Συγκεκριμένα αναφέρει τα εξής: «Η υπέρμετρη ακρίβεια στον τομέα της ενέργειας, στα καύσιμα και οι συνεπαγόμενες αλυσιδωτές αυξήσεις και ανατιμήσεις όλων των βασικών καταναλωτικών αγαθών, αναγκαίων για τον βιοπορισμό των πολιτών, αποτελεί μια βαθειά κοινωνική κρίση και πλέον έχει εξελιχθεί σε παθογένεια, την οποία η Κυβέρνηση δεν δείχνει πρόθεση να αναχαιτίσει. Κάθε κοινωνική παθογένεια πρέπει να εκλαμβάνεται ως η αιτία για ριζικές και ρηξικέλευθες πολιτικές, ώστε να ληφθούν προς όφελος των πολιτών τα αναγκαία μέτρα για την αντιμετώπιση της κοινωνικής και οικονομικής κρίσης. Μέσα σε αυτό το δυσμενές περιβάλλον, όλες οι επαγγελματικές ομάδες, πλέον και οι δημόσιοι υπάλληλοι, αδυνατούν να ανταπεξέλθουν και να εξασφαλίζουν τα αναγκαία προς το ζην, καθώς ο μισθός τους δεν επαρκεί, αφού ο μηνιαίος μισθός ισούται ή και σε πολλές περιπτώσεις υπολείπεται ενός λογαριασμού φυσικού αερίου ή ηλεκτρικού ρεύματος. Η επιβεβαίωση της δυσμενούς οικονομικής θέσης των δημοσίων υπαλλήλων, έρχεται από πρόσφατη μελέτη της ΑΔΕΔΥ, που εκπόνησε ο καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας, Σταύρος Μαυρουδέας και ο ερευνητής του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών, Κώστας Πασσάς, όπου αναδεικνύονται και αποδεικνύονται οι δυσμενείς μισθολογικές συνθήκες των δημοσίων υπαλλήλων στη χώρα μας και το γεγονός ότι τα μισθολόγιά τους δεν μπορούν να ανταποκριθούν στην κάλυψη των οικονομικών αναγκών τους λόγω της ακρίβειας, ενώ ταυτόχρονα επισημαίνεται ο κίνδυνος εξαθλίωσης της ζωή τους σε περίπτωση που δεν ληφθεί ουσιαστική μέριμνα για τη βελτίωση της μισθολογική τους κατάστασης. Το Δημόσιο αποτελεί τη ραχοκοκαλιά του κράτους και δεν πρέπει να αφεθεί και σε αυτήν την κοινωνική κρίση αυξήσεως του κόστους ζωής, απροστάτευτο. Είναι προφανές ότι οι συνθήκες δικαιολογούν και επιβάλλουν πλέον τη χάραξη, με ευρύτερες συναινέσεις των κομμάτων, πολιτικής αναπροσαρμογής των μισθολογίων, ώστε να είναι δίκαιες και ανάλογες του κόστους ζωής».