του Εθελοντή Αιμοδότη, που τιμάται κάθε χρόνο στις 14 Ιουνίου. Ένα μήνυμα που, όπως εξηγεί το Εθνικό Κέντρο Αιμοδοσίας, επιλέχθηκε για να τονίσει τον σημαντικό ρόλο της εθελοντικής προσφοράς αίματος στην ενίσχυση της κοινωνικής αλληλεγγύης, αναγνωρίζοντάς την παράλληλα ως μία συνειδητή έκφραση αλληλεγγύης και συμμετοχής, αξίες ζωής απαραίτητες όχι μόνο για την επάρκεια και την ασφάλεια του αίματος, αλλά κυρίως για την καλλιέργεια και την εδραίωση μιας κοινωνίας, όπου μικρές και καθημερινές πράξεις φροντίδας για τον συνάνθρωπο μπορούν να κάνουν τη διαφορά και να μετατραπούν σε σπουδαίες πράξεις υψηλής κοινωνικής ευθύνης και ανθρωπιάς.
Ο φετινός εορτασμός συμπίπτει χρονικά με την άρση των αυστηρών περιοριστικών μέτρων που ελήφθησαν εξαιτίας της πανδημίας SARS-CoV-2, με τις ανά την Ελλάδα υπηρεσίες αιμοδοσίας να παρακινούν τους πολίτες να συμμετάσχουν σε αιμοδοσίες, προκειμένου να επιτευχθεί ο εθνικός στόχος για επάρκεια αίματος και κάλυψη των υπαρχουσών αναγκών. Η πανδημία άφησε, όπως είναι αυτονόητα κατανοητό, το αρνητικό της αποτύπωμα και στον τομέα της αιμοδοσίας, υποστηρίζει η συντονίστρια διευθύντρια της Νοσοκομειακής Υπηρεσίας Αιμοδοσίας του Γενικού Νοσοκομείου Λάρισας Μαίρη Χατζητάκη, θεωρώντας πάντως ότι παράλληλα αποτελεί και την ευκαιρία για «επανεκκίνηση» στην οργάνωση και λειτουργία της αιμοδοσίας, εντάσσοντας την αιμοδοσία στο σύστημα αρχών και αξιών της κοινωνίας. Προετοιμάζοντας την επιστημονική εκδήλωση της ερχόμενης Τρίτης στο μνημείο του Ιπποκράτη, η κα Χατζητάκη δέχθηκε να περιγράψει τις επιπτώσεις της πανδημίας στην αιμοδοσία, πτυχές των οποίων θα παρουσιάσει στην εκδήλωση. Εμφανίστηκε ιδιαίτερα ικανοποιημένη από τις επιδόσεις της Λάρισας, όπου το ποσοστό μείωσης την περίοδο 2020-22 της πανδημίας ανήλθε σε 13% συγκριτικά με το 2019, που αποτελεί έτος αναφοράς. Όταν ο μέσος όρος μείωσης σε επίπεδο χώρας κινείται στο 30%, σύμφωνα με στοιχεία του ΕΚΕΑ. Συγκεκριμένα, το 2020 συγκεντρώθηκαν από τις υπηρεσίες του Γενικού Νοσοκομείου Λάρισας 12.350 μονάδες αίματος και το 2021 11.700 μονάδες έναντι 13.330 μονάδων το 2019. Την ίδια περίοδο σταθερό παρέμεινε το ποσοστό των εθελοντών αιμοδοτών, που κινήθηκε στο 74% του συνολικού αριθμού των αιμοδοτών, ενώ σταθερός παρέμεινε και ο αριθμός των εξορμήσεων στην επαρχία του νομού. Αντίθετα, μείωση εμφάνισε ο μέσος όρος των αιμοληψιών ανά εξόρμηση εξαιτίας της επιφυλακτικότητας και του φόβου μερίδας των αιμοδοτών να αιμοδοτήσουν εξαιτίας της πανδημίας. Σύμφωνα με μελέτη της Νομαρχιακής Υπηρεσίας, σε 3.500 αιμοδότες κατά την περίοδο της πανδημίας το 30% είχε νοσήσει, ενώ ποσοστό 83% είχε πλήρη εμβολιαστική κάλυψη. Στοιχεία που αποδεικνύουν, όπως συμπεραίνει η κα Χατζητάκη, ότι το Γενικό Νοσοκομείο Λάρισας βγήκε αλώβητο από την πανδημία, κάλυψε τις ανάγκες του και κυρίως τις ανάγκες των χρόνια μεταγγιζόμενων ασθενών και των παιδιών με μεσογειακή αναιμία, που αποτέλεσε το «μεγάλο στοίχημα» της Αιμοδοτικής Υπηρεσίας.
«Η πανδημία ήταν φυσικό να επηρεάσει και την αιμοδοσία, αλλά το Τμήμα βρήκε άλλους τρόπους να υπερβεί τα όποια προβλήματα που είχαν σχέση με τον φόβο των αιμοδοτών, αλλά και τα περιοριστικά μέτρα, οργανώνοντας ακόμη και υπαίθριες αιμοδοσίες. Με τις σχέσεις εμπιστοσύνης που έχουμε χτίσει εδώ και πολλά χρόνια κατορθώσαμε να πείσουμε τους πολίτες ότι μπορεί να αιμοδοτήσει με ασφάλεια...», υποστηρίζει η συντονίστρια διευθύντρια και επαναλαμβάνει διαρκώς την ανάγκη της επανεκκίνησης με την επιστροφή στην κανονικότητα.
«Αν οι πολίτες δεν εντάξουν την αιμοδοσία στο αξιακό σύστημα της κοινωνίας, δεν θα κατορθώσουμε ποτέ να έχουμε απόθεμα αίματος, να γίνουμε αυτάρκεις και να καλύπτουμε τις ανάγκες μας...» υπογραμμίζει χαρακτηριστικά, δηλώνοντας μάλλον αδυναμία να προσδιορίσει με ακρίβεια το ύψος των αναγκών. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, οι ανάγκες της χώρας ανέρχονται σε 650 χιλιάδες μονάδες, εκ των οποίων καλύπτονται οι 580 χιλιάδες μονάδες - ποσοστό 89,2%, με την κα Χατζητάκη να συνδέει το ύψος των αναγκών με την ορθολογική κλινική χρήση του αίματος στέλνοντας ένα σαφές μήνυμα και στο ιατρικό προσωπικό των μονάδων υγείας.
Σε κάθε περίπτωση η συντονίστρια διευθύντρια της Νομαρχιακής Υπηρεσίας Αιμοδοσίας μιλά και για την ετοιμότητα του προσωπικού της, καθώς βρισκόμαστε ήδη στις αρχές του καλοκαιριού, υπενθυμίζοντας τις εποχιακές ελλείψεις αίματος, που παρατηρούνται το καλοκαίρι και τις περιόδους των γιορτών - Πάσχα και Χριστούγεννα.
Παράγοντας ανασταλτικός για την προσφορά αίματος μαζί με άλλους παράγοντες, όπως οι εποχικές ασθένειες -γρίπη, ιός Δυτικού Νείλου-, η παρατεταμένη κρίση, η υπογεννητικότητα, η φυγή των νέων στο εξωτερικό, που μελετώνται συστηματικά για να ερμηνευτεί η αιμοδοτική ικανότητα των πολιτών και να διαμορφωθούν πολιτικές για την αύξηση των αιμοληψιών. Σε κάθε περίπτωση, βάση των όποιων πολιτικών είναι η αποδοχή ότι το αίμα αποτελεί πράξη αλληλεγγύης στον συνάνθρωπο χωρίς όρους και προϋποθέσεις.