Της Παναγιώτας Φούντα
Τέχνη ή μουντζούρα; Αριστουργήματα ή βανδαλισμοί; Η πολεμική για τα γκράφιτι και την street art κρατάει καλά εδώ και αρκετά χρόνια, αν και τελευταία η παρουσία των – καλλιτεχνικά αναβαθμισμένων – τοιχογραφιών γίνεται όλο και πιο αποδεκτή. Πάντως, μετά τις μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις και την Αθήνα, που έχουν αποκτήσει τα δικά τους street art ορόσημα, και στη Λάρισα αρχίζει να ανθίζει η καλλιτεχνική δημιουργία «στο δρόμο».
Βάζουν χρώμα στην καθημερινότητα, ομορφαίνουν άσχημους τοίχους ή μουντζουρώνουν και χαλάνε την εικόνα μιας πόλης; Τα είδη των τοιχογραφιών που εμφανίζονται κατά καιρούς στους δρόμους, έχουν διάφορα στιλ και παρουσιάζουν μικρή ή μεγαλύτερη καλλιτεχνική αξία. Κάποια από τα γκράφιτι που συναντάμε γύρω μας, πράγματι αποτελούν προϊόντα βανδαλισμού, ενώ κάποια άλλα έρχονται να ομορφύνουν το μουντό αστικό τοπίο, με πολύ χρώμα ή αναπαριστώντας πολιτικά και κοινωνικά μηνύματα. Η συγκεκριμένη καλλιτεχνική έκφραση, πάντως, χαρακτηρίζεται ως υβρίδιο ανάμεσα στην τέχνη και την παρανομία, μια μορφή λαϊκής τέχνης, που συνδέεται με την κουλτούρα του δρόμου, αλλά και με τη χιπ – χοπ μουσική. Τα δημιουργήματα είναι εφήμερα – συνήθως – και εκφράζουν κατά κύριο λόγο το τώρα, το σήμερα.
Στη Λάρισα, οι όχθες του Πηνειού, αλλά και κτίσματα στην περιοχή του πάρκου Αλκαζάρ ήταν από τα πρώτα μέρη που κέντρισαν το ενδιαφέρον των καλλιτεχνών που ασχολούνται με το γκράφιτι, μιας και οι τεράστιες επιφάνειες ανάμεσα στις δύο κεντρικές γέφυρες – αλλά και κάτω από αυτές, αποτέλεσαν το πιο πρόσφορο έδαφος για δημιουργία. Οι περισσότεροι καλλιτέχνες, λοιπόν, επέλεγαν περιφερειακά, απόμερα και δύσβατα σημεία προκειμένου να εκφραστούν, χωρίς τον κίνδυνο να καταλήξουν στο κρατητήριο. Σιγά – σιγά, μεγάλες τοιχογραφίες αρχίζουν και κάνουν την εμφάνισή τους σε πιο κεντρικά σημεία, αφού και το συγκεκριμένο είδος δημόσιας έκφρασης – κυρίως λόγω του αρτιότερου καλλιτεχνικού αποτελέσματος – έχει αρχίσει να απενοχοποιείται. Βέβαια, ακόμη βρίσκεται σε σχετικά πρώιμο στάδιο, μιας και ούτε μεγάλο πλήθος καλλιτεχνών υπάρχει, αλλά ούτε και το κοινό είναι ιδιαίτερα εκπαιδευμένο ώστε να δεχθεί εύκολα τέτοιου είδους παρεμβάσεις στο αστικό τοπίο.