Τα στοιχεία της Παιδιατρικής Εταιρείας ότι μόνο μέσα σε μια βδομάδα το φετινό καλοκαίρι νόσησαν 2.500 παιδιά, ενώ στα τρία προηγούμενα κύματα της πανδημίας είχαν νοσήσει συνολικά 3.000, είναι ενδεικτικά.
Με αυτά τα δεδομένα, δεν χωράει καμία επανάπαυση. Επιβάλλεται να παρθούν τώρα όλα τα μέτρα για το ασφαλές άνοιγμα των σχολείων σε λίγες μέρες από σήμερα. Η εμπειρία της περσινής χρονιάς, όταν γονείς, εκπαιδευτικοί και μαθητές ζητούσαν από τον Μάη ακόμα συγκεκριμένα μέτρα για αραίωση των μαθητών στις τάξεις, αλλά η κυβέρνηση δεν έκανε απολύτως τίποτα, είναι πικρή.
Το παρατεταμένο κλείσιμο των σχολείων και η χρονιά που χάθηκε στην τηλεκπαίδευση έχουν αφήσει βαρύ το στίγμα τους στη μόρφωση και στην ψυχοκοινωνική ανάπτυξη των παιδιών. Οι απώλειες είναι μεγάλες και ακόμα δεν έχει παρουσιαστεί κάποιο κυβερνητικό σχέδιο για την αντιμετώπισή τους. Το σενάριο να λειτουργήσει και φέτος η τηλεκπαίδευση είναι εφιαλτικό για γονείς, εκπαιδευτικούς και μαθητές. Δεν παύει ωστόσο να αποτελεί απειλή, όσο δεν υλοποιούνται μέτρα όπως αυτά που διεκδικούν από την αρχή της πανδημίας τα σωματεία δασκάλων και καθηγητών, οι Σύλλογοι, οι Ενώσεις και οι Ομοσπονδίες των Γονέων, τα συντονιστικά των μαθητών. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά το σκηνικό που διαμορφώνει με την πολιτική της η κυβέρνηση το μόνο που εγγυάται είναι περισσότερες δυσκολίες και προσκόμματα για την ασφαλή λειτουργία των σχολείων από Σεπτέμβρη. Για παράδειγμα, σήμερα είναι περισσότερο αναγκαίο από ποτέ να επιστρατευτούν όλοι οι διαθέσιμοι χώροι για την αραίωση των μαθητών στις τάξεις και στα προαύλια. Αντί γι' αυτό όμως βλέπουμε πρόχειρες και προσωρινές «λύσεις» στοιβάγματος των μαθητών στις σεισμόπληκτες περιοχές κ.λπ. Μέτρα προστασίας και ασφάλειας σημαίνει επαρκές μόνιμο προσωπικό καθαριότητας σε όλα τα σχολεία, και όχι παραπέρα ελαστικοποίηση των εργασιακών του σχέσεων και σχολεία «μισοκαλυμμένα» για κάποιες ώρες μόνο από καθαρίστριες. Όπως γίνεται τώρα με τις εγκυκλίους που εκδίδει η κυβέρνηση, κολλώντας στον τοίχο χιλιάδες εργαζόμενους και εργαζόμενες στη σχολική καθαριότητα, που εκβιάζονται με μείωση του ήδη πενιχρού μισθού.
Σημαίνει ακόμα όλο το απαραίτητο εκπαιδευτικό προσωπικό να είναι από την πρώτη στιγμή στη θέση του, και όχι να φτάνουν οι εκπαιδευτικοί τον Δεκέμβρη και τον Γενάρη στα σχολεία.
Και μπορεί η κυβέρνηση να πανηγυρίζει ότι φέτος έκανε 11.700 μόνιμους διορισμούς, οι ανάγκες όμως στα σχολεία είναι πολύ μεγαλύτερες (52.000 αναπληρωτές δούλεψαν πέρυσι και άλλοι 8.000 συνταξιοδοτήθηκαν), χωρίς μάλιστα να υπολογίζονται η αναγκαία αραίωση των μαθητών στα τμήματα και οι πρόσθετες εκπαιδευτικές ανάγκες που γεννά η περσινή χρονιά, κατά την οποία τα σχολεία έμειναν κλειστά για μήνες. Η δυνατότητα εμβολιασμού για τους μαθητές της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης από μόνη της δεν αποτελεί λύση, αν ο αναγκαίος εμβολιασμός δεν συνδυαστεί και με όλα τα άλλα μέτρα που απαιτούν γονείς, εκπαιδευτικοί και μαθητές. Χώρια που η αντιμετώπιση του εμβολιασμού ως «ατομικής ευθύνης» από την κυβέρνηση, με όρους ανταπόδοσης και δωράκια στη νεολαία, υπονομεύει την ανάγκη του μαζικού εμβολιασμού της.
Γονείς, μαθητές και εκπαιδευτικοί έχουν πλέον πείρα. Έχουν πείρα από την κυβερνητική επιλογή να κλείνουν τα σχολεία αντί να παίρνονται μέτρα για την ασφάλειά τους, να παλεύουν μόνοι τους, χωρίς καμία βοήθεια, για τη μόρφωσή τους μπροστά σε μια οθόνη. Έχουν όμως και πείρα από τους αγώνες τους όλη την προηγούμενη χρονιά. Από το γεγονός ότι και τα ελάχιστα που έγιναν οφείλονταν σε αυτούς ακριβώς τους αγώνες. Ακόμα πιο αποφασιστικά από τώρα πρέπει να πάρουν στα χέρια τους την υπόθεση του αγώνα και της διεκδίκησης για να ανοίξουν τα σχολεία τον Σεπτέμβρη, να παραμείνουν ανοιχτά και να λειτουργήσουν με ασφάλεια για όλα τα παιδιά και τις οικογένειές τους».