Του Δημήτρη Βάλλα
«Πάει κι απόψε τ’ όμορφο
τ’ όμορφο τ’ απόβραδο,
από Δευτέρα πάλι
πίκρα και σκοτάδι.
Αχ, να ’ταν η ζωή μας
Σαββατόβραδο
κι ο Χάρος να ’ρχονταν
μια Κυριακή το βράδυ’
Με χίλια ζόρια οι φίλοι του μπορούσαν να κρατήσουν τα μπουζούκια πάνω από το μνήμα και να βάλουν τα δάχτυλά τους στις χορδές. Όμως ο Νίκος δεν έπρεπε να φύγει χωρίς την πενιά. Τελικά τα κατάφεραν και είπαν το αγαπημένο του τραγούδι του Καζαντζίδη «Μοσχοβολούν οι γειτονιές». Η γυναίκα του η Μάρυ, το κασκόλ της ΑΕΛ το κρατούσε από το πρωί στα χέρια και το βράδυ, λίγο πριν νυχτώσει του το έδωσε να το πάρει μαζί, εκεί στο παλιό νεκροταφείο Λάρισας στον παλιό «ιερολοχίτη».
Ο Στάθης με το μπουζούκι δεν άντεξε να παίξει το ρέκβιεμ με νότες, και έλαχε σε όλους ο κλήρος να γράψουν το ρέκβιεμ για τον φίλο.
Πάμε λοιπόν με λίγα λόγια για τον φαρμακοποιό , και τραγουδοποιό Νίκο Οικονομίδη που ο ξαφνικός θάνατός του, που τελικά κανείς ακόμα δεν πίστεψε, γέμισε θλίψη τη Λάρισα και τους έφερε όλους στον Άγιο Αχίλλιο να δουν αν είναι αλήθεια και να του πουν το τελευταίο αντίο.
Ο Νίκος Οικονομίδης έχασε τη ζωή του ξαφνικά το βράδυ της Δευτέρας όταν κλείνοντας το φαρμακείο που διατηρούσε επί της οδού Παναγούλη πήγε όπως συνήθιζε σε κεντρικό γυμναστήριο για να αθληθεί.
Ήταν περίπου 10.30 το βράδυ όταν ο Νίκος κάνοντας τον γνωστό διάδρομο δεν άντεξε και λιποθύμησε. Αμέσως ειδοποιήθηκε η μονάδα του ΕΚΑΒ που στάθμευε σχεδόν δίπλα στην Πλατεία Ταχυδρομείου και έφθασε αμέσως. Ενεργοποιήθηκε ο απινιδωτής, του προσφέρθηκαν οι πρώτες βοήθειες, όμως ό άτυχος φαρμακοποιός δεν μπόρεσε να ανακάμψει.
Η είδηση την άλλη μέρα το πρωί έπεσε σαν κεραυνός εν αιθρία στην πόλη που δεν πίστευε ότι το γελαστό παιδί με το χιούμορ την κιθάρα και τα τραγούδια έφυγε για πάντα.
Στην τελετή της εξόδιου ακολουθίας στον μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Αχιλλίου που τέλεσε ο μητροπολίτης Λαρίσης και Τυρνάβου κ. Ιγνάτιος, το κλίμα ήταν βαρύ και ο χώρος δεν μπόρεσε να χωρέσει όσους πήγαν εκεί για το τελευταίο αντίο. Ενώ δυο λόγια για τον εκλιπόντα είπε στον επικήδειο ο πρόεδρος του Φαρμακευτικού Συλλόγου Λάρισας κ. Γιάννης Μακρυγιάννης.
Έπειτα στο παλιό νεκροταφείο οι φίλοι του, οι μουσικοί του φίλοι έκαναν την καρδιά τους πέτρα και του έπαιξαν μπουζούκι, έτσι για το καλό ταξίδι.
Αντισυμβατικός στον τρόπο ζωής του, έγραφε όλη μέρα στίχους στο φαρμακείο που προσπαθούσε να τους μελοποιήσει, ενώ είχε εκδώσει και δύο CD.
Το τραγούδι του ΑΕΛ-γερά συγκλόνιζε τα γήπεδα, όσο για τα υπόλοιπα...
«Ε και λοιπόν εγώ δε ζω για να πουλώ ντεπόν». Ήταν το ρεφρέν σε ένα από τα τελευταία του τραγούδια. Πράγματι ,ήταν έτσι...
Και μια που σου άρεσαν τα γαλλικά: Adieu l'ami.