Στην προκειμένη περίπτωση όσοι Λαρισαίοι και όσες Λαρισαίες δεν έχουν επιλέξει ως προορισμό τους κάποιο νησί ή τη Χαλκιδική, κατακλύζουν τα παράλια της Αγιάς και της Πιερίας. Αγιόκαμπος, Βελίκα, Κουτσουπιά από τη μία και Πλαταμώνας, Νέοι Πόροι, Ν. Παντελεήμονας κ.λπ. από την άλλη, αποτελούν τους συνήθεις προορισμούς τους, καθώς εκεί πολλοί διαθέτουν εξοχικά. Ενόψει Δεκαπενταύγουστου όμως τα πρωτεία της επιλογής πολλών Λαρισαίων παίρνουν τα χωριά της Ελασσόνας, του Ολύμπου γενικότερα και του Κισσάβου, αλλά και της Καρδίτσας και των Τρικάλων, και φυσικά η Σαμαρίνα κ.ά.
Οι πατρογονικές εστίες αποτελούν πόλο έλξης για τους περισσότερους, καθώς σε συνδυασμό με τις υψηλές θερμοκρασίες που επικρατούν αυτήν την εποχή πολλοί αναζητούν καταφύγιο στη δροσιά των ορεινών χωριών. Από τη μια η ζέστη λοιπόν, από την άλλη η ανάγκη των ανθρώπων να δουν τους δικούς τους ανθρώπους, τους γονείς και τις οικογένειές τους, συνηγορούν στο να επισκεφθούν πολλοί τα ορεινά «διαμάντια» του τόπου μας.
Δεν είναι άλλωστε λίγα αυτά που πανηγυρίζουν ενόψει της μεγάλης εορτής της Παναγίας. Σχεδόν κάθε χωριό, ανάλογα φυσικά με το μέγεθός του και με βάση τους ναούς που διαθέτει, έχει και έναν ιερό ναό αφιερωμένο στη Θεοτόκο. Έτσι το «Πάσχα του καλοκαιριού» γιορτάζεται θα έλεγε κανείς «μετά βαΐων και κλάδων». Ήδη από τις προηγούμενες μέρες βλέπει κανείς τα χωριά να σφύζουν από ζωή, καθώς οι περισσότεροι επιστρέφουν στα πάτρια εδάφη, ενώ η κατάσταση κορυφώνεται ανήμερα της γιορτής, γιατί δεν είναι λίγοι και αυτοί που ανηφορίζουν στα χωριά και αυθημερόν για να βρεθούν όλοι μαζί στο οικογενειακό τραπέζι.
ΘΕΙΑ ΚΑΤΑΝΥΞΗ ΚΑΙ ΕΠΑΝΕΝΩΣΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΩΝ
Μέσα σε ατμόσφαιρα μυσταγωγίας, θείας κατάνυξης και συγκίνησης, οι ιεροί ναοί και τα μοναστήρια γεμίζουν από ντόπιους και επισκέπτες που πηγαίνουν για να μετέχουν των μυστηρίων της «καλοκαιρινής Πασχαλιάς» και να ανάψουν ένα κεράκι στη Δέσποινα, αλλά και για να δουν από κοντά τις γραφικές Μονές και Εκκλησίες που φέρουν ιστορία χρόνων. Και κάπως έτσι βλέπει κανείς τους πιστούς να παρακολουθούν τη Θεία Λειτουργία και με το πέρας της όλο χαρά να συνομιλούν με τους συγχωριανούς τους, ανταλλάσσοντας «στο πόδι» τα νέα τους και κλείνοντας ραντεβού για καφέ στην κεντρική καφετέρια του χωριού.
Οι γιαγιάδες και οι θείες συνήθιζαν βέβαια να καλούν τον κόσμο στο σπίτι μετά την εκκλησία, λόγω όμως του κορονοϊού επιλέγουν ένα πιο ουδέτερο έδαφος, μια καφετέρια, όπως έκαναν ανέκαθεν οι άντρες της οικογένειας που έπαιρναν κατευθείαν τον δρόμο για το καφενείο.
Μολονότι λοιπόν φέτος τα χειροποίητα κεράσματα θα λείψουν σε πολλούς, τίποτα δεν χαλάει το κέφι τους, άλλωστε υπάρχουν και τα ταπεράκια… Έτσι, σαν μια εικόνα βγαλμένη από κινηματογραφική ταινία εποχής βλέπει κανείς τα καφενεία, τα ταβερνάκια και τα ζαχαροπλαστεία να έχουν βγάλει τα τραπέζια έξω και στη σκιά των πλατανιών να συγκεντρώνονται λογιών λογιών παρέες. Αλλού ένα σόι επανενώνεται, αλλού οι παππούδες παίζουν το καθιερωμένο τους τάβλι, αλλού η νεολαία μαζεμένη απαθανατίζει τις στιγμές με τους φίλους της κι αλλού ζευγάρια να κουνάνε τα καρότσια και πιτσιρίκια να τρέχουν ανάμεσα στα τραπέζια. Κι αφού το καφεδάκι τελειώσει, σειρά έχει το μεσημεριανό τραπέζι όπου συγκεντρώνεται όλη η οικογένεια και τσουγκρίζει τα ποτήρια. Το φαΐ και το ποτό ρέει, ενώ οι γιαγιάδες κυνηγάνε τα πιτσιρίκια να τα ταΐσουν με λογής λογής καλούδια όσο οι συνυφάδες «τσακώνονται» για το ποια έχει κάνει το καλύτερο γλυκό και οι άντρες ρίχνουν νερό στα κάρβουνα για να σβήσει η φωτιά της ψησταριάς, όπου προηγουμένως είχαν ψήσει τα κρεατικά για το τραπέζι.
ΓΛΕΝΤΙΑ ΚΑΙ ΧΟΡΟΙ
Την προηγουμένη, όπως και ανήμερα το απογευματάκι προς βραδάκι το γλέντι κορυφώνεται. Έχοντας περπατήσει κανείς στα σοκάκια και περιηγηθεί στο χωριό, ανάμεσα στην πυκνή βλάστηση και τα δέντρα, δεν μένει τίποτα άλλο από το να απολαύσει το χωριό «by night». Κι αν και τα πανηγύρια σε πολλές περιπτώσεις έχουν αναβληθεί και φέτος για λόγους προστασίας από την Covid-19 και ο χορός δεν επιτρέπεται στα μαγαζιά, τίποτα δεν μπορεί να εμποδίσει τους Έλληνες από το να γιορτάσουν με την καρδιά τους τη μεγαλύτερη θεομητορική εορτή. Κάτω από το δροσερό αεράκι που φυσάει εκεί ψηλά στα χωριά, έχοντας προμηθευτεί φυσικά κανείς τη ζακέτα ή το μπουφάν του, κατευθύνεται στον χώρο όπου η γιορτή έχει ξεκινήσει.
Καθισμένοι στα τραπέζια και διατηρώντας τις προβλεπόμενες από τον νόμο αποστάσεις, μικροί και μεγάλοι απολαμβάνουν τις μελωδίες του κλαρίνου που σε συνδυασμό με την γκάιντα, το ακορντεόν, το τύμπανο και το ντέφι, και τη φωνή του εκάστοτε ερμηνευτή/-τριας, ξορκίζουν το «κακό» και ανασύρουν μνήμες. Βέβαια η παραδοσιακή μουσική χωρίς χορό, είναι κάτι σαν γλυκό χωρίς ζάχαρη όπως θα ακούσει κανείς να λέγεται μεταξύ των παρεών, αλλά τίποτα δεν μπορεί να στερήσει από τα χωριά τη μουσική τους, και σε κάποιους τον χορό που όντας καθηλωμένοι σε μια καρέκλα κουνιούνται όσο μπορούν στον ρυθμό της μουσικής.
Παρατηρώντας κανείς βλέπει άλλους να κουνούν τα πόδια τους κάνοντας τα βήματα λες και είναι όρθιοι και άλλους να τα δίνουν όλα λικνίζοντας το σώμα από τη μέση και πάνω, ενώ τα χέρια ελεύθερα κάνουν τα δικά τους παιχνίδια.
ΕΠΕΤΕΙΑΚΕΣ ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ
Σε ορισμένα μάλιστα χωριά ενόψει Δεκαπενταύγουστου έχουν διοργανωθεί διάφορες εκδηλώσεις, πολλές εκ των οποίων έχουν συνδυαστεί και με την επέτειο των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση, όπως λόγου χάριν στο Λιβάδι Ελασσόνας, όπου φέτος παράλληλα με την Παναγία θα τιμηθεί και ο φιλικός, αγωνιστής-ήρωας Γεωργάκης Ολύμπιος. Οι Πολιτιστικοί Σύλλογοι πολλών χωριών έχουν προχωρήσει στη διοργάνωση διάφορων εκδηλώσεων και έτσι δεν είναι λίγοι αυτοί που θα έχουν τη δυνατότητα να απολαύσουν με καμάρι τις εμφανίσεις χορευτικών τοπικών τμημάτων, καθώς τα περισσότερα ανταμώματα έχουν ματαιωθεί και για φέτος, αλλά καλώς εχόντως των πραγμάτων προσδοκούν να γίνουν του χρόνου μαζί με τα πανηγύρια, όπου χορευτικά από διάφορους τόπους θα μπορούν να «συνομιλήσουν».
Και κάπως έτσι το «χαροποιόν πένθος», η Κοίμηση της Θεοτόκου, γιορτάζεται με θρησκευτικό και παραδοσιακό «χρώμα» μεταξύ ντόπιων κατοίκων και επισκεπτών στα χωριά της περιοχής μας, όπου το «υψόμετρο» και το βουνό δίνουν ένα άλλο νόημα στο καλοκαίρι τους και η ξεκούραση των αδειούχων συνδυάζεται και με ένα διάλειμμα από την ασφυκτική ζέστη της Λάρισας. Γι’ αυτό και οι περισσότεροι ανανεώνουν το ραντεβού τους και για την επόμενη χρονιά, ελπίζοντας παράλληλα και οι συνθήκες να είναι καλύτερες (κορονοϊός, κλιματική αλλαγή, πυρκαγιές κ.λπ.), με λιγότερες έγνοιες για να απολαύσουν και με το παραπάνω τη δροσιά του χωριού και την ανεμελιά του καλοκαιριού.
Σ.Κ.