρόνο, οι επενδύσεις των 6,75 δισ. ευρώ (κοινοτικές και εθνικές) του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) έχουν σημαντικό ρόλο να παίξουν.
«Η στόχευσή τους όμως», προσθέτει «καθώς και η στασιμότητα τους, διαχρονικά, λόγω δημοσιονομικής στενότητας σηματοδοτεί την περιορισμένη συμβολή τους στην ανάκαμψη της αναπτυξιακής διαδικασίας.»
» Συνεπώς οι δημόσιοι πόροι που ενισχύουν ιδιωτικές επενδύσεις στο πλαίσιο του αναπτυξιακού νόμου θα είναι ανεπαρκείς κατά τα επόμενα χρόνια, εξ’ ου και ο σημαντικός ρόλος που καλούνται να παίξουν οι φοροαπαλλαγές και το 12ετές σταθερό φορολογικό περιβάλλον για μεγάλες επενδύσεις, ως κίνητρα προσέλκυσης επενδύσεων».
Το ΕΣΠΑ 2014-2020 των 26 δισ. ευρώ περιλαμβάνει και αμιγώς επενδυτικές δράσεις, κυρίως στους τομείς των επιχειρησιακών προγραμμάτων ανταγωνιστικότητας, επιχειρηματικότητας και καινοτομίας (€4,7 δις), και, υποδομών μεταφορών, περιβάλλοντος και αειφόρου ανάπτυξης (€5,2 δις), που στον βαθμό που συμμετέχει το κράτος καταγράφονται αναλογικά ως δημόσιες επενδύσεις, επισημαίνει ο ΣΕΒ.
Σε κάθε περίπτωση, σημειώνει ωστόσο, όλοι οι διαθέσιμοι πόροι που μπορούν να κινητοποιηθούν τα επόμενα χρόνια δεν είναι παρά ένα μικρό μέρος των επενδυτικών αναγκών της χώρας που, δεδομένης και της αρνητικής εθνικής αποταμίευσης, αναγκαστικά θα πρέπει να χρηματοδοτηθούν από ξένα κεφάλαια ώστε να υπάρξει ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.
Στο πλαίσιο αυτό, «η κυβέρνηση οφείλει να δεσμευτεί για ένα σταθερό φορολογικό πλαίσιο και να προχωρήσει σε οριζόντιες επενδυτικές φοροαπαλλαγές, στη μορφή υπεραποσβέσεων, σε όλες τις ιδιωτικές επενδύσεις, και όχι μόνο σε εκείνες που εντάσσονται στον αναπτυξιακό νόμο, που από μόνες τους δεν είναι σε θέση να κάνουν τη διαφορά. Σε συνθήκες υπερφορολόγησης της ιδιωτικής οικονομίας, οι υπεραποσβέσεις μπορούν να αντισταθμίσουν μερικώς τις αναπόφευκτα αρνητικές επιπτώσεις του Μνημονίου στην οικονομική δραστηριότητα, και να οδηγήσουν, με μεγαλύτερη ασφάλεια, την εθνική οικονομία σε σταθερότερο περιβάλλον».