Σε «ωρολογιακή βόμβα» απειλούν να μετατραπούν τα σκουπίδια για τη Λάρισα, με αφορμή, τόσο τα στενά χρονικά περιθώρια που επιβάλλει η υλοποίηση του νέου Περιφερειακού Σχεδιασμού Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων (ΠΕΣΔΑ), παρότι ο σχετικός ψηφίσθηκε από το 2012, όσο και τα ελάχιστα χρόνια ζωής που έχει μπροστά της η 4η Κυψέλη του Χώρου Υγειονομικής Ταφής Απορριμμάτων (ΧΥΤΑ) στον Μαυρόλιθο.
Η Εκτελεστική Επιτροπή του Δήμου Λαρισαίων ασχολήθηκε εκτάκτως προχθές με το πρόβλημα, όπου τέθηκε έντονα το σκέλος των χρονοδιαγραμμάτων, με τον γενικό γραμματέα του Δήμου Γιάννη Ταφύλλη να δηλώνει στην «Ε» πως «η δρομολόγηση των διαδικασιών για την κατασκευή της 5ης Κυψέλης δεν επιδέχεται ούτε λεπτό καθυστέρησης», ενώ ο πρόεδρος του Ενιαίου Συνδέσμου Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων Δήμων και Κοινοτήτων Ν. Λάρισας (που διαχειρίζεται τον ΧΥΤΑ) και δήμαρχος Αγιάς Αντώνης Γκουντάρας τονίζει στην «Ε» πως «με βάση τους υπολογισμούς μας η 4η Κυψέλη μπορεί να αντέξει έως και 5 έτη».
Η 4η Κυψέλη (χώρος απόθεσης απορριμμάτων) λειτούργησε τον Ιούνιο του 2013 και θεωρητικά έχει περιθώρια ζωής τα 4 έτη. Για να επεκταθούν, έστω κατά ένα τα έτη ζωής της, θα πρέπει μέχρι το 2017 να έχει κατασκευασθεί η Μονάδα Ολοκληρωμένης Διαχείρισης Αστικών Στερεών Απορριμμάτων (ΑΣΑ) και ο Χώρος Υγειονομικής Ταφής Υπολειμμάτων (ΧΥΤΥ όπως θα μετονομασθεί ο ΧΥΤΑ) να δέχεται μόνο τα υπολείμματα που προκύπτουν από την επεξεργασία των απορριμμάτων στην ΑΣΑ (Μονάδα που προς το παρόν βρίσκεται σε μελετητικό στάδιο) παράλληλα με την κατασκευή της 5ης Κυψέλης.
ΝΕΟ ΠΛΑΙΣΙΟ
Ο Δήμος Λαρισαίων, εκτός από το «επείγον» θέμα της διαχείρισης της σημερινής κατάστασης του ΧΥΤΑ (μέσω του ΦΟΔΣΑ που αποτελεί ξεχωριστό φορέα) θα πρέπει να «απαντήσει» και στα θέματα της υλοποίησης του νέου ΠΕΣΔΑ, που καθιερώνεται με τον ν. 4042/12 («Ποινική προστασία του περιβάλλοντος, Πλαίσιο παραγωγής και διαχείρισης αποβλήτων κ.α.) που εναρμονίζει σε εθνικό επίπεδο την Κοινοτική Οδηγία 2008/99/ΕΚ.
Μέχρι σήμερα, δύο χρόνια από την ψήφιση του νόμου, σημειώνεται καθυστέρηση στη διαμόρφωση από το Υπουργείο Περιβάλλοντος, του Εθνικού Σχεδίου Διαχείρισης Απορριμμάτων (ΕΣΔΑ) παρότι ο μελετητής του ΕΣΔΑ έδωσε προς διαβούλευση το σχετικό σχέδιο. Το Πλαίσιο προβλέπει την εξειδίκευση του σχεδιασμού σε περιφερειακό επίπεδο (ΠΕΣΔΑ) με αρμοδιότητες στους περιφερειακούς ΦΟΔΣΑ.
