Πρόκειται για την υλοποίηση της αντιλαϊκής πολιτικής της Ε.Ε. και των αστικών κυβερνήσεων (ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ) για απελευθέρωση και ιδιωτικοποίηση της ενέργειας, μέσω της στρατηγικής για την “πράσινη ανάπτυξη”, δηλαδή την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από επιχειρηματικούς ομίλους μέσω ΑΠΕ, στοχεύοντας έτσι να βρουν επενδυτική διέξοδο τα συσσωρευμένα κεφάλαια των μονοπωλίων, τα οποία συμπληρώνονται και με κρατικό χρήμα μέσω επιδοτήσεων ή του «πράσινου ταμείου», επιδιώκοντας την αύξηση των κερδών τους.
Έτσι μετέτρεψαν την ηλεκτρική ενέργεια σε πανάκριβο εμπόρευμα για τα εργατικά-λαϊκά νοικοκυριά, τις μικρές επιχειρήσεις και τους βιοπαλεστές αγρότες όπως βλέπουμε πλέον, την οποία στερούνται όλο και περισσότεροι που αδυνατούν να πληρώσουν τα πανάκριβα τιμολόγια.
Το επιχείρημα ότι η “πράσινη ενέργεια” μέσω των ΑΠΕ, προωθείται για την προστασία του περιβάλλοντος, αποδεικνύεται ότι είναι ένα μεγάλο ψέμα. Τόσο στη συγκεκριμένη δασώδη περιοχή NATURA του Μαυροβουνίου, ανάμεσα σε Βένετο και Κανάλια, όσο και στις βουνοκορφές των Αγράφων, του Ασπροποτάμου, του Κισσάβου, του Πηλίου και άλλων βουνών της Θεσσαλίας και της χώρας μας, συντελείται και απειλείται τεράστια περιβαλλοντική καταστροφή από τους επιχειρηματικούς ομίλους που εγκαθιστούν τις ανεμογεννήτριες, καταστρέφοντας χιλιάδες στρέμματα δάσους, «φυτεύοντας» χιλιάδες τόνους μπετόν, σιδήρου και άλλων υλικών, διανοίγοντας πολλά χιλιόμετρα νέους δρόμους σε κορυφογραμμές και πλαγιές.
Παράλληλα έχουμε καταπατήσεις περιουσιών κατοίκων σε περιπτώσεις όπου περνούν δρόμοι ή κατασκευάζονται πυλώνες μέσα από ιδιοκτησίες.
Μέσω ενός περίπλοκου συστήματος θυγατρικών εταιρειών, εργολαβιών και υπεργολαβιών, χτυπιούνται βάναυσα οι μισθοί και κάθε εργασιακό δικαίωμα των εργαζομένων στα έργα αυτά και στην ενέργεια γενικότερα.
Αυτή την καταστροφική πολιτική για τα λαϊκά συμφέροντα, το περιβάλλον και την αγροτική παραγωγή, με τον ψευδεπίγραφο τίτλο της «πράσινης ανάπτυξης», προωθούν και στηρίζουν η σημερινή και προηγούμενες κυβερνήσεις, η απερχόμενη περιφερειακή αρχή του κ. Αγοραστού και η νεοκλεγείσα του κ. Κουρέτα.
Δεν θα σταματήσουν, αν δεν τους σταματήσει ο λαός με τους αγώνες του.
Η Λαϊκή Συσπείρωση Θεσσαλίας, αγωνίζεται ενάντια στην παράδοση της ενέργειας στα χέρια των επιχειρηματιών που την μετατρέπουν σε πανάκριβο εμπόρευμα και καταστρέφουν το περιβάλλον.
Αγωνίζεται και διεκδικεί:
Κατάργηση του ΕΦΚ και του ΦΠΑ σε ηλεκτρική ενέργεια, φυσικό αέριο, πετρέλαιο και βενζίνη.
Γενναία μείωση και πλαφόν στην τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος και του φυσικού αερίου.
Κατάργηση όλων των συμβάσεων που καθορίζουν τις Ρήτρες Αναπροσαρμογής.
Κατάργηση της χρέωσης του χαρατσιού των ΑΠΕ στους λογαριασμούς ρεύματος.
Καμία διακοπή ρεύματος σε όσους δεν μπορούν να ανταποκριθούν στους υπέρογκους λογαριασμούς. Διαγραφή χρεών για τα εργατικά και λαϊκά νοικοκυριά και τους μικρούς αγρότες και επαγγελματίες.
Σχέδιο άμεσης αξιοποίησης εγχώριων πηγών ορυκτών καυσίμων – λιγνίτης – κόντρα στις δεσμεύσεις της ΕΕ για την «πράσινη ανάπτυξη» και το εμπόριο ρύπων.
Ουσιαστικές αυξήσεις στους μισθούς με ΣΣΕ, στις συντάξεις, κατώτερες εγγυημένες τιμές αγροτοπαραγωγού.
Σήμερα η χώρα μας έχει τις υλικές προϋποθέσεις για να καλύψει τις ανάγκες των λαϊκών νοικοκυριών και της βιομηχανίας σε φθηνή ενέργεια. Διαθέτει έμπειρο, πολυάριθμο εργατικό δυναμικό υψηλής τεχνολογικής και επιστημονικής ειδίκευσης. Διαθέτει σημαντικές εγχώριες ενεργειακές πηγές, όπως ο λιγνίτης, το υδάτινο δυναμικό, τον αέρα, τον ήλιο. Αν όλα αυτά τα μέσα κοινωνικοποιηθούν, στα πλαίσια του εθνικού κεντρικού επιστημονικού σχεδιασμού της παραγωγής, με εργατική εξουσία, μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες για φθηνή ενέργεια σε όλο το λαό, με σεβασμό στο περιβάλλον και τον άνθρωπο. Αυτό που εμποδίζει την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών, που δημιουργεί κίνδυνους για τη δημόσια υγεία και το Περιβάλλον, είναι η εκμετάλλευση αυτών των δυνατοτήτων από τους επιχειρηματικούς ομίλους με σκοπό το κέρδος».