Αναλυτικά, στο κείμενο της ερώτησης, επισημαίνονται τα εξής:
Όπως είναι γνωστό, κατά τη διάρκεια κυρίως των ετών 2006 – 2008, οι τράπεζες δημιούργησαν, προώθησαν επικοινωνιακά και διέθεσαν τελικά στους καταναλωτές στεγαστικά δάνεια συνολικής αξίας 7 δισεκ. ευρώ, με τον τίτλο «δάνεια σε ελβετικό φράγκο».
Ο λόγος που προωθήθηκαν τα δάνεια αυτά, είχε να κάνει κυρίως με το γεγονός ότι εκείνη την περίοδο τα επιτόκια σε ευρώ (Euribor, EKT) ανέβαιναν συνεχώς και είχαν φθάσει κοντά στο 5%, ενώ την ίδια εποχή το ελβετικό φράγκο ακολουθούσε καθοδική πορεία. Έτσι, η εισαγωγή των δανείων αυτών εξυπηρετούσε την επιθετική πιστωτική επέκταση στη χώρα μας. Αντί, λόγω της αύξησης των επιτοκίων, να περιοριστεί η επέκταση αυτή, «ρίχτηκαν» στην αγορά για πρώτη φορά τα στεγαστικά δάνεια σε ελβετικό φράγκο που είχαν χαμηλά επιτόκια.
Οι τράπεζες, κατά την προώθηση των δανείων αυτών, εστίαζαν στη σύγκριση των επιτοκίων ανάμεσα στα δύο είδη δανείων, ενώ την ίδια στιγμή αποσιωπούσαν ή υποβάθμιζαν την επίρριψη του συναλλαγματικού κινδύνου αποκλειστικά στους δανειολήπτες, οι οποίοι δεν είχαν καμία εμπειρία σε τέτοιου είδους προϊόντα, δεδομένου ότι μέχρι τότε δεν είχαν χορηγηθεί δάνεια σε συνάλλαγμα (στεγαστικά ή καταναλωτικά) και σε φυσικά πρόσωπα (υπήρχαν μόνο σε επιχειρηματικές πιστώσεις).
Επιπρόσθετα, η χορήγησή τους πραγματοποιήθηκε κατά τρόπο πραγματικά αδιαφανή, αφού η ενημέρωση για τους συναλλαγματικούς κινδύνους και τις δυνατότητες αντιστάθμισής τους, ήταν μάλλον ανύπαρκτη, ενώ εάν τελικά παρεχόταν κάποια αντιστάθμιση, αυτή λειτουργούσε παραπλανητικά, αφού ίσχυε για 3 έτη, χωρίς δυνατότητα ανανέωσης στα επίπεδα της αρχικής συναλλαγματικής ισοτιμίας.
Αυτό ακριβώς το αρνητικό ενδεχόμενο έγινε πράξη τα αμέσως επόμενα χρόνια, όταν υπήρξε μία ραγδαία επιδείνωση της συναλλαγματικής ισοτιμίας του ευρώ προς το ελβετικό φράγκο, με αποτέλεσμα την αντίστοιχη υπέρμετρη αύξηση της μηνιαίας οφειλόμενης δόσης αποπληρωμής αλλά και την εκτόξευση στα ύψη του ανεξόφλητου ποσού των δανείων.
Όμως, οι δανειολήπτες σε καμία περίπτωση δεν μπορούσαν να προβλέψουν τις δυσμενείς εξελίξεις που τελικά έλαβαν χώρα, δεδομένου ότι ποτέ στο παρελθόν δεν είχαν συναλλαγές με τράπεζες για τέτοιου είδους προϊόντα.
Στο πλαίσιο αυτό, ρωτάμε τους συναρμόδιους Υπουργούς, εάν και πότε σκοπεύουν να βρουν λύση στο θέμα των δανείων με ρήτρα ελβετικού φράγκου, καθώς και εάν θα θεσμοθετήσουν κάποια εκ των συμβιβαστικών προτάσεων που διατυπώθηκαν στο παρελθόν από θεσμικούς φορείς ή θα επιλέξουν να αφήσουν απροστάτευτους και σε ομηρία χιλιάδες ελληνικές οικογένειες».