Ο Δήμος Λαρισαίων καλείται «σε στενά έως ασφυκτικά χρονικά περιθώρια» όπως σημείωνε στην «Ε» υπηρεσιακός παράγοντας, να ξεπεράσει «τρεις Συμπληγάδες»:
- Η πρώτη αφορά στα ίδια τα χρονικά περιθώρια καθώς ενώ δεν έχει αποσαφηνισθεί το εθνικό σχέδιο, ο Δήμος θα πρέπει να καταθέσει πενταετές πρόγραμμα διαχείρισης απορριμμάτων. Το πενταετές θα πρέπει να έχει ψηφισθεί από το Δημοτικό Συμβούλιο έως τις αρχές του ερχόμενου Δεκεμβρίου ενώ έως τον Φεβρουάριο του 2015 θα πρέπει να έχει εγκριθεί το πλήρες σχέδιο ή άλλως, «τι θέλει να κάνει ο Δήμος με τη διαχείριση των σκουπιδιών και , πώς θα το κάνει».
- Η δεύτερη, αφορά στα χρηματοδοτικά εργαλεία, σε ποιο πρόγραμμα δηλαδή ο Δήμος θα εντάξει το σχέδιό του, με τη βασική παρατήρηση να εστιάζεται στην πολιτική εκτίμηση ότι «οι δήμοι θα υποχρεωθούν να καταφύγουν στη λύση της σύμπραξης με τον ιδιωτικό τομέα» (ΣΔΙΤ). Άποψη που στηρίζεται στο γεγονός ότι τα αντίστοιχα κονδύλια από Τομεακά Προγράμματα (ΕΠΕΡΑΑ – Ταμείο Συνοχής) που μπορούν να διατεθούν στην Περιφέρεια Θεσσαλίας ανέρχονται στα 48 εκατ. ευρώ, ποσό που «ταιριάζει καρμπόν» με τους πόρους που θα πρέπει να διαθέσει η Πολιτεία για την κατασκευή 3 Μονάδων Επεξεργασίας Απορριμμάτων (παρόμοιας δυναμικότητας με αυτών της Θεσσαλίας) στην περίπτωση που ακολουθηθούν διαδικασίες ΣΔΙΤ.
- Η τρίτη, αφορά στο ειδικό τέλος ταφής (35 ευρώ ανά τόνο) για βιολογικά απόβλητα, σύμμεικτα και μπάζα που οδηγούνται σε ΧΥΤΑ χωρίς να έχουν υποστεί επεξεργασία. Να διευκρινισθεί πως η Διεύθυνση Καθαριότητας του Δήμου Λαρισαίων, εκτός από την καταγραφή των υποχρεώσεων που απορρέουν από το νέο νομικό καθεστώς έχει ήδη καταθέσει πρόταση με στόχους και δράσεις.
ΑΛΛΑΓΕΣ
Ερωτηθείς από την «Ε» για τη διαχείριση των απορριμμάτων, ο κ. Ταφύλλης σημειώνει πως «βρισκόμαστε σε μία περίοδο σημαντικών αλλαγών όσον αφορά στο θεσμικό πλαίσιο για τη διαχείριση των στερεών αποβλήτων στην ΕΕ. Αλλάζει δραστικά το πλαίσιο σχεδιασμού και ο τρόπος λήψης αποφάσεων και δρομολογούνται επιπλέον παρεμβάσεις και στο επίπεδο της αγοράς, με τη μορφή προτύπων, έτσι ώστε τα δευτερογενή προϊόντα της επεξεργασίας των απορριμμάτων να μην χαρακτηρίζονται ως απόβλητα.
Επίσης στο θεσμικό πλαίσιο εισάγεται η ευθύνη του παραγωγού αποβλήτων (π.χ. βιομηχανίες παραγωγής και χρήσης των υλικών συσκευασίας) αλλά και η αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει».
Οι προβλέψεις της σχετικής ευρωπαϊκής οδηγίας πέρασαν στην εθνική νομοθεσία με τον Ν. 4042/2012 που αποτελεί πλέον το πλαίσιο αναφοράς του νέου Εθνικού Σχεδιασμού Διαχείρισης Αποβλήτων (ΕΣΔΑ) που σε επίπεδο περιφέρειας εξειδικεύεται με τα αντίστοιχα Περιφερειακά Σχέδια Διαχείρισης Αποβλήτων (ΠΕΣΔΑ). Σε ό,τι αφορά τον υφιστάμενο ΕΣΔΑ που ισχύει από το 2003, δυστυχώς δεν έχουν επιτευχθεί μέχρι σήμερα τα προσδοκόμενα αποτελέσματα.
Θα πρέπει να επισημανθεί από την αρχή, ότι οι κατευθύνσεις του νέου ΕΣΔΑ δείχνουν σαφή προσανατολισμό, που επιχειρείται, μεθοδεύεται και ως ένα βαθμό υλοποιείται σε κεντρικό επίπεδο, για κατασκευή και λειτουργία μονάδων επεξεργασίας σύμμεικτων απορριμμάτων μέσω ΣΔΙΤ.
Σε ότι μας αφορά, διαπιστώνουμε σημαντικότατες ελλείψεις, αποκλίσεις, και καθυστερήσεις ακόμα και σε σχέση με τον υφιστάμενο από το 2006 ΠΕΣΔΑ. Ο Περιφερειακός Φορέας Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων (ΦοΔΣΑ) παρότι έχει συσταθεί δεν λειτουργεί. Ο υφιστάμενος ΦοΔΣΑ, χωρίς προσωπικό, έχει εκχωρήσει πολλές από τις λειτουργίες του σε ιδιώτες, αδυνατώντας να ανταποκριθεί στο στοιχειώδη εποπτικό-ελεγκτικό του ρόλο.
Δεν υπάρχει διαχείριση αποβλήτων εκσκαφών και κατεδαφίσεων καθώς σε ολόκληρη την Περιφέρεια δεν υπάρχουν ούτε αδειοδοτημένοι ΧΥΤΑ αδρανών, αλλά ούτε και εγκεκριμένα συστήματα και αντίστοιχες αδειδοτημένες μονάδες επεξεργασίας των αποβλήτων αυτών. Τέλος δεν μπορεί να μην αναφερθεί ή έλλειψη υποστήριξης αν όχι εγκατάλειψης δράσεων και προγραμμάτων που προωθούν και ενδυναμώνουν την ανακύκλωση και την εναλλακτική διαχείριση των απορριμμάτων.
Βεβαίως το πλέον ανησυχητικό μέσα σε όλα αυτά, είναι ότι με το πρόσχημα των περιορισμένων χρηματοδοτικών εργαλείων και πόρων και των «απειλούμενων» προστίμων μέσω του περιβόητου τέλους ταφής (35 €/τόνο προσαυξανόμενο ετησίως κατά 5 € επιπλέον του τέλους διάθεσης) για όσα απορρίμματα (βιοαπόβλητα, ανακυκλώσιμα, αδρανή κπλ) οδηγούνται σε ΧΥΤΑ χωρίς προηγούμενα να έχουν υποστεί επεξεργασία, δημιουργείται ένα εξαιρετικά ασφυκτικό πλαίσιο που περιορίζει τους βαθμούς ελευθερίας της τοπικής αυτοδιοίκησης «ωθώντας» σε λύσεις για τις οποίες οι τοπικές κοινωνίες δεν έχουν καν ρωτηθεί.
Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο η νέα Δημοτική Αρχή έχει ευθύνη, εκπροσωπώντας τον μεγαλύτερο Δήμο της Περιφέρειας, αλλά και χρέος να τοποθετηθεί και να αναλάβει πρωτοβουλίες και δράσεις, για τη διαμόρφωση ενιαίας άποψης και πολιτικής τουλάχιστο σε επίπεδο Περιφερειακής Ενότητας, στο ζήτημα της διαχείρισης των αποβλήτων.
Έτσι, ζητήματα που έχουν να κάνουν: με τη λειτουργία και την οργάνωση των ΦοΔΣΑ, την ενδυνάμωση και διασφάλιση του δημόσιου χαρακτήρα τους, τον προωθούμενο τρόπο υλοποίησης των σχεδιαζόμενων έργων επεξεργασίας απορριμμάτων (μέσω ΣΔΙΤ ή ως δημόσιου έργου), τη διασφάλιση της απρόσκοπτης διάθεσης των απορριμμάτων της Περιφερειακής Ενότητας Λάρισας στο ΧΥΤΑ, μέσω έργων που επείγουν και, την επαναδιαπραγμάτευση των όρων και του πλαισίου συνεργασίας του Δήμου με τα εγκεκριμένα συστήματα εναλλακτικής διαχείρισης απορριμμάτων, είναι ζητήματα πρώτης προτεραιότητας.
Ο Δήμος κατέθεσε ήδη τις πρώτες προτάσεις του στον εκπονούμενο ΠΕΣΔΑ που περιλαμβάνουν: Τη δημιουργία νέου Κέντρου Διαλογής Ανακυκλώσιμων Υλικών (ΚΔΑΥ) προκειμένου να καλυφθούν οι στόχοι της ανακύκλωσης και ανάκτησης υλικών που ορίζει ο νόμος. Τη δημιουργία ΧΥΤ αδρανών και, τη λειτουργία αποκεντρωμένων μονάδων διαχείρισης προδιαλεγμένων κλασμάτων βιολογικών αποβλήτων.
Παράλληλα προετοιμάζεται για την ανάπτυξη συστήματος διαλογής στην πηγή οργανικών αποβλήτων, ώστε να πετύχει τους στόχους και τα χρονοδιαγράμματα του Ν. 4042/2012 σχετικά με τα ανακυκλώσιμα υλικά και τα βιολογικά απόβλητα. Προς την κατεύθυνση αυτή είναι βέβαιο ότι θα βρει την ανταπόκριση, την αποδοχή αλλά και τη συμμετοχή των συμπολιτών μας.
Η μείωση των απορριμμάτων με μέτρα πρόληψης, η αύξηση του ποσοστού ανακύκλωσης και επαναχρησιμοποίησης καθώς και η υιοθέτηση της εναλλακτικής διαχείρισης αποτελούν τους άξονες αναφοράς της νέας Δημοτικής Αρχής.
Έχοντας επίγνωση του πλήθους των παραμέτρων αλλά και των δυσκολιών, που επηρεάζουν την όποια επιλογή, ο Δήμος δεν πρόκειται να οδηγηθεί σε λύσεις επιπόλαιες, δαπανηρές και αποσπασματικές, που είναι έξω από τους άξονες που προαναφέρθηκαν και είναι εις βάρος του δημόσιου συμφέροντος.
Σε ό,τι αφορά στο ερώτημά σας, ανεξάρτητα από το ποιες θα είναι οι τελικές επιλογές, υπάρχει ένα σημαντικό πρόβλημα με τη λειτουργία του ΧΥΤΑ που θα πρέπει να αντιμετωπιστεί άμεσα. Η δρομολόγηση των διαδικασιών για την κατασκευή της 5ης Κυψέλης δεν επιδέχεται ούτε λεπτό καθυστέρηση» καταλήγει ο κ. Ταφύλλης.
Ο ΑΝΤ. ΓΚΟΥΝΤΑΡΑΣ
«Με βάση τους υπολογισμούς μας η 4η Κυψέλη μπορεί να αντέξει έως και 5 έτη» τονίζει από την πλευρά του ο κ. Γκουντάρας. Για να προσθέσει πως «τα τελευταία χρόνια καταγράφεται μια μείωση της παραγωγής σκουπιδιών αλλά το μέλλον ανήκει στην ανακύκλωση και όσο επενδύουμε σε αυτήν τόσο θα επιτυγχάνουμε οικονομία, τόσο σε φυσικούς πόρους όσο και σε χρήματα.
Οσο ενισχύουμε την ανακύκλωση τόσο δίνουμε παράταση ζωής στην 4η Κυψέλη και στο πλαίσιο αυτό είναι ενταγμένες ενέργειες ευαισθητοποίησης, ξεκινώντας από τα σχολεία, με ολοκληρωμένη ανακύκλωση, όπου διαθέτουν σχολικούς κήπους κλπ» καταλήγει ο κ. Γκουντάρας.
ΜΟΝΟ ΤΟ 10% ΑΝΑΚΥΚΛΩΝΕΤΑΙ
Σύμφωνα πάντως με τα τελευταία στοιχεία, του 9μήνου του 2014, που ανακοινώθηκαν χθες από τον ΦοΔΣΑ Λάρισας, η ανακύκλωση φαίνεται να υστερεί. Στον νομό Λάρισας παράγονται περισσότεροι από 100.000 τόνοι στερεών αποβλήτων σε ετήσια βάση, ενώ στην ανακύκλωση συγκεντρώνονται 8 με 10.000 τόνοι απορριμμάτων σε ετήσια βάση (όσα και τα στερεά απόβλητα σε μηνιαία βάση! ) εξέλιξη που επιβεβαιώνει τις δυνατότητες επέκτασης του προγράμματος ανακύκλωσης.
Αναλυτικότερα, το πρώτο 9μηνο του 2014 στον νομό Λάρισας παρήχθησαν συνολικά 82.869 τόνοι σκουπιδιών που κατά δήμο έχουν ως εξής: Δήμος Λαρισαίων 43.420,70 (τόνοι), ποσοστό 52,4 %. Τυρνάβου 6.194,26 (7,47%). Ελασσόνας 5.998,99 (7,24%). Κιλελέρ 5.098,60 (6,15%). Φαρσάλων 4.601,87 (5,55%). Τεμπών 4.015,94 (4,85%). Αγιάς 4.599,77 (5,55%). Ιδιώτες 6.979,98 (8,42%). Υπόλειμμα ΚΔΑΥ 1.958,91 (2,36%).
Να σημειωθεί ότι για το ίδιο χρονικό διάστημα του 2013 η εισερχόμενη ποσότητα στερεών αποβλήτων ανήλθε στους 81.845 τόνους. Από το ΦοΔΣΑ παρατηρείται ότι «κατά το 2014 υπάρχει αύξηση της τάξεως του 1,25% της οδηγούμενης στο ΧΥΤΑ ποσότητας (εισερχόμενη ποσότητα ΧΥΤΑ συν υπόλειμμα από το ΚΔΑΥ)».
Την ίδια περίοδο (01/01/14 έως 30/09/14) οι συνολικές συλλεγόμενες ποσότητες αποβλήτων συσκευασιών προς διαλογή και ανάκτηση στο Κέντρο Διαχείρισης Ανακύκλωσης Υλικών (ΚΔΑΥ) που εδρεύει στο χώρο του ΧΥΤΑ, ανέρχονται στους 5.997 τόνους με ποσοστό ανάκτησης ανακυκλώσιμων υλικών της τάξης του 65,03 %.
Τα ανακυκλούμενα σκουπίδια κατά δήμο παράγονται ως εξής: Δήμος Λάρισας 3.645,24 τόνοι, ποσοστό 60,78 (%). Δήμος Ελασσόνας 578,32 (9,64%). Δήμος Τυρνάβου 548,59 (9,15%). Δήμος Κιλελέρ 430,03 (7,17%). Δήμος Αγιάς 297,64 ( 4,96%). Δήμος Φαρσάλων 270,76 (4,51%). Δήμος Τεμπών 175,96 (2,93%). Λοιποί 50,94 (0,85%).
Όπως σημειώνεται από τον ΦοΔΣΑ «συγκριτικά με το αντίστοιχο χρονικό διάστημα του 2013, παρατηρείται κατά το 9μηνο του 2014: Αύξηση της εισερχόμενης ποσότητας αποβλήτων συσκευασιών προς διαλογή και ανάκτηση (μπλε ρεύμα) της τάξης του 26,63%, όταν το 2013 η αντίστοιχη ποσότητα ανήλθε στους 4.736,1 τόνους. Αύξηση του ποσοστού ανάκτησης ανακυκλώσιμων υλικών κατά 45,28%, όταν την αντίστοιχη περίοδο του 2013 η ανάκτηση των υλικών ήταν της τάξης του 44,76% και αντίστοιχη μείωση του υπολείμματος (ΚΔΑΥ) 240,3 tn προς ταφή. Η ανακτώμενη ποσότητα του Tetrapak έχει εφταπλασιαστεί. Τριπλασιασμός του υλικού Pet. Το αλουμίνιο έχει σχεδόν τετραπλασιαστεί. Τετραπλασιασμός του γυαλιού».
Γενικότερα πάντως εκτιμάται πως η μείωση των στερεών αποβλήτων (από τους περίπου 130.000 παλαιότερα σε 110.000 τόνους σήμερα) συνδέεται και με τις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης στην αγοραστική δύναμη των εργαζομένων και την αντίστοιχη καταναλωτική συμπεριφορά των πολιτών.
Β. ΚΑΚΑΡΑΣ