Το χωριό, μέχρι και σήμερα, διατηρεί ζωντανή τη μνήμη τους και κληρονομεί σε κάθε γενιά το χρέος να μην ξεχάσει, αφήνοντας ανεξίτηλο σημάδι της θυσίας ένα μνημείο στην άκρη του χωριού.
Όμως το χρέος δεν σταματά εκεί.
Πρόσφατα, ολοκληρώθηκε μία πρωτοβουλία απογόνων κατοίκων του χωριού, σύνταξης ενός πλήρους φακέλου που περιλαμβάνει το χρονικό της εκτέλεσης, αποδεικτικά στοιχεία, καθώς και αίτημα που απευθύνεται προς την ειδική επιτροπή του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, για χαρακτηρισμό και ένταξη του χωριού Μεγάλο Μοναστήρι Λάρισας στον κατάλογο των «Μαρτυρικών Χωριών» (Ν. 2503/1997 παρ.5 άρθ.18).
Ο φάκελος, περιέχει μεταξύ άλλων, τη θετική απόφαση του Τοπικού Συμβουλίου Μεγάλου Μοναστηρίου, ονοματεπώνυμα και φωτογραφίες εκτελεσθέντων, καθώς και το βιβλίο του δασκάλου Απόστολου Ηλ. Καρναβά με τίτλο «Το μεγάλο Μοναστήρι Λάρισας και η ιστορία του», όπου αφιερώνει ένα μεγάλο μέρος του, στο ιστορικό της ματωμένης μέρας του 1943.
«Το Μεγάλο Μοναστήρι πλήρωσε τον δικό του φόρο αίματος στον αγώνα της πατρίδας μας ενάντια στον γερμανικό φασισμό.
Η συμμετοχή των κατοίκων του σε πράξεις αντίστασης κατά του κατακτητή ζωντάνεψε τα θηριώδη ένστικτα των Γερμανών κατακτητών που αιματοκύλισαν βάρβαρα το χωριό», αναφέρει στην «Ε» ο κ. Καρναβάς, η ψυχή της πρωτοβουλίας αναγνώρισης του χωριού ως μαρτυρικού.
Μιλήσαμε μαζί του, καθώς και με τον πρόεδρο της Τοπικής Κοινότητας Μεγάλου Μοναστηρίου κ. Δήμο Βλαΐδη, υποστηρικτή της προσπάθειας, που θεωρεί ανάγκη την αναγνώριση της θυσίας των προγόνων του και ηθική υποχρέωσή του.
Συγκεκριμένα, ο κ. Καρναβάς πραγματοποίησε έρευνα για τους 45 εκτελεσθέντες του Μεγάλου Μοναστηρίου, μέσα από μαρτυρίες και πηγές, την οποία ξεκίνησε το 1992 και ολοκλήρωσε το 2002. Ακολούθησε η έκδοση του βιβλίου, ως αδιάψευστου μάρτυρες των γεγονότων του 1943, τα οποία εκτίθενται με κάθε λεπτομέρεια.
Οι περιγραφές των κατοίκων που έζησαν το τραγικό γεγονός έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον: «Στο χωριό γινόταν γάμος, όπου βρίσκονταν οι περισσότεροι κάτοικοι και γλεντούσαν μέχρι το πρωί, όταν μπήκαν οι Γερμανοί», αναφέρει ο κ. Καρναβάς και συμπληρώνει: «Συλλαμβάνονται όλοι οι άντρες του χωριού, βίαια και απότομα… Η αρχή του τέλους διαγράφεται.
Είναι γύρω στα 200 άτομα στοιβαγμένα στην κάτω αίθουσα του σχολείου. Οι γυναίκες που έμειναν στα σπίτια αρχίζουν το μοιρολόγι από τώρα.
Γύρω απ' το σχολείο υπάρχουν στημένα πολυβόλα. Οι φρουροί σαν αστακοί, πηγαινοέρχονται, αρματωμένοι προκαλώντας τον φόβο και την οδύνη.
Οι Γερμανοί παίρνουν τρία άτομα κάθε φορά, και τα ανεβάζουν στο γραφείο του σχολείου.
Εκεί, λέει ο συχωρεμένος Βασίλης Κυρτσούδης 42 ετών τότε, υπήρχαν τρεις αξιωματικοί. Μπαίνοντας στο γραφείο μας ζητούσαν ταυτότητα και μας ρωτούσαν εάν είμαστε παντρεμένοι και πόσα παιδιά έχουμε.
Στο λίγο διάστημα που έμεινα έως ότου τελειώσει η διαδικασία της εξακρίβωσης των στοιχείων, παρατήρησα ότι τα έγραφαν σε δύο καταστάσεις.
Σε μία κατάσταση γράφονταν όσοι ήταν για εκτέλεση και η κατάσταση αυτή περιλάμβανε νέους άγαμους, έγγαμους χωρίς παιδιά και τους έγγαμους με ένα ή δυο παιδιά. Απ’ όλους τους γραμμένους στην πρώτη κατάσταση τελικά μόνο δύο άτομα γλίτωσαν αν και συνέτρεχαν οι λόγοι που αναφέραμε. Ένας ήταν ο Κων. Καλαμπαλίκης που του χαρίστηκε η ζωή εξαιτίας του γάμου του (ήταν ο γαμπρός)…».
Να σημειωθεί ότι ο κ. Καρναβάς με τον κ. Βλαΐδη, επισκέφθηκαν πρόσφατα τον δήμαρχο Κιλελέρ κ. Θαν. Νασιακόπουλο, απ’ τον οποίο ζήτησαν να κατατεθεί στο Δημοτικό Συμβούλιο Κιλελέρ το αίτημα να αναγνωριστεί ως μαρτυρικό χωριό το Μεγάλο Μοναστήρι, ώστε να ενταχθεί και η γνωμοδότησή του στον φάκελο που θα αποσταλεί στο Υπουργείο Εσωτερικών.
Της Λένας Κισσάβου