ΕΛΑΣΣΟΝΑ(Γραφείο «Ε») Του Γιάννη Μουκίδη
Μέσα σε ατμόσφαιρα συγκίνησης η μαρτυρική ιστορική Τσαριτσάνη και η γύρω περιοχή ξεδίπλωσαν τις ιστορικές μνήμες τους για τους 52 συνολικά Τσαριτσανιώτες, που εκτελέσθηκαν από τους Ιταλούς(το 1943) και τους Γερμανούς(το 1944).
«52 συνολικά Τσαριτσανιώτες έσβησαν, μα οι ψυχές τους έμειναν ολόρθες, για να θυμίζουν στο Έθνος τον έρωτα για την ελευθερία και το χρέος για την πατρίδα, όταν την πατάει ξένο πόδι κατακτητή!». Αυτό επισημάνθηκε, ανάμεσα στα άλλα, στις καθιερωμένες εκδηλώσεις μνήμης, όπου ο Δήμος Ελασσόνας, η ιστορική και μαρτυρική κωμόπολη της Τσαριτσάνης και οι κάτοικοι της τίμησαν για μια ακόμη χρονιά τους 52 συνολικά αθώους πατριώτες, που εκτελέσθηκαν εν ψυχρώ στις 12 Μαρτίου 1943(από τους Ιταλούς) και στις 20 Αυγούστου 1944(από τους Γερμανούς).
Οι χθεσινές εκδηλώσεις μνήμης άρχισαν με τη Θεία Λειτουργία και το Μνημόσυνο που τελέσθηκαν στον Ιερό Ναό Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Αμέσως μετά, στις 11 το πρωί, αναπέμφθηκε από τους ιερείς π. Γεώργιο Κοντοτάσιο και π. Αλέξανδρο Νεζεργιώτη επιμνημόσυνη δέηση στο χώρο της εκτέλεσης, μπροστά από το Μνημείο που βρίσκεται στην κεντρική πλατεία της κωμόπολης.
Η δικηγόρος Αικατερίνη Αναγνωστούλη, με μεστή και περιεκτική ομιλία αναφέρθηκε στο χρονικό εκείνων των ημερών του 1943 και 1944, «καταθέτοντας» βήμα – βήμα την περιγραφή των αποτρόπαιων εγκλημάτων, τότε που τα πυροβόλα σκόρπισαν τον θάνατο σε δεκάδες αθώους Τσαριτσανιώτες, στην μαρτυρικότερη κωμόπολη της Θεσσαλίας, επισημαίνοντας με νόημα:
«Η προσωποποίηση σε μικρογραφία του πόνου και της δοκιμασίας της βασανισμένης αυτής περιοχής. Μεταβλήθηκε κατ΄ επανάληψη σε ολοκαύτωμα. Γνώρισε ένα συνεχή και ανελέητο διωγμό. Καρφί στα μάτια των Ιταλών, στόχος της Γερμανικής βαρβαρότητας. Ατίθαση και ανυπότακτη, υπερήφανη και αδάμαστη. Οι κατακτητές, σε καμιά περίπτωση, δεν μπορούσαν να καυχηθούν ότι την υποδούλωσαν πραγματικά. Οι Ιταλοί πριν και μετά την καταστροφή της, έλεγαν συχνά: «Η Τσαριτσάνη έχει δική της δημοκρατία».
Και η ομιλήτρια συνεχίζει την περιγραφή:
«Οι παρόντες άνδρες έπρεπε να εκτελεσθούν, η απόφαση ήταν παρμένη. Η Τσαριτσάνη έπρεπε να σβήσει! Αμέσως τα γυναικόπαιδα βλέποντας για τελευταία φορά τους προδομένους μελλοθάνατους προχωρούν προς το δρόμο της Ελασσόνας. Όταν αλλόφρονα τα γυναικόπαιδα έφταναν στα τελευταία σπίτια, οι φλόγες έζωναν την κωμόπολη από τις τέσσερις πλευρές. Μα αυτό δεν ήταν τίποτε μπροστά στην αγωνία για τους άνδρες τους και τους δικούς τους, που είχαν μείνει πίσω και δεν ξέραν αν ζούσαν. Γύρω τους όλα ήταν ένα μακάβριο σκηνικό φρίκης. Μέσα στην αναλαμπή από την καιόμενη κωμόπολη, φωνές, θρήνοι και κατάρες, ανακατεμένα με το βροχόνερο, που έπεφτε μέσα στο σκοτάδι που άρχιζε, έκαναν εφιαλτική την ατμόσφαιρα. Στην μαρτυρική πλατεία απόμεναν οι φασίστες ξένοι και ντόπιοι, οι μελλοθάνατοι και τα πολυβόλα. Περνούν μερικά αγωνιώδη δευτερόλεπτα και ενώ το πλήθος είχε φθάσει κοντά στο Α΄ Δημοτικό Σχολείο ακούει το κροτάλισμα των πυροβόλων. Κάτω από τις συνεχείς ριπές σωριάζονται χάμω τα σώματα. Γύρω η πόλη λαμπαδιάζει στις φλόγες. Το πορευμένο πλήθος κλαίει και θρηνεί. Γοερές κραυγές πόνου, φρίκης και οργής γεμίζουν τον παγερό αέρα. Αλλά οι δήμιοι δεν συγκινούνται. Αδιάφοροι οι φασίστες συνεχίζουν ανάλγητοι το μακάβριο έργο τους. Σκοτώνουν εν ψυχρώ και δολοφονούν άοπλους!
Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα σαράντα πτώματα σκεπάζουν την πλατεία με το θρυλικό πλάτανο!
Αφηγείται μία αυτόπτης μάρτυς: Μόλις φύγανε τα αιμοσταγή τέρατα τρέξαμε στη νεκρική πλατεία, για να δούμε μπας και γλύτωσε κανένας. Μα, εκείνες, που δεν βλέπαν τους δικούς τους ψάχναν, ψάχναν, ω! τι φρίκη…
Προχώρησα σιγά, σιγά με το κεφάλι σκυμένο κι έφθασα στην πλατεία. Οι νεκροί έμειναν εκεί, αιώνιοι μάρτυρες της ιστορίας; Μάνες, σύζυγοι, αδελφές, θυγατέρες, άνοιγαν οι ίδιες τους τάφους, για να πάρουν τους δικούς τους! Έπειτα από λίγες μέρες όμως ξέθαψαν τα πτώματα και τα έθαψαν στο νεκροταφείο».
Και η δικηγόρος Αικατερίνη Αναγνωστούλη ολοκληρώνει, μέσα σε χειροκροτήματα: «52 συνολικά Τσαριτσανιώτες έσβησαν, μα οι ψυχές τους έμειναν ολόρθες, για να θυμίζουν στο Έθνος τον έρωτα για την ελευθερία και το χρέος για την πατρίδα, όταν την πατάει ξένο πόδι κατακτητή!».
Σύντομο χαιρετισμό – ποίημα διάβασε συγκινημένος ο κάτοικος Βόλου Μιλτιάδης Σπανός - συγγενής(εγγονός του εκτελεσθέντος Αναστασίου Σπανού – του αείμνηστου παπαΑναστάση), ενώ ποιήματα για τις εκτελέσεις των πατριωτών απήγγειλαν μαθητές.
Στη συνέχεια, έγινε η καθιερωμένη κατάθεση στεφάνων από τους φορείς, τους εκπροσώπους των κομμάτων, τους συλλόγους και τα Σχολεία και το προσκλητήριο των νεκρών, όπου, μέσα σε ατμόσφαιρα συγκίνησης, αναγνώστηκε από τον εκπαιδευτικό Ευάγγ. Σαπουνά(που είχε την επιμέλεια της εκδήλωσης) ο μακρύς κατάλογος των εκτελεσθέντων από τους Ιταλούς και τους Γερμανούς, συνοδευόμενος από την λέξη «Αθάνατοι!».
Η εκδήλωση έκλεισε με τιμητική σιγή ενός λεπτού και απόδοση του Εθνικού Ύμνου από μαθητική χορωδία. Ακολούθησε δεξίωση για τις αρχές και τον κόσμο στην ισόγεια αίθουσα του Κοινοτικού Καταστήματος